Της Γεωργίας Σκαμπελτζή,
«Καυτό» είναι το φετινό καλοκαίρι για τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α., καθώς μετά τη συντριπτική ήττα στις Εθνικές Εκλογές και την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα, άνοιξε ο δρόμος για την επόμενη μέρα. Έχουν πια ληφθεί οι αποφάσεις αναφορικά με τον «οδικό χάρτη» της εκλογής νέας ηγεσίας του κόμματος, έχοντας υπάρξει, μάλιστα, κάποιες διαφωνίες από ορισμένα στελέχη που αντιπρότειναν να μετατεθούν οι διαδικασίες μετά τη διεξαγωγή των Αυτοδιοικητικών Εκλογών. Στις 3 Σεπτεμβρίου θα συγκληθεί το Διαρκές Συνέδριο του κόμματος και, στη συνέχεια, στις 10 και 16 (εφόσον χρειαστεί η διεξαγωγή δεύτερου γύρου) του ίδιου μήνα θα πραγματοποιηθούν οι εκλογές για την ανάδειξη προέδρου, μια μέρα ιδιαίτερα σημαντική, καθώς θα σημάνει τη νέα εποχή στην οποία θα περάσει το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Μένει να δούμε εάν η μετάβαση θα έχει θετικά ή αρνητικά αποτελέσματα.
Μέχρι αυτή τη στιγμή τέσσερις είναι οι διεκδικητές της προεδρίας: Έφη Αχτσιόγλου, Ευκλείδης Τσακαλώτος, Στέφανος Τζουμάκας και Νίκος Παππάς, οι οποίοι συμφώνησαν σε συνάντησή τους στα γραφεία της Κουμουνδούρου για τη διεξαγωγή μιας τηλεμαχίας – αν και η πρόταση του Νίκου Παππά ήταν να πραγματοποιηθούν δύο. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η διεξαγωγή του αναμένεται να υλοποιηθεί στις αρχές Σεπτεμβρίου, μεταξύ του Διαρκούς Συνεδρίου και του πρώτου γύρου των εκλογών, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα συμμετοχής νέου υποψηφίου, εφόσον δεν έχουν «κλείσει» οι υποψηφιότητες, καθώς θα επικυρωθούν στις 3 του Σεπτέμβρη.
Όσον αφορά το ζήτημα εκείνων οι οποίοι θα έχουν το δικαίωμα ψήφου, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος προτείνει η διαδικασία να μείνει ως έχει, δηλαδή να ψηφίσουν μόνο όσοι είναι εγγεγραμμένα μέλη του κόμματος και όχι οι «φίλοι». Στόχος και των τεσσάρων υποψηφίων είναι η διεύρυνση του κόμματος και η διάχυση της ιδεολογίας του σε μεγαλύτερο κοινό, δίνοντας ο καθένας τα δικά του χαρακτηριστικά σε σχέση με την απεύθυνση προς τους πολίτες. Είτε πρόκειται για όλους όσοι έχουν απογοητευθεί από την Κυβέρνηση της Ν.Δ. (Αχτσιόγλου), είτε σε ευρύ κοινό (Τσακαλώτος), είτε κάνοντας άνοιγμα από την Αριστερά έως το Προοδευτικό Κέντρο (Παππάς).
Το πρώτο μεγάλο στοίχημα που πρέπει να κερδίσει ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α., αν θέλει να χαρακτηρίζεται κόμμα εξουσίας, όπως ευαγγελίζεται, είναι να πετύχει μεγάλη συμμετοχή στις εσωκομματικές κάλπες, τόσο για να εξαχθούν συμπεράσματα για τη δυναμική του στην κοινωνία όσο και για να δοθεί ισχυρότερη στήριξη στη/στον νέα-ο πρόεδρο. Ακολουθεί, όμως, σε λιγότερο από έναν μήνα από την εκλογή προέδρου η μονομαχία σε επίπεδο Δήμων και Περιφερειών, όπου θα είναι ένα πρώτο τεστ για τις δυνάμεις του κόμματος πανελλαδικά, σε μια περίοδο που η Νέα Δημοκρατία επιθυμεί να διατηρήσει την πρωτοκαθεδρία της και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. να ενισχύσει τις δυνάμεις του, έχοντας ισχυρά ερείσματα σε ορισμένες περιοχές. Αν, λοιπόν, το κόμμα πέσει στην παγίδα να εστιάσει μόνο στα εσωκομματικά ζητήματα για τη νέα ηγεσία, δεν θα υπάρξει χρόνος και κατάλληλος σχεδιασμός για την επανάκτηση των δυνάμεών του σε επίπεδο αυτοδιοίκησης -οι οποίες δεν ήταν ιδιαίτερα ισχυρές ακόμη και κατά την περίοδο της ακμής του.
Αναμένοντας να ξεδιπλώσουν οι «μονομάχοι» την ατζέντα τους, ελπίζουμε ότι δεν θα υποπέσουν στο ατόπημα του λαϊκισμού, στο οποίο το κόμμα είχε επιδοθεί τα τελευταία χρόνια και ότι θα διατηρήσουν τον πολιτικό πολιτισμό που απαιτείται –και δεν είναι δεδομένος στον χώρο τους. Έτσι θα μπορέσει να καταστεί μεγάλο γεγονός της πολιτικής σκηνής και να προσελκύσει μεγαλύτερο αριθμό πολιτών –κάτι που τη συγκεκριμένη στιγμή δεν θεωρείται αυτονόητο. Διαφορετικά, ο δρόμος για τη συρρίκνωση και την επαναφορά στην πρότερη κατάσταση του 3%. Μέχρι στιγμής, πάντως, η κούρσα της διαδοχής δεν φαίνεται να έχει τόσο ενδιαφέρον: το αφήγημα των προηγούμενων ετών περί ευημερίας έχει πανηγυρικά εκλείψει, ενώ πλέον το «χαρτί» που παίζει το κόμμα είναι η ορθότερη διαχείριση των ζητημάτων.