Του Λάμπρου Κουρή,
Στο τρίτο και τελευταίο μέρος του ταξιδιού στην εποχή των Βίκινγκ, όπως γράφει και ο τίτλος του άρθρου, θα γραφούν κάποια τελευταία πράγματα για τους Νορβηγούς βασιλιάδες και θα προχωρήσουμε στη Δανία και τη Σουηδία
Μετά τον θάνατο του Κανούτου, το 1035 μ.Χ., τον διαδέχεται ο Magnus Α΄ Olafsson, γνωστός και ως ο Καλός. Νόθος γιός του Αγίου Olaf, Μεγάλωσε στη Ρωσία από τα τέσσερά του χρόνια. Το 1035, οι Νορβηγοί ευγενείς έδιωξαν τον γιο του Κανούτου, τον Svein Cnutson και εξέλεξαν τον Magnus. Σαν νέος, ο Magnus πήρε εκδίκηση από όλους όσοι πολέμησαν κατά του πατέρα του, αλλά, όταν μεγάλωσε, απέφυγε βίαιες πράξεις και κέρδισε το προσωνύμιο «Καλός». Όταν ήταν βασιλιάς της Δανίας και της Αγγλίας ο Χαρθακανούτος, ήθελε και το θρόνο της Νορβηγίας, αλλά δέχτηκε την κυριαρχία του Magnus και συμφώνησαν ότι αυτός που θα επιζήσει, θα πάρει και τη Νορβηγία και τη Δανία. Τελικά, ο Χαρθακανούτος πέθανε το 1042 και ο Magnus έγινε βασιλιάς και της Δανίας και διόρισε αντιβασιλέα τον Svein Estridsson, ο οποίος σύντομα αμφισβήτησε την κυριαρχία του Magnus. Ο Magnus είχε την υποστήριξη των περισσότερων Δανών, οι οποίοι ήθελαν βοήθεια κατά των Βένδων, μιας Σλαβικής φυλής. Είχε απανωτές νίκες κατά του Svein.
Όταν ο θείος του Magnus, ο Harald Γ΄, επέστρεψε από την Κωνσταντινούπολη, οι δυο άντρες συμφώνησαν να μοιραστούν το βασίλειο. Το 1047, ο Magnus πέθανε κατά τη διάρκεια μιας εκστρατείας κατά της Δανίας. Έτσι, ο Harald έμεινε μόνος. Ο Harald Γ΄, γεννήθηκε το 1015 και ήταν γιός του Sigurd Syr και της Estrid, μητέρας του Olaf Haraldson. Πολέμησε στη μάχη του Stiklestad και μετά έφυγε στη Ρωσία, υπηρετώντας τον Μέγα Πρίγκιπα Γιαροσλάβο τον Σοφό, του οποίου την κόρη, Σοφία, παντρεύτηκε. Επίσης, ήταν Βάραγγος στην υπηρεσία του Αυτοκράτορα Μιχαήλ Τέταρτου, πολεμώντας στη Σικελία και τη Βουλγαρία και ίσως να έκανε ταξίδι στην Ιερουσαλήμ.
Όταν έγινε ο μοναδικός βασιλιάς της Νορβηγίας, ξόδεψε 15 χρόνια για να πάρει το θρόνο της Δανίας. Νίκησε τον Svein στη μάχη του Niz, το 1062, αλλά οι δυο βασιλιάδες αναγνώρισαν την κυριαρχία του καθενός στα αντίστοιχα βασίλειά τους. Είχε, επίσης, έριδες με τον Πάπα Αλέξανδρο τον Δεύτερο και τον Αρχιεπίσκοπο Αδαλβέρτο της Βρέμης και Βικάριο του Αγίου Ρωμαίου Αυτοκράτορα για τις Σκανδιναβικές χώρες. Ανταγωνίστηκε και τους δυο άντρες, διατηρώντας την ανεξαρτησία της Νορβηγικής Εκκλησίας. Ο Harald επεξέτεινε τις κτήσεις της Νορβηγίας στα νησιά Shetland, Orkney και Εβρίδες. Το 1066 προσπάθησε να κατακτήσει την Αγγλία, συμμαχώντας με τον επαναστάτη άρχοντα Tostig κατά του βασιλιά Harold Godwinson. Μετά από αρχικές νίκες, ο Άγγλος βασιλιάς τον πολέμησε στη γέφυρα του Stamford και τον νίκησε. Η μάχη έγινε τον Σεπτέμβριο του 1066. Έτσι τελείωσε η εποχή των Βίκινγκς για τη Νορβηγία.
