Του Λάμπρου Κουρή,
Συνεχίζοντας από το πρώτο μέρος, σε αυτό το άρθρο θα παρουσιαστούν τα γεγονότα της Ιστορίας των Σκανδιναβών μέχρι την κατάκτηση της Αγγλίας από τους Νορμανδούς. Θα καταγραφούν ονόματα διάσημων προσωπικοτήτων της Σκανδιναβίας και οι ιστορίες τους.
Για αρχή, θα εστιάσουμε στους Βασιλιάδες της Νορβηγίας, από τον Harald τον Καλλίκομμο μέχρι τον Harald Hardrada. Ο πρώτος Βασιλιάς της Νορβηγίας, όπως ειπώθηκε, ήταν ο Harald ο Καλλίκομμος, ο οποίος ένωσε τα μικρότερα βασίλεια της Νορβηγίας. Γεννήθηκε περίπου το 860 μ.Χ. και πέθανε περίπου το 940. Βασίλεψε από το 930 μέχρι το 933, και ήταν γιος του Halfdan του Μαύρου και ιδρυτής της δυναστείας των Yngling. Διαδέχθηκε τον πατέρα του όταν ήταν 10 ετών. Μπόρεσε να αρχίσει τις κατακτήσεις μετά από μια συνθήκη με τον Hakon του Lade, τελειώνοντας στη μάχη του Hafrsfjord. Η φορολογία και οι κατακτήσεις του οδήγησαν πολλούς άρχοντες να φύγουν από τη Νορβηγία για τη Βρετανία και τα γύρω νησιά και, ίσως, την Ισλανδία. Παράλληλα, Πλούτισε μέσω του εμπορίου, αλλά κυβέρνησε μέσω κατώτερων αρχόντων. Για τον Harald γνωρίζουμε από τα ισλανδικά ποιήματα του 13ου αιώνα και από ιστορικά έργα αμφίβολης ποιότητας, ένα από τα οποία είναι το Heimskringla του Snorri Sturluson.
Επόμενος είναι ο Erik ο Ματωμένος Πέλεκυς. Ήταν Βασιλιάς της Νορβηγίας μέχρι το 935 και της Νορθουμβρίας το έτος 948 και από το 952 μέχρι το 954. Προσπάθησε να γίνει ο μοναδικός Βασιλιάς σκοτώνοντας τους αδερφούς του, αλλά η τυραννία του έφερε την αντίδραση των ευγενών, οι οποίοι έφεραν τον Haakon, ο οποίος μεγάλωσε στην Αγγλία. Πολύ πιο μετά, εμφανίστηκε στην Αγγλία το 948, αλλά τον εκδίωξαν την ίδια χρονιά. Επανεμφανίστηκε το 952 και εκδιώχθηκε εκ νέου το 954, όταν ο Βασιλιάς Eadred πήρε τα εδάφη της Νορθουμβρίας. Ο Erik σκοτώθηκε στη μάχη του Stainmore και έτσι «έδυσε» το βασίλειο του York.
Επόμενος είναι ο Haakon ο Καλός. Μεγάλωσε στην Αγγλία ως Χριστιανός και προσπάθησε να εκχριστιανίσει τη Νορβηγία, γεγονός στο οποίο αντιστάθηκαν οι τοπικοί άρχοντες. Με επιτυχία έπεισε τους τοπικούς άρχοντες να προμηθεύσουν το βασίλειο με καράβια για τον στόλο. Επίσης, βοήθησε τις τρεις επαρχίες να αναπτύξουν νομικούς και διοικητικούς κώδικες. Πέθανε στη μάχη, όταν οι γιοι του αδερφού του και προηγούμενου Βασιλιά, με τη βοήθεια της Δανίας, επιτέθηκαν. Οι ιστορικοί του Μεσαίωνα λένε ότι βασίλεψε από το 933 μέχρι το 960. Πιο αξιόπιστες εκτιμήσεις, όμως, αναφέρουν την περίοδο 946 με 961.
