Της Κατερίνας Κωνσταντοπούλου,
Σε έναν δημοτικό δεκαπεντασύλλαβο στίχο συνοψίζεται όλη η πεμπτουσία της λογοτεχνίας, σε διαχρονική και πανανθρώπινη κλίμακα: η άρρηκτη σύνδεση μεταξύ έρωτα και θανάτου. Αυτά τα δύο φαινόμενα –ανθρώπινα και, κατ’ επέκταση, κοινωνικά– συνιστούν τους πυλώνες της λογοτεχνίας, της μουσικής, της τέχνης εν γένει. Τίποτα άλλο δεν απασχόλησε περισσότερο τον άνθρωπο από τις δύο αυτές αγωνίες: την ερωτική και την υπαρξιακή. Αυτές, τον γοητεύουν τόσο πολύ, ώστε εμποιούν δημιουργική δύναμη, ακόμα και στον πιο πεζό και ρηχό άνθρωπο. Η επιθυμία για πλήρωση και ολότητα που εμπεριέχει ο έρωτας –απόδειξη ότι η ανθρώπινη φύση δεν είναι αυτάρκης, και πως αυτή η εξάρτηση του ανθρώπου τού προσδίδει μία τραγικότητα–, και ο φόβος του αγνώστου.
Ο Λιαντίνης είχε αναλύσει σε διάλεξή του, καθώς και στο έργο του «Γκέμμα», τον τρόπο με τον οποίο έρωτας και θάνατος διαπλέκονται. Συγκεκριμένα, είχε αναφέρει πως «…ο έρωτας και ο θάνατος είναι δύο πανεπίσκοποι νόμοι ανάμεσα στους οποίους ξεδιπλώνεται η διαλεκτική του σύμπαντος […] Όλα τα όντα, τα φαινόμενα, και οι δράσεις του κόσμου είναι εκφράσεις, σαρκώσεις, μερικότητες, συντελεσμοί, εντελέχειες του έρωτα και του θανάτου», καθώς και ότι «Κάθε φορά που ερωτεύουνται δύο άνθρωποι, γεννιέται το σύμπαν. Ή, για να μικρύνω το βεληνεκές, κάθε φορά που ερωτεύουνται δύο άνθρωποι γεννιέται ένας αστέρας με όλους τους πρωτοπλανήτες του. Και κάθε φορά που πεθαίνει ένας άνθρωπος, πεθαίνει το σύμπαν. Ή, για να μικρύνω το βεληνεκές, κάθε φορά που πεθαίνει ένας άνθρωπος στην γη, στον ουρανό εκρήγνυται ένας αστέρας supernova». Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, πως ο έρωτας συχνά ενέχει το στοιχείο του θανάτου με την μορφή της αυτοθυσίας για χάρη του αντικειμένου του πόθου, όπως στην περίπτωση της Άλκηστης, που θυσιάστηκε για τον αγαπημένο της, την στιγμή που οι ίδιοι οι γονείς του αρνήθηκαν να απαρνηθούν τη ζωή τους για το παιδί τους, ή με την μορφή της αυτοκτονίας, στην περίπτωση του ανεκπλήρωτου έρωτα, όπως στο έργο του Shakespeare «Ρωμαίος και Ιουλιέτα».
Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως τόσο ο έρωτας όσο και ο θάνατος είναι από τις πιο έντονες και ακραίες καταστάσεις της ανθρώπινης ύπαρξης, οι οποίες καταδεικνύουν ταυτόχρονα την δύναμη και την αδυναμία του ανθρώπου. Το μεγαλείο της ανθρώπινης ψυχής, αλλά και την εξάρτησή της. Ο έρωτας και ο θάνατος μάς λυτρώνουν, αλλά και μας βασανίζουν, μας απελευθερώνουν και μας δεσμεύουν παράλληλα.
Ο Φαίδρος, στο Συμπόσιο του Πλάτωνος, εξετάζοντας την κοινωνική διάσταση του έρωτα και συνδέοντάς τον με την αυτοθυσία (άρα, πάλι, με το θάνατο), πρεσβεύει ότι δεν θα μπορούσε να συγκροτηθεί ισχυρότερος στρατός, από έναν στρατό αποτελούμενο από ζεύγη εραστών και ερωμένων. Και αυτό, γιατί εκείνος που είναι ερωτευμένος διακατέχεται έντονα από το αίσθημα της αιδούς απέναντι στο αντικείμενο του έρωτά του. Έτσι, δεν θα επέτρεπε ποτέ να φανεί δειλός ή ρίψασπις στα μάτια του. Επίσης, παρακάτω στο Συμπόσιο, διατυπώνεται και η θέση πως η αυτοθυσία στον έρωτα αποβλέπει στη διασφάλιση της υστεροφημίας. Με αυτόν τον τρόπο, ο έρωτας αντιμετωπίζεται ως ένα μέσο καταπολέμησης του θανάτου, μέσω της εξασφάλισης της πνευματικής αθανασίας.
Καταλήγοντας, ο έρωτας είναι ένα συναίσθημα που μας οδηγεί στην θέωση, μα και στην ταπείνωση, επομένως, έχει διττή φύση. Τα δύο πρόσωπά του φαίνονται και στα χαρακτηριστικά και στις εκφάνσεις του γενικότερα: για παράδειγμα, ο έρωτας είναι κτητικός, αλλά παράλληλα είναι «φυγόκεντρος δύναμη», όπως σημειώνει ο Παπανούτσος: «Η επιθυμία είναι κεντρομόλος ο έρωτας φυγόκεντρος[…] Το πρόσωπο που αγαπώ ερωτικά υπάρχει απέναντι μου όχι απλώς ως ισάξιο, αλλά ως περισσότερο άξιο από μένα. Καθώς έλκομαι απ’ αυτό, θεωρώ ευτυχία μου το προνόμιο ότι μπορώ να του δοθώ ολόκληρος». Ο έρωτας είναι ασύμβατος με την βία, –όπως τονίζει και ο Αγαθών στο Συμπόσιο, και για αυτό, χαρακτηρίζει τον Έρωτα «δίκαιο»– υπό την έννοια ότι ο εξαναγκασμός δεν χωράει σε αυτόν, αλλά ταυτόχρονα η ίδια η ερωτική επιθυμία και πράξη είναι βίαιη και σφοδρή, ενώ εμπεριέχει και έντονη κτητικότητα, όπως προαναφέρθηκε. Ο έρωτας, λοιπόν, μπορεί να οδηγήσει στην ευτυχία, μα και στη δυστυχία. Και αυτήν, ακριβώς, την διττή φύση του έχει υμνήσει η Τέχνη όσο τίποτα άλλο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Πρακτική φιλοσοφία, Παπανούτσος Ευάγγελος, εκδόσεις Νόηση, Σεπτέμβριος 2011, Αθήνα
- Γκέμμα, Δημήτρης Λιαντίνης, εκδόσεις ΛΙΑΝΤΙΝΗ ΔΙΟΤΙΜΑ, Ιανουάριος 2006, Αθήνα
- Πλάτωνος Συμπόσιον, σε μετάφραση Ιωάννη Συκουτρή και πρόλογο Βερτουδακη Π. Βασιλείου και Αμφιλοχίου Παπαθωμά, εκδόσεις SCRIPTIO CONTINUA, Δεκέμβριος 2021, Αθήνα