Της Χιόνας Οικονομάκη,
«Πρέπει απαρχής να πω ότι ποτέ δεν σκέφτηκα να εξηγήσω τα ποιήματά μου. Θυμάμαι μόνο πως γράφτηκαν σε ώρες απρόσμενες· νύχτες χειμωνιάτικες, κουκουλωμένος σε μια κουβέρτα, πεταγόμουν ξαφνικά απ’ το κρεβάτι, σαν μια αστραπή, σαν κάτι κόκκινο να με χτύπησε στο κεφάλι, έφτιαχνα τον σκελετό του ποιήματος κι ύστερα έπεφτα και κοιμόμουνα», θα γράψει ο Μίλτος Σαχτούρης, περιγράφοντας με τον πιο γλαφυρό και, ταυτόχρονα, ρεαλιστικό τρόπο τη διαδικασία της ποιητικής συγγραφής που συνοδεύεται από αμέτρητους αναστοχασμούς, μία συνθήκη που, εν συνεχεία, παρομοιάζεται με την επιμελή επεξεργασία με την οποία ένας τεχνίτης ολοκληρώνει το έργο του.
Ο Μίλτος Σαχτούρης πρωτοεμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα με τη δημοσίευση διηγημάτων το 1938, ενώ η πρώτη του ποιητική συλλογή θα δημοσιευτεί το ’41. Ο ίδιος θα εξομολογηθεί πως κατά τη διάρκεια της Κατοχής προσβλήθηκε από φυματίωση, κάτι που τον είχε οδηγήσει στο να ορκιστεί πως, εάν δεν πέθαινε, θα αφοσιωνόταν ολοκληρωτικά στη γραφή και τη μελέτη της λογοτεχνίας. Η άτυπη, αυτή, υπόσχεση που είχε δώσει στον εαυτό του επαληθεύτηκε, με τον ίδιο να μένει απόλυτα πιστός στο έργο και τα ιδανικά του, δίχως να μετανιώσει στιγμή για την αναπόσπαστη ενασχόλησή του.
Η επίσκεψη του Σαχτούρη στο σπίτι του Καραντώνη θα διαδραματίσει έναν ρόλο καθοριστικό για τη λογοτεχνική του πορεία, αφού εκεί θα γνωριστεί με τον Οδυσσέα Ελύτη και τον Νίκο Εγγονόπουλο, προσωπικότητες εξέχουσες που του άσκησαν σημαντική επιρροή. Η γυναικεία μορφή που υπήρξε, εξ αρχής, θεμέλιο γνώρισμα της ποιητικής του θα αλλάξει υπόσταση και θα αντικατασταθεί από μερικές πιο τραγικές εκφάνσεις που συσχετίζονται με την πιο «παραμυθική» οπτική του γυναικείου φύλου, τον επαναπροσδιορισμό και την απρόοπτη μεταβολή. Η ποιητική του θα μεταβεί από τη συμβολιστική αοριστία στην υπερρεαλιστική πραγματικότητα, ενώ τα εξπρεσιονιστικά στοιχεία θα ενταχθούν στη λογοτεχνική του παραγωγή με έναν τρόπο τόσο αρμονικό που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πηγαίος. Ο ίδιος ο Σαχτούρης, με διαύγεια και ειλικρίνεια, θα αναγνωρίσει την καταλυτική επίδραση που είχε πάνω του το κίνημα του υπερρεαλισμού, υπογραμμίζοντας πως εξαιτίας αυτού κατόρθωσε η ποιητική του πένα να αποδεσμευτεί και ελεύθερη, πια, να μετουσιώνει τις ιδέες, τους προβληματισμούς και τις σκέψεις σε κείμενα, ποιήματα και λέξεις. Παράλληλα, βέβαια, θα σημειώσει πως η ποίησή του δεν είναι αμιγώς υπερρεαλιστική, αλλά «ιδιότυπα δραματική και λυρική».
Το 1952, με τη δημοσίευση του βιβλίου του που τιτλοφορήθηκε «Με το πρόσωπο στον τοίχο», ο ίδιος, ως ποιητική προσωπικότητα και συγγραφέας, θα βρεθεί φαινομενικά «εκτεθειμένος» εξαιτίας του βιωματικού και εμπειρικού χαρακτήρα του έργου του. Οι παράγοντες του παραλόγου και του εφιαλτικού που είχαν, ήδη, από τα πρώιμα στάδια της λογοτεχνικής του παρουσίας αρχίσει να παρεισφρέουν στην ποιητική του, θα μετατραπούν σε θεμέλιους λίθους του έργου του αδήριτα, συντελώντας στη δημιουργία ενός προσωπικού μύθου, η έννοια του οποίου θα αποτελέσει αρωγό για την ερμηνευτική ανάλυση και προσέγγιση του έργου του Σαχτούρη.