Ύστερα, ο Harald Φαιοχίτων βασίλεψε σκληρά και κατά την περίοδο της βασιλείας του σκότωσε δυο μονάρχες στην περιοχή του Όσλο και του Lade. Κάτι που έφερε αντίδραση κατά του προσώπου του ήταν η απαγόρευση της λατρείας των παγανιστικών θεών. Σκοτώθηκε σε μάχη το 970 από τον Haakon, τον γιο του άρχοντα του Lade και με την πανουργία του Harald Κυανόδοντα. Τον διαδέχτηκε ο Haakon Sigurdsson, ο οποίος βασίλεψε περίπου από το 970 μέχρι το 995. Υποστήριξε τον Κυανόδοντα κατά του Γερμανού Αυτοκράτορα Otto, αλλά εναντιώθηκε στις προσπάθειες του Κυανόδοντα να επιβάλλει τον Χριστιανισμό. Η εναντίωση στον Χριστιανισμό του προσέφερε δημοφιλία μεταξύ κάποιων αρχόντων της Νορβηγίας, αλλά η αλαζονεία του έφερε το τέλος του, με τον Olaf Tryggvason να τον διαδέχεται.
Ο Olaf ήταν ο τρισέγγονος του Harald Α΄. Σύμφωνα με το θρύλο, αυτός και η μητέρα του, Astrid, έφυγαν για την αυλή του Μέγα Πρίγκιπα Βαλιντιμίρ του Κιέβου, ώστε να εκπαιδευτεί εκεί. Το 991 συνεχίστηκαν οι επιδρομές στην Αγγλία, στις οποίες πήρε μέρος. Ο Βασιλιάς Ethelred ζήτησε ειρήνη και πλήρωσε μεγάλα ποσά για να φύγουν οι Βίκινγκ, ωστόσο το 994 επέστρεψαν. Μαθαίνοντας για την επανάσταση κατά του Haakon του Μεγάλου, επιστρέφει στη Νορβηγία και τον διαδέχεται. Επέβαλε με τη βία τον Χριστιανισμό στις περιοχές απ’ ευθείας ελέγχου του, την ακτή και τα δυτικά νησιά. Έφερε τον Χριστιανισμό στα νησιά Φερόε, Σέτλαντ, Ισλανδία και Γροιλανδία. Ο Olaf σκοτώθηκε στο Svolder, σε μάχη κατά των Svein, Olaf και Erik του Νορβηγού, το έτος 1000.
Μετά τον Olaf, ο Βασιλιάς της Δανίας Svein έγινε και Βασιλιάς της Νορβηγίας, το 987. Πραγματοποίησε μικρές εισβολές στην Αγγλία το 1003 και 1004. Επέστρεψε στην Αγγλία το 1013, εισβάλοντας και διώχνοντας τον Βασιλιά Ethelred Β΄. Πέθανε λιγότερο από ένα χρόνο μετά. Τον διαδέχτηκε ο Olaf Β΄ Haraldson, όποιος ήταν ο πρώτος Βασιλιάς της Νορβηγίας που την κυβέρνησε αποτελεσματικά. Αύξησε την αποδοχή προς τον Χριστιανισμό, και πολέμησε κατά των Άγγλων το 1009-1011, αλλά και κατά των Δανών το 1013, βοηθώντας τον Βασιλιά Ethelred. Όταν ο Svein άρχισε να νικάει, ο Olaf έφυγε για την Ισπανία και τη Γαλλία και βαφτίστηκε στη Rouen. Μέχρι το 1016, εδραίωσε την κυριαρχία του και μέσα στα επόμενα δώδεκα χρόνια έχτισε τη βάση υποστήριξής του μέσα στην αριστοκρατία. Εν συνεχεία, έλυσε τη διαμάχη του με τον Βασιλιά της Σουηδίας μέχρι το 1019 και συμμάχησε με τον γιο του, όταν ο Βασιλιάς της Αγγλίας και Δανίας Κανούτος απείλησε ότι θα εισβάλει στη Νορβηγία. Ο Κανούτος ανάγκασε τον Olaf να φύγει για τη Ρωσία το 1028 και όταν προσπάθησε να ανακτήσει τη Νορβηγία το 1030, ηττήθηκε στη μάχη του Stiklestad, από έναν στρατό Δανών και Νορβηγών αγροτών. Η δημοφιλία, το εκκλησιαστικό του έργο και οι μύθοι γύρω από τον θάνατό του οδήγησαν στην αγιοποίησή του. Ήταν ο τελευταίος Δυτικός Άγιος που αποδέχτηκε η Ορθόδοξη Εκκλησία.