Τώρα προχωράμε στους βασιλιάδες της Δανίας, πολλοί από τους οποίους, στην περίοδο που μας ενδιαφέρει, είναι κοινοί με τους βασιλιάδες της Νορβηγίας. Πρώτος βασιλιάς της Δανίας ήταν ο Gorm ο Γηραιός, γνωστός και ως Υπναράς. Βασίλεψε από το 936 και πέθανε το 958. Έδρα του ήταν το Jelling, από όπου πήραν το όνομά τους οι βράχοι του Jelling. Ένας βράχος του Jelling ήταν προς τιμήν της γυναίκας του Gorm, της βασίλισσας Thyra. Ήταν γιος του ημιμυθικού Δανού βασιλιά Χαρθακανούτου. Ο χρονικογράφος Adam της Βρέμης λέει ότι ο Χαρθακανούτος ήρθε από τη Northmania στη Δανία και πήρε τον θρόνο από το νεαρό βασιλιά Sigtrygg Gnupasson. Η Heimskringla αναφέρει ότι πήρε τουλάχιστον ένα μέρος του βασιλείου από τον Gnupa και ο Adam λέει ότι το βασίλειο είχε χωριστεί πριν από την εποχή του Gorm. Ο Gorm θεωρείται παλαιός γιατί ήταν η κεφαλή της Δανικής μοναρχίας.
Το προσωνύμιο Παλαιός ήταν απλά ένα προσωνύμιο και όχι το κανονικό του επίθετο. Στην Gesta Danorum, ο Saxo Grammaticus αναφέρει ότι ο Gorm ήταν πιο παλιός από άλλους μονάρχες και ότι είχε ζήσει τόσο πολύ, που ήταν τυφλός, όταν ο γιός του Knut πέθανε. Επόμενος βασιλιάς ήταν ο Harald Κυανόδοντας. Ήταν γιος του Gorm και η πρώτη σημαντική φιγούρα στον βασιλικό οίκο με κέντρο το Jelling, στη Βόρεια Γιουτλάνδη. Ολοκλήρωσε τον εκχριστιανισμό της Δανίας και κατέκτησε τη Νορβηγία. Όταν βαφτίστηκε Χριστιανός, περίπου το 960, ο τάφος του πατέρα του, από παγανιστικός, έγινε χριστιανικός. Η επέκταση του βασιλείου, που άρχισε με τον Harald, συνεχίστηκε από τον γιό του, τον Svein Α΄. Για την εξιστόρηση των γεγονότων από τον Svein Α΄ και μετά, δείτε το δεύτερο άρθρο και την αρχή του τρίτου.
Δεν γίνεται να μιλάμε για τη Σκανδιναβία και να μην αναφέρουμε τη Σουηδία και τους δικούς της βασιλιάδες. Ο πρώτος βασιλιάς της Σουηδίας είναι ο Erik ο Νικηφόρος. Βασίλεψε από το 970, μέχρι το 995, όμως το γεγονός ότι θεωρείται ο πρώτος βασιλιάς της Σουηδίας αμφισβητείται, γιατί ο γιος του ήταν ο πρώτος που δέχτηκαν στο Svear και στην περιοχή Gotar. Μερικές φορές αναφέρεται ως Erik ΣΤ΄, αλλά δεν ξέρουμε αν υπήρχαν άλλοι βασιλιάδες πριν από αυτόν με το ίδιο όνομα. Η αρχική του περιοχή εξουσίας ήταν στην Uppland και στις γύρω περιοχές. Πήρε το όνομα Νικηφόρος, γιατί απώθησε μια εισβολή από το νότο κοντά στην Uppsala. Το πλήρες εύρος του βασιλείου του είναι άγνωστο. Σύμφωνα με τον Adam της Βρέμης, ήλεγχε για σύντομο χρονικό διάστημα τη Δανία, μετά από νίκη κατά του Svein. Επίσης, είναι πολύ πιθανό να ίδρυσε την πόλη Sigtuna, η οποία υπάρχει ακόμα, και στην οποία φτιάχτηκαν τα πρώτα Σουηδικά νομίσματα για τον γιό του, Olof Skotkonung. Εμφανίζεται και στα Σκανδιναβικά Έπη, στα οποία αναφέρεται ότι ήταν γιός του Bjorn Eriksson και ότι βασίλεψε μαζί με τον αδερφό του, Olof.
Ακόμη, τα Έπη λένε ότι γυναίκα του ήταν η μη πραγματική Sigrid, κόρη του θρυλικού Skagul Toste. Τη χώρισε και της έδωσε τη Gotaland για γη. Σύμφωνα με το Έπος του Eymund, πήρε άλλη γυναίκα, την Aud, κόρη του Haakon Sigurdsson, ηγέτη της Νορβηγίας. Τέλος, σύμφωνα με τον Adam της Βρέμης, βαφτίστηκε Χριστιανός, αλλά το ξέχασε μόλις επέστρεψε στη Σουηδία. Επόμενος ήταν ο Olaf Skotkonung. Ήταν αυτός που προσπάθησε να επιβάλλει τον Χριστιανισμό στη Σουηδία, κάτι στο οποίο εναντιώθηκαν οι τοπικοί Σουηδοί αριστοκράτες. Μητέρα του ήταν η Gunhild, αδερφή του Boleslav της Πολωνίας. Εναντιώθηκε στην ανάπτυξη ενός ισχυρού Νορβηγικού κράτους και συμμάχησε με τον Svein Α΄ της Δανίας και τους συμμάχους του κατά της Νορβηγίας περίπου το 1000 μ.Χ. Πάντρεψε τις αδερφές του με τον άρχοντα Svein, έναν Δανό αντιβασιλέα στη Νορβηγία και με τον βασιλιά Olaf Haraldsson. Πάντρεψε την κόρη του, Ingigerd, με τον Γιαροσλάβο του Κιέβου. Ήταν ο πρώτος Σουηδός βασιλιάς που έκοψε νόμισμα και η ζωή του εξιστορείται στα Σκανδιναβικά Έπη του 13ου αιώνα. Μετά τον Olaf, ήταν ο Anund Jakob. Σύμφωνα με το νόμο των Δυτικών Γότθων, είχε το όνομα Kolbranna, γιατί είχε τη συνήθεια να καίει τα σπίτια των αντιπάλων του. Πολιτική του ήταν η ισορροπία δυνάμεων στη Σκανδιναβία και γι’ αυτό υποστήριξε τους βασιλιάδες Olaf και Magnus κατά του Knut της Δανίας.
Η βασιλεία του υπολογίζεται μεταξύ 1022 και 1050. Τον διαδέχτηκε ο Emund ο Γηραιός. Σύμφωνα με το νόμο της Δυτικής Γιουτλάνδης, οριοθέτησε τα σύνορα μεταξύ Σουηδίας και Δανίας και ότι ήταν δυσάρεστος χαρακτήρας, όταν έβαζε κάτι στο μυαλό του. Ήταν ο τελευταίος βασιλιάς της Δυναστείας Munso, αφού τον διαδέχτηκε ο γαμπρός του, Stenkil. Ο Stenkil ήταν ο πρώτος βασιλιάς της δεύτερης δυναστείας της Σουηδίας. Υποστήριξε τον εκχριστιανισμό της Σουηδίας, αλλά εμπόδισε την καταστροφή του ναού στην Uppsala, φοβούμενος την κατακραυγή των παγανιστών. Συνδεόταν με τον προηγούμενο βασιλιά μέσω του γάμου, αφού παντρεύτηκε την κόρη του. Η βασιλεία του άρχισε το 1060 και τελείωσε το 1066, ακριβώς στη χρονιά που τελειώνει και η ιστορία των Βίκινγκς.
Έτσι, φτάσαμε στο τέλος μια ενδιαφέρουσας περιόδου του Μεσαίωνα. Από τη λατρεία του θεού του κεραυνού στην Αγία Τριάδα και από μικρές περιοχές εξουσίας, σε οργανωμένα κράτη.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Stenkil, 1066.co.nz, Διαθέσιμο εδώ
- Emund the Old, 1066.co.nz, Διαθέσιμο εδώ
- Anund Jacob, 1066.co.nz, Διαθέσιμο εδώ
- Magnus I Olafsson, britannica.com, Διαθέσιμο εδώ
- Harald III Sigurdsson, britannica.com, Διαθέσιμο εδώ
- Gorm the Old, 1066.co.nz, Διαθέσιμο εδώ
- Harald I, britannica.com, Διαθέσιμο εδώ
- Eric the Victorious, 1066.co.nz, Διαθέσιμο εδώ
- Olaf, britannica.com, Διαθέσιμο εδώ