Του Βασίλη Παπαδήμου,
Καθώς ο 19ος αιώνας έφτανε στο τέλος του, γινόταν όλο και περισσότερο κατανοητό πως ο «μεγάλος ασθενής» του Ανατολικού Ζητήματος, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, έπνεε τα λοίσθια, αφού είχε πλέον μπει σε τροχιά παρακμής. Αυτό, σε συνδυασμό με τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης των χριστιανικών πληθυσμών της Μακεδονίας, η οποία τότε αποτελούσε μέρος της αυτοκρατορίας, λόγω των βιαιοτήτων των Οθωμανών, ευνόησε την ανάπτυξη επαναστατικών ιδεολογιών και συνακόλουθα οργανώσεων. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η οργάνωση και δράση της βουλγαρικής επαναστατικής οργάνωσης Ε.Μ.Ε.Ο. (Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση), η οποία αποσκοπούσε στην ενίσχυση του βουλγαρικού στοιχείου της Μακεδονίας, με τη δράση της να απλώνεται ως και τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα.
Όλα ξεκίνησαν τον Νοέμβριο του 1893 στη Θεσσαλονίκη, οπότε οι νέοι σε ηλικία βουλγαρικής καταγωγής άνδρες Ποπάρσωφ, Μπατατζίεφ, Δημητρώφ, Γκρούεφ, Τατάρτσεφ και Χατζηνικολώφ, συγκρότησαν την «Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση», με σύνθημά της το «Ελευθερία ή Θάνατος». Σκοπός της οργάνωσης ήταν η απελευθέρωση της Μακεδονίας από τον τουρκικό ζυγό και η άμεση προσάρτησή της στο βουλγαρικό πριγκιπάτο. Όμως, σύντομα έγινε κατανοητό πως το εγχείρημά τους ήταν αρκετά δύσκολο να επιτευχθεί καθώς, συν τοις άλλοις, δεν θα γινόταν δεκτό από τις ευρωπαϊκές Μεγάλες Δυνάμεις. Επομένως, αποφασίστηκε από τους νεαρούς συνωμότες να επιδιωχθεί η αυτονόμηση της Μακεδονίας και η ευκαιριακή προσάρτησή της από τη Βουλγαρία, η οποία παρείχε απόλυτη στήριξη στην οργάνωση, σε επόμενο χρόνο.
Αρχικά, το καταστατικό της Οργάνωσης επέτρεπε μόνο σε βουλγαρικής καταγωγής άτομα να είναι μέλη της. Από το 1902, ωστόσο, και έπειτα, με την αλλαγή του καταστατικού, επιτράπηκε και σε άτομα άλλων πληθυσμιακών ομάδων της Μακεδονίας να γίνονται μέλη της Οργάνωσης. Ασφαλώς πρόκειται για κίνηση τακτικής μέσω της οποίας οι ηγέτες στόχευαν να πάρουν με το μέρος τους μεγαλύτερες πληθυσμιακές μάζες και να δείξουν στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη ότι η επανάσταση στην οποία απέβλεπε η Οργάνωση ήταν ένα μαζικό γεγονός και μια κοινή επιθυμία όλων των χριστιανών της Μακεδονίας.
Με το σύνθημα, λοιπόν, «η Μακεδονία στους Μακεδόνες», η Ε.Μ.Ε.Ο. καλούσε τους χριστιανούς της Μακεδονίας – ανεξαρτήτως γλώσσας και εθνότητας – στα όπλα προκειμένου να αποτινάξουν τον τουρκικό ζυγό. Όμως η πραγματικότητα ήταν κάπως διαφορετική, καθώς οι πληθυσμοί της Μακεδονίας δεν ανταποκρίνονταν ιδιαιτέρως στα κελεύσματα της Οργάνωσης για επανάσταση, με αποτέλεσμα οι συμμορίες ανταρτών να επιδοθούν σε ενέργειες τρομοκράτησης των κατοίκων με στόχο να τους αναγκάσουν