Της Ιωάννας Μέγα,
Η διγλωσσία αναφέρεται ως η χρήση δύο (ή περισσοτέρων) γλωσσών: μιας μητρικής γλώσσας και μιας δεύτερης γλώσσας. Η διγλωσσία μπορεί να ταξινομηθεί ως η ικανότητα των ατόμων να επικοινωνούν, χρησιμοποιώντας δύο γλώσσες, είτε ενεργά χρησιμοποιώντας ομιλία ή ακρόαση είτε παθητικά χρησιμοποιώντας γραφή, ανάγνωση ή ακρόαση. Η γλώσσα έχει τη δύναμη να διαμορφώνει τη γνώση, τη συμπεριφορά, ακόμα και τη μορφή και τη λειτουργία του εγκεφάλου. Κατά συνέπεια, η εκτεταμένη εμπειρία διαχείρισης πολλών γλωσσών μπορεί να επηρεάσει τις γνωστικές διαδικασίες, καθώς και τους νευρικούς συσχετισμούς τους. Ένα από τα πιο συναρπαστικά ευρήματα στη νευροεπιστήμη είναι ότι ο εγκέφαλος δεν είναι άκαμπτος, αλλά ευέλικτος και ευαίσθητος στην εμπειρία. Έρευνες αποδεικνύουν με συνέπεια ότι το περιβάλλον μπορεί να επηρεάσει τον εγκέφαλο, τροποποιώντας τη φυσική του δομή και τη λειτουργική του οργάνωση καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Αυτό το φαινόμενο είναι γνωστό ως νευροπλαστικότητα. Η υπόθεση της νευροπλαστικότητας υποστηρίζει ότι ο εγκέφαλος προσαρμόζεται συνεχώς στο περιβάλλον. Αυτές οι δομικές και λειτουργικές αλλαγές μπορεί να προκύψουν από αναπτυξιακές διαδικασίες, μάθηση, εμπειρία ή αντιδράσεις σε τραυματισμό.
Διαφέρει ο εγκέφαλος των δίγλωσσων από τον εγκέφαλο των μονόγλωσσων;
Στην πραγματικότητα, όταν ένα δίγλωσσο άτομο ακούει λέξεις σε μια γλώσσα, ενεργοποιείται και η άλλη γλώσσα. Οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι ο εγκέφαλος των δίγλωσσων προσαρμόζεται σε αυτή τη συνεχή συν ενεργοποίηση δύο γλωσσών και, επομένως, είναι διαφορετικός από τον εγκέφαλο των μονόγλωσσων. Η νευρική πλαστικότητα, η ικανότητα του εγκεφάλου να προσαρμόζεται στο περιβάλλον και τις νέες εμπειρίες είναι ζωτικής σημασίας για τη γνωστική λειτουργία. Έχει παρατηρηθεί πως τα δίγλωσσα άτομα συνήθως αποδίδουν καλύτερα από τους μονόγλωσσους σε εργασίες που απαιτούν αναστολή, προσοχή, προσμονή, παρακολούθηση και εναλλαγή εργασιών.
Πώς, όμως, η γνώση περισσότερων της μίας γλώσσας επηρεάζει τον εγκέφαλο και τη γνωστική λειτουργία;
Έρευνες διεξήγαγαν το συμπέρασμα ότι οι δίγλωσσοι, ακόμα και αυτοί που είναι αναλφάβητοι, αναπτύσσουν συμπτώματα άνοιας σημαντικά αργότερα από τα μονόγλωσσα άτομα. Ας αναλύσουμε τι συμβαίνει στους εγκεφάλους των δίγλωσσων ατόμων. Η εμπειρία των δίγλωσσων ατόμων, που απαιτείται να δίνουν προσοχή σε πολλαπλές πηγές εισροής σε διάφορα γλωσσικά πλαίσια, τους καθιστά προσαρμοστικούς για να αποδεσμεύουν γρήγορα την προσοχή τους από τα διάφορα ερεθίσματα μόλις τα επεξεργαστούν, έτσι ώστε να μπορούν να προσελκύουν εκ νέου την προσοχή τους στα επί του παρόντος σχετικά ερεθίσματα. Σε μελέτες στις οποίες συμμετείχαν δίγλωσσα και μονόγλωσσα άτομα, οι συμμετέχοντες ολοκλήρωσαν ένα τεστ για να μελετήσουν την ικανότητά τους να αλλάζουν μεταξύ διαφόρων τύπων ερεθισμάτων όπου απαιτούνταν διαφορετικές αποκρίσεις. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι δίγλωσσοι ήταν πιο γρήγοροι στο να αποσπάσουν την προσοχή τους από μια δοκιμή, ώστε να μπορούν να επικεντρωθούν στην επόμενη δοκιμή όταν απαιτούνταν διαφορετική απάντηση. Καθώς αυτή η ικανότητα συμβάλλει στη δια βίου γνωστική υγεία, οι δίγλωσσοι μπορεί να έχουν σαφές πλεονέκτημα. Η διγλωσσία μπορεί να θεωρηθεί ως άσκηση εμπλουτισμού που συμβάλλει στη νευροπλαστικότητα. Άτομα με υψηλότερο γνωστικό απόθεμα μπορεί να αντέξουν περισσότερη νευροπαθολογία και να καθυστερήσουν τη γνωστική τους έκπτωση. Ωστόσο, οι υποκείμενοι μηχανισμοί της διγλωσσίας για την προστασία από τη γνωστική έκπτωση είναι ακόμη ασαφείς.