Η ιδιότυπη, λοιπόν, και εναλλακτική λειτουργία του έρωτα στο σαχτουρικό έργο, με τις συνεχείς μεταμφιέσεις και τις διακριτικές «απωθήσεις» του, η μυστηριακή και αντιφατικώς ειλικρινής απόκρυψη και η ταυτόχρονη σύνθεση ενός κοινωνικού περιβάλλοντος δαιμονιώδους, με το οποίο το ποιητικό υποκείμενο άλλοτε ταυτίζεται και άλλοτε πεισιθάνατα εγκαταλείπει, αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά της εργογραφίας του ποιητή. Στο ίδιο μήκος κύματος, σαφώς, στο έργο του Σαχτούρη είμαστε σε θέση να διακρίνουμε πλήθος ανθρωπολογικών γνωρισμάτων, τον φρικαλέο μα βαθιά συμβολιστικό παράγοντα της τερατώδους διάστασης και, φυσικά, τη συμβολιστική υπόσταση της χρωματολογίας που, αδιαμφισβήτητα, αποτελεί ένα ερμηνευτικό «κλειδί».
Στα ποιήματα της ωριμότητάς του, η ποιητική του θα διαχωριστεί με σαφήνεια από την προαναφερθείσα κατασκευή του προσωπικού μύθου. Στα Εκτοπλάσματα, που θα δημοσιευθούν το 1986, θα «εμφανιστούν» οι μορφές ποιητών που ήταν, ήδη, νεκροί όπως ο Κάφκα ή ο Εμπειρίκος. Η τάση αυτή, που χαρακτηρίζει τις τελευταίες του ποιητικές συλλογές, ίσως να συνιστά τη μετουσίωση της ίδιας της προετοιμασίας του θανάτου μα και της ουσιαστικής αποτίμησης της ποιητικής του πορείας, της ειλικρινούς αξιολόγησης του ίδιου του του εαυτού. Η σαχτουρική ποίηση συνιστά μία εξαιρετικά ιδιάζουσα περίπτωση, κάτι το οποίο έγκειτο σε έναν ακόμα παράγοντα: Η υποκειμενική «ματιά» και θεώρηση του –ποιητική για τον κόσμο– είναι σε θέση να προσφέρει σφαιρικές και αντικειμενικές προσλαμβάνουσες στους δέκτες, αφού για τον Σαχτούρη ο υπαρκτός κόσμος δεν συνιστούσε μία ενιαία «οντολογική ύπαρξη». Η αντιφατική και υπαρξιστικά φιλοσοφική θεώρηση του κόσμου που διαρκώς επαναπροσδιορίζεται ανάμεσα στο δίπολο υποκειμενικού και αντικειμένου συνιστά ένα ακόμα ειδοποιό χαρακτηριστικό της ποίησης και της ποιητικής του Σαχτούρη. Ακόμα, η έννοια του χρόνου κατέχει έναν ρόλο δεσποτικό στα τελευταία έργα του ποιητή, κάτι που πιθανότατα συσχετίζεται με την προαναφερθείσα ανάγκη της αποτίμησης αλλά και της εν δυνάμει προετοιμασίας.
Ο Μίλτος Σαχτούρης, ο κατεξοχήν ποιητής της καθημαγμένης ανθρώπινης υπάρξεως, άφησε πίσω του μία εξαιρετικά ιδιαίτερη εργογραφία, γεμάτη με ενδιαφέρουσες αντιφάσεις, φιλοσοφικές προσλαμβάνουσες και υψηλά νοήματα. Η εντυπωσιακή αφοσίωση του ποιητή στο έργο του, το πάθος με το οποίο έγραφε και η συμβολιστική χροιά που διέπει ολόκληρη τη λογοτεχνική του παραγωγή, τον καθιστούν ως μία ιδιάζουσα μορφή των γραμμάτων, πάντοτε διαθέσιμη για ανάλυση, επαναπροσδιορισμό και ανανοηματοδότηση.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Μίλτος Σαχτούρης, greek-language.gr, διαθέσιμο εδώ