Της Κατερίνας Σφυράκη,
Τελειώνοντας την φοίτηση στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, το άκουσμα της λέξης «πανεπιστήμιο» φάνταζε πιθανότατα ως μια έννοια τελείως απρόσωπη. Δεν ήταν λίγοι/ες οι καθηγητές/τριες, αλλά και τα υπόλοιπα μέλη του στενού κοινωνικού μας κύκλου που παρουσίαζαν την περίοδο φοίτησης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση ως μια εικόνα μεγάλων αμφιθεάτρων, με αμέτρητους/ες φοιτητές/τριες που κατά βάση δεν γνωρίζονται μεταξύ τους και ιδίως, αυστηρούς/ες καθηγητές/τριες που φυσικά δεν έχουν καμία ιδέα για το ποια είναι τα πρόσωπα που τους/τις παρακολουθούν.
Σκεφτείτε κι εσείς, πόσες ήταν οι φορές που αυτή η κλασική και στερεοτυπική εικόνα έφτανε στα αυτιά σας όταν προετοιμαζόσασταν να φύγετε από το περιβάλλον του σχολείου; Μάλλον, διόλου λίγες. Πράγματι, σε έναν μεγάλο αριθμό πανεπιστημιακών τμημάτων η εικόνα αυτή βρίσκει αντίκρισμα, ιδίως στα τμήματα τα οποία φιλοξενούν μεγάλο αριθμό φοιτητών/τριών ανά έτος. Ως ένα εν μέρει αναμενόμενο αποτέλεσμα προκύπτει συχνά η στροφή στην «καθηγητοκεντρική» εκπαίδευση, όπου οι παραδόσεις των μαθημάτων περιστρέφονται κατά κύριο λόγο στην παρουσίαση της ύλης από τον/την εκάστοτε διδάσκοντα/ουσα και στην επίλυση τυχόν αποριών των φοιτητών/τριών.
Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια τόσο στην Ελλάδα όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη εμφανίζεται μια νέα τάση η οποία επικεντρώνει το ενδιαφέρον της γύρω από τα δικαιώματα, τις απόψεις και τις ανάγκες των φοιτητών/τριών. Δεν πρόκειται απλά για την στροφή στην διδασκαλία που αφουγκράζεται τα ενδιαφέροντα των φοιτητών/τριών αλλά ακόμη παραπάνω, η φοιτητοκεντρική προσέγγιση στα πανεπιστήμια βασίζει τον σχεδιασμό των πρακτικών που ακολουθεί το εκάστοτε τμήμα συναρτήσει των αναδιαμορφώσεων και προτάσεων που καταθέτει το φοιτητικό δυναμικό.
Η σημασία μιας τέτοιας προσέγγισης φέρει πολλαπλά πλεονεκτήματα με πιο θεμελιώδες το θετικό συναίσθημα που προξενεί στους φοιτητές/τριες ότι η φωνή και η γνώμη τους ακούγεται και λαμβάνεται σοβαρά υπόψη. Μέσω της «τεκνοθεσίας» τέτοιων πρακτικών οι φοιτητές/τριες παρουσιάζουν συχνά μεγαλύτερο ενδιαφέρον τόσο για την καλλιέργειά τους σε ακαδημαϊκό επίπεδο όσο και για οργανωτικά, διοικητικά ζητήματα του τμήματος στο οποίο φοιτούν. Η δραστηριοποίησή τους επιτυγχάνεται μέσω της εθελοντικής συμμετοχής τους σε διαφόρων ειδών σωματεία και συλλόγους, ενισχύοντας έτσι το αίσθημα της κοινής, συλλογικής ταυτότητας και προσπάθειας. Με τον τρόπο αυτό, ενισχύεται τόσο η κριτική σκέψη και ικανότητα του φοιτητικού δυναμικού όσο και η ικανότητα διαχείρισης ομάδων από τους καθηγητές/τριες.
Ταυτόχρονα, η φοιτητοκεντρική προσέγγιση δεν είναι απλά ωφέλιμη αλλά και αναγκαία στο σύγχρονο πανεπιστήμιο, προκειμένου τα πανεπιστημιακά ιδρύματα και τα ακαδημαϊκά μέλη να συγκαταλέγουν ισότιμα τις διαφορετικές ανάγκες των δεκάδων ή και εκατοντάδων φοιτητών/τριών προκειμένου και να διευκολύνουν την προσβασιμότητα και τη συμμετοχή τους στη διαδικασία της μάθησης. Δεν πρόκειται απλά για μια δημοκρατική μορφή παιδαγωγικής, αλλά για μια επιτακτική πρακτική η οποία καθιστά τους φοιτητές/τριες ενεργούς πολίτες οι οποίοι μετέχουν ουσιαστικά στις διαδικασίες μάθησης. Η απουσία αλληλεπίδρασης και καινοτομίας δεν είναι μονάχα μια μορφή συντηρητισμού εντός του πανεπιστημιακού χώρου αλλά σχετίζεται και με την αδυναμία ανάληψης πρωτοβουλιών τόσο από τους/τις φοιτητές/τριες όσο και από τους/τις καθηγητές/τριες οι οποίοι ενδεχομένως να χάνουν σταδιακά το κίνητρό τους λόγω των ενδεχόμενων γραφειοκρατικών και θεσμικών κωλυμάτων που αντιμετωπίζουν.
Η ενεργή συμπερίληψη των φοιτητών/τριών δεν δίνει απλά μια φρέσκια πνοή σε θεσμούς που χρειάζονται βελτιωτικές και ανανεωτικές κινήσεις, ούτε και λύνει φυσικά κάθε πρόβλημα ως δια μαγείας. Χρειάζεται μια σειρά οργανωμένων και μεθοδικών κινήσεων προκειμένου να θεραπευτούν θέματα που χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης αλλά σίγουρα, το να αφουγκράζεται κανείς/καμία τις ανησυχίες και τις επιθυμίες του άμεσα ενδιαφερόμενου κοινού, μόνο θετικά μπορεί να λειτουργήσει όταν φυσικά υπάρχει από πίσω ένα υποστηρικτικό πλαίσιο που να καθοδηγεί και να συντονίζει την πληθώρα των ιδεών, καθώς και να συμβουλεύει για το πώς μια ιδέα μπορεί να μετουσιωθεί σε πράξη.
Αδιαμφισβήτητα, ο δρόμος είναι ακόμη μακρύς για πολλά από τα πανεπιστημιακά τμήματα της ελληνικής επικράτειας, αλλά ορισμένα εξ αυτών έχουν ήδη έναν σπουδαίο αριθμό επιτευγμάτων να παρουσιάσουν τόσο πάνω στην έρευνα και στις διαδικασίες μάθησης, όσο και στις δραστηριότητες που σχετίζονται με το κοινωνικό και ανθρωπιστικό τους πρόσημο. Είναι λοιπόν επίτευγμα αλλά και ανάγκη, δικαίωμα αλλά και υποχρέωση της πανεπιστημιακής κοινότητας να ασπαστεί τέτοιου είδους μεθόδους, κι όσοι/ες φοιτητές/τριες έχουμε την τύχη να βιώνουμε τα οφέλη τέτοιων παραδειγμάτων, είμαστε τουλάχιστον τυχεροί/ες.