Μπορεί η διγλωσσία να καθυστερήσει την εμφάνιση της Άνοιας;
Η διγλωσσία προωθεί την προστασία έναντι της γνωστικής έκπτωσης που σχετίζεται με την ηλικία. Μελέτες έχουν αποδείξει πως τα δίγλωσσα άτομα υπερτερούν των μονόγλωσσων σε τεστ εκτελεστικής λειτουργίας, όπως ο γνωστικός έλεγχος, η μνήμη, η αναστολή και η προσοχή. Η διγλωσσία δρα ως ευεργετικός περιβαλλοντικός παράγοντας που συμβάλλει στην προστασία από τη γνωστική έκπτωση. Ουσιαστικά, μπορεί να θεωρηθεί ως μια «φαρμακολογική παρέμβαση» χωρίς παρενέργειες. Οι μελέτες υποδεικνύουν ότι η διγλωσσία σχετίζεται με καθυστερημένη έναρξη της κλινικής εμφάνισης της άνοιας, αλλά όχι με μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης ή μειωμένη συχνότητα εμφάνισης άνοιας. Τα νευροπροστατευτικά αποτελέσματα της δια βίου διγλωσσίας δρουν τόσο κατά των νευροεκφυλιστικών διεργασιών, όσο και μέσω της διαμόρφωσης της συνδεσιμότητας των δικτύων του εγκεφάλου. Μελέτες που διερεύνησαν τη σχέση μεταξύ διγλωσσίας και εμφάνισης άνοιας αποκάλυψαν κατά μέσο όρο 4,5 χρόνια στην καθυστέρηση εμφάνισης της άνοιας μεταξύ των δίγλωσσων.
Συμπερασματικά, όλο και περισσότερα στοιχεία δείχνουν ότι η εκμάθηση περισσότερων της μίας γλώσσας βελτιώνει αποτελεσματικά τη νοητική απόδοση πέρα από το γλωσσικό πεδίο. Η διγλωσσία φαίνεται να έχει αντίκτυπο στη γνωστική λειτουργία σε όλες τις ηλικίες. Επιπλέον, η διγλωσσία έχει θεωρηθεί από πολλούς επιστήμονες ως μια ισχυρή, ασφαλής και φθηνή θεραπεία, χωρίς παρενέργειες που καθυστερεί τα συμπτώματα της άνοιας, αλλά όχι την ίδια τη νόσο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Bilingualism: What happens in the brain?, Medical News Today. Διαθέσιμο εδώ
- Consequences of multilingualism for neural architecture, PubMed. Διαθέσιμο εδώ
- Why being bilingual works wonders for your brain, The Guardian. Διαθέσιμο εδώ
- Bilingualism: A Global Public Health Strategy for Healthy Cognitive Aging, PubMed. Διαθέσιμο εδώ
- Lifelong Bilingualism Functions as an Alternative Intervention for Cognitive Reserve Against Alzheimer’s Disease, PubMed. Διαθέσιμο εδώ
- Lifelong bilingualism and mechanisms of neuroprotection in Alzheimer dementia, PubMed. Διαθέσιμο εδώ
- Does Bilingualism Contribute to Cognitive Reserve? Cognitive and Neural Perspectives, PubMed. Διαθέσιμο εδώ