Της Γεωργίας Δημοπούλου,
Αρκετές φορές, στις καθημερινές συζητήσεις γίνεται αναφορά στο πόσο σημαντικό είναι οι συζητήσεις που διεξάγονται –σε επίσημο ή μη πλαίσιο– να χαρακτηρίζονται από ποιότητα. Η σημασία αυτή που αποδίδεται σε ένα αυξημένο επίπεδο συζήτησης, δεν έχει να κάνει πάντα με το περιεχόμενο, αλλά συχνά και με τη μεθοδολογία αυτής, το τρόπο δηλαδή με τον οποίο διεξάγεται, τη διαδοχή των ομιλητών και τα χαρακτηριστικά εκείνα των προσωπικοτήτων τους που καθιστούν το διάλογο πιο παραγωγικό και ωφέλιμο. Αλήθεια, ποια είναι αυτά και πώς, ακριβώς, προσδίδουν θετικό πρόσημο σε μια συναναστροφή;
Μια βασική προϋπόθεση για τη διεξαγωγή μιας ισότιμης συζήτησης είναι η ενσυναισθητική ικανότητα. Κι αυτό γιατί, προκειμένου να μπορέσει κανείς να αφουγκραστεί πράγματι το συνομιλητή του, θα πρέπει να μπει στη θέση του, να αντιληφθεί τη δεδομένη κατάσταση από τη δική του οπτική και να φανταστεί ποιες σκέψεις, συναισθήματα και βιώματα μπορεί να τον επηρεάζουν στον τρόπο που θεάται τα πράγματα. Το να μπει κανείς στα «παπούτσια» του άλλου είναι αντικειμενικά δύσκολο, ωστόσο, πρόκειται για μια συναισθηματική δεξιότητα που καλλιεργείται και διδάσκεται, πρώτα απ’ όλα, από τους γονείς. Εφόσον όμως αποκτηθεί, αίρεται κάθε εμπόδιο στην επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων, και προβάλλεται η κατανόηση του άλλου έναντι της προβολής του εαυτού.
Πέραν αυτού, βέβαια, ο εποικοδομητικός διάλογος προϋποθέτει και το να είναι, οι συμμετέχοντες σε αυτόν, καλοί ακροατές, με ό,τι αυτό συνεπάγεται: ο καλός ακροατής είναι εκείνος που θα τιθασεύσει την εγγενή του τάση να διακόπτει το συνομιλητή του προβάλλοντας δικές του σκέψεις και εσωτερικές «φωνές». Αντίθετα, στηρίζεται στο ότι πολλές φορές η σιωπή υποδεικνύει πολλά περισσότερα απ’ ό, τι μια πρόταση και –βάσει αυτού– αναμένει από τον συνδιαλεγόμενό του να ολοκληρώσει. Μάλιστα, αφουγκράζεται ουσιαστικά τις εκφράσεις, τη γλώσσα του σώματος και την εξωτερίκευση όλων εκείνων των σκέψεων του άλλου, χωρίς να τις συνδέει με αντίστοιχα δικά του βιώματα και συναισθήματα, κάτι που φυσικά μόνο ενοχλητικό αποβαίνει για την άλλη πλευρά.
Βασικότατος, βέβαια, πυλώνας ενός παραγωγικού διαλόγου είναι η τήρηση των αρχών της δημοκρατίας και της ισοτιμίας: τι μας διδάσκουν εκείνες; Την ισάξια συμμετοχή όλων των συνομιλητών, την ισότιμη κατανομή του χρόνου που αφιερώνεται σε καθέναν από αυτούς και –σε καμία περίπτωση– την υπερπροβολή ή αποσιώπηση κάποιου από αυτούς. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, διασφαλίζεται ότι δίνονται ίσες και δίκαιες ευκαιρίες έκφρασης σε όλους τους συμμετέχοντες, οπότε αυτομάτως εξαφανίζεται κάθε ενδεχόμενο μεροληψίας που θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι υπήρχε.
Υπάρχει, ωστόσο, κι ένας τελευταίος άξονας, χωρίς τον οποίο δεν υφίσταται γόνιμη συζήτηση. Αυτός δεν είναι άλλος από την αποδοχή της άποψης του άλλου, έστω κι αν αυτή διαφέρει από την προσωπική μας. Ακόμη κι αν πρόκειται για υπέρβαση του μεγάλου εμποδίου της ατομικότητας, αποτελεί καθοριστικό παράγοντα της αποδοχής της διαφορετικότητας. Επιπλέον, συνηθίζοντας την έκθεση στις άλλες απόψεις -χωρίς να τις υποβαθμίζουμε, προφανώς – εξασκούμαστε κι εμείς οι ίδιοι στη στήριξη της δικής μας θέσεις με επιχειρήματα και πειστικούς ισχυρισμούς, κάτι που μας κάνει δεινούς και εύγλωττους ρήτορες. Εντυπωσιακό, έτσι δεν είναι;
Σε μια κοινωνία που βασίζεται στις αντιθέσεις, τις αντιπαραθέσεις και τις διαφωνίες, δύσκολα μπορεί να αμφισβητηθεί η σημασία του να μπορεί ο σύγχρονος άνθρωπος να «στέκεται» απέναντι στον συνομιλητή του και να του αποδίδει σεβασμό και κατανόηση. Πρόκειται για μια δεξιότητα χρήσιμη για έναν πολίτη του 21ου αιώνα, εάν εκείνος επιδιώκει να υπερασπίζεται τη θέση του με παράλληλη αποδοχή της θέσης του άλλου.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Είστε καλός ακροατής; Ναι, αν κάνετε αυτά τα τρία – Δείτε ποια, ygeiamou.gr, διαθέσιμο εδώ
- Η σημασία της ενσυναίσθησης, 2happy.gr, διαθέσιμο εδώ
- Σεβασμός στις απόψεις των άλλων, ακόμη και αν μοιάζει δύσκολο, offlinepost.gr, διαθέσιμο εδώ