Της Γεωργίας Κυριακοπούλου,
Η αντιπαράθεση Ηνωμένων Πολιτειών και Σοβιετικής Ένωσης στα Βαλκάνια και τη Μεσόγειο «διασταυρώθηκε» με τις εμφύλιες συγκρούσεις στην Ελλάδα. Κατά τη διάρκεια της κατοχής και εντονότερα μετά την απελευθέρωση, η Ελλάδα ταλανιζόταν από έναν αδυσώπητο εμφύλιο πόλεμο ανάμεσα στους κομμουνιστές αντάρτες του ΕΛΑΣ και τις δυνάμεις που ήταν προσκείμενες στις προπολεμικές κυβερνήσεις. Ωστόσο, η χώρα δεν μπορούσε να στραφεί προς την ανασυγκρότηση γιατί επικρατούσε έντονη πολιτική αβεβαιότητα. Το σημαντικότερο πρόβλημα ήταν η αποστράτευση των ένοπλων σωμάτων, τακτικών και αντάρτικων, που τελικά οδήγησε τον Δεκέμβριο του 1944 σε δεινή εμφύλια διαμάχη στο κέντρο της Αθήνας.
Τα «Δεκεμβριανά» διήρκησαν περίπου έναν μήνα, με πολλά θύματα, και κατέληξαν τελικά σε ανακωχή στις 12 Φεβρουαρίου του 1945. Έπειτα αρχίζει η δεύτερη και δραματικότερη φάση του εμφυλίου που κύλησε τη χώρα ακόμα βαθύτερα στο χάος, ενώ τα πολιτικά πάθη που κληροδότησε στην πολιτική κοινωνία θα στιγματίσουν την πορεία της Ελλάδας για δεκαετίες. Την ίδια περίοδο το ζήτημα της επαναφοράς της βασιλείας αποτελούσε βασικό στόχο της Βρετανικής παρέμβασης στις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις. Την 1η Σεπτεμβρίου 1946, γίνεται δημοψήφισμα για την παλινόρθωση της μοναρχίας και μετά το θετικό αποτέλεσμα στις 28 Σεπτεμβρίου, ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ επιστρέφει στην Ελλάδα.
Η ανησυχητική κατάσταση της χώρας, που απεικονιζόταν έντονα σε μια σειρά τηλεγραφημάτων, ώθησε τον Dean Gooderham Acheson, υφυπουργό εξωτερικών των ΗΠΑ, να προετοιμάσει ένα σημείωμα για τον νέο Υπουργό Εξωτερικών. Σε αυτό το έγγραφο της 21ης Φεβρουαρίου, επεσήμανε ότι «περιοχές υπό τον έλεγχο ανταρτών αυξάνονται και αν δεν δοθεί επείγουσα άμεση υποστήριξη στην Ελλάδα, θα ήταν πιθανό ότι η ελληνική κυβέρνηση θα ανατρεπόταν και ένα ολοκληρωτικό καθεστώς της ακρό-αριστεράς θα ήταν σύντομα στην εξουσία». Η απόφαση να βοηθήσουν την Ελλάδα ουσιαστικά είχε ωριμάσει στο μυαλό των Αμερικανών αξιωματούχων. Αυτό που έκανε ο επικείμενος τερματισμός της βρετανικής υποστήριξης, ήταν να εντείνει την αίσθηση έκτακτης ανάγκης που φαινόταν να αναπτύσσεται στο Υπουργείο Εξωτερικών.
Ωστόσο, στις αρχές του 1947 οι Ηνωμένες Πολιτείες ανακοίνωσαν την πρόθεσή τους να αναλάβουν ενεργό ρόλο στην Ελλάδα με το Δόγμα Τρούμαν. Ένας από τους πρακτικούς στόχους του Δόγματος Τρούμαν ήταν να επανεξοπλίσει την Ελλάδα και την Τουρκία, οικονομικά και στρατιωτικά. Ο στόχος ήταν να αποτρέψει την πτώση τους στη Σοβιετική σφαίρα, ώστε να αποτελέσουν ανάχωμα σε ενδεχόμενες σοβιετικές επεκτατικές τάσεις προς την Μεσόγειο και την Εγγύς Ανατολή. Το Δόγμα Τρούμαν αποτέλεσε το εναρκτήριο βήμα μιας πολιτικής που ένωσε ουσιαστικά τη μεταπολεμική Ελλάδα με τον δυτικό κόσμο. Όλα τα έθνη της δύσης έπρεπε να συσπειρωθούν σε ένα πιο συνεκτικό μπλοκ υπό την ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών με στόχο την αποτροπή της κομμουνιστικής διείσδυσης. Με την ομιλία του, της 12ης Μαρτίου 1947, ο Χάρυ Τρούμαν είπε πως «η ίδια η ύπαρξη της Ελλάδας σαν κράτος απειλείται σήμερα από την τρομοκρατική δράση χιλιάδων ενόπλων κομμουνιστών. Εάν πέσει η Ελλάδα στα χέρια μιας ένοπλης μειοψηφίας θα παρασύρει την πτώση της και τη γειτονική Τουρκία. Η σύγχυση και οι ταραχές θα επεκταθούν σε όλη τη Μέση Ανατολή».
Έτσι, η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών αποφασίζει να ζητήσει από το Κογκρέσο να εγκρίνει ένα ετήσιο πρόγραμμα οικονομικής βοήθειας προς την Ελλάδα και την Τουρκία, συνολικού ύψους 400 εκατομμυρίων δολαρίων, προκειμένου οι δύο χώρες να διατηρήσουν την εθνική τους ακεραιότητα. Την ίδια περίοδο, εφαρμόστηκε και το Σχέδιο Μάρσαλ, από τον Αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών Τζορτζ Μάρσαλ, το οποίο αποσκοπούσε στην παροχή βοήθειας στις κατεστραμμένες από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο χώρες της Ευρώπης για την ανόρθωσή τους. Η χώρα μας έλαβε συνολικά υπό μορφή δωρεών, 706.7 εκατομμύρια δολάρια.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν γίνει ο νέος προστάτης της Ελλάδας και ο εγγυητής των συνόρων της, κατά μήκος του «Σιδηρού Παραπετάσματος». Η Ανατολική Μεσόγειος είχε σημαντική οικονομική και στρατηγική αξία, με την Ελλάδα και την Τουρκία να αποτελούν το μοναδικό εμπόδιο στη Σοβιετική επιρροή στην περιοχή αυτή. Αυτό που κυρίως πρέπει να υπογραμμιστεί είναι η διαχρονικότητα της υψηλής στρατηγικής της Αμερικής. Ο ακρογωνιαίος λίθος των αμερικανικών συμφερόντων βρίσκεται στην προώθηση τους, και σε περίπτωση επίθεσης στις Ηνωμένες Πολιτείες, η επιτακτική ανάγκη της πλήρους εξόντωσης του αντιπάλου καθίσταται πρωταρχική.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Δερτιλής, Γιώργος (2018), Ιστορία της νεότερης και σύγχρονης Ελλάδας 1750-2015, Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης
- Burns, E.M. (2020), Ευρωπαϊκή Ιστορία, ο Δυτικός Πολιτισμός: Νεότεροι Χρόνοι, Αθήνα: Εκδόσεις Επίκεντρο.