Μετά από αυτόν, βασίλεψε ο Κανούτος ο Μέγας. Ανέβηκε στο θρόνο της Αγγλίας το 1016, της Δανίας το 1019 και της Νορβηγίας το 1028. Ήταν ο εγγονός του Πολωνού Βασιλιά Mieszko Α΄, από την πλευρά της μητέρας του και γιος του Svein. Είχε συνοδεύσει τον πατέρα του στην εισβολή κατά της Αγγλίας το 1013, κατά την οποία γνώρισε την Aelfgifu, τη μέλλουσα γυναίκα του. Ο Κανούτος και οι άντρες του Lindsay είχαν οργανώσει μια κοινή εξερευνητική αποστολή, αλλά τους εγκατέλειψε για να πάει στη Δανία. Επέστρεψε το 1015 και άρχισε πάλι τις προσπάθειές του με τον Edmund Β΄. Όταν πέθανε ο Aethelred τον Απρίλιο, το αγγλικό συμβούλιο εξέλεξε τον Κανούτο για Βασιλιά, αλλά οι σύμβουλοι που ήταν στο Λονδίνο εξέλεξαν τον Edmund. Ο Κανούτος νίκησε στη μάχη του Ashingdon, στις 18 Οκτωβρίου, αλλά ο Edmund πέθανε στις 30 Νοεμβρίου.
Έτσι, ο Κανούτος έγινε Βασιλιάς ολόκληρης της Αγγλίας. Ως Βασιλιάς και της Αγγλίας έδωσε γαίες σε Δανούς ευγενείς, σκότωσε τον αδερφό του Edmund, Eadwig, και διέταξε να σκοτωθούν επιφανείς Άγγλοι. Ωστόσο, ο Κανούτος δεν κυβέρνησε για πολύ σαν κατακτητής. Μέχρι το 1018, Άγγλοι κατείχαν γαίες στο Wessex και τη Μερκία και κατά την υπόλοιπη βασιλεία του, ανάμεσα στους τρεις συμβούλους του με τη μεγαλύτερη επιρροή, μόνο ένας ήταν Δανός. Θα πρέπει να σημειωθεί πως ήταν υποστηρικτής και δωρητής της Εκκλησίας και έκανε ταξίδι στη Ρώμη με θρησκευτικά και πολιτικά κίνητρα. Όταν οι γιοι του Ethelred ήταν στη Νορμανδία, ο Κανούτος παντρεύτηκε τη μητέρα τους, Έμμα, το 1017. Αγγλικές δυνάμεις τον βοήθησαν να εξασφαλίσει τη θέση του στη Σκανδιναβία το 1019, όταν ο αδερφός του πέθανε, ο Thorkel προκάλεσε ταραχές το 1023 και το 1026, η Νορβηγία και η Σουηδία επιτέθηκαν μαζί στη Δανία. Ο Κανούτος εξαγόρασε την επανάσταση των Νορβηγών γαιοκτημόνων κατά του βασιλιά τους, Olaf Β΄ Haraldsson, ο οποίος εκδιώχθηκε, με τον ίδιο να αποβιώνει το 1035.
Στο επόμενο άρθρο, θα εξιστορηθούν τα γεγονότα σχετικά με τη Νορβηγία μέχρι το 1066 και τους Βασιλιάδες της Δανίας και της Σουηδίας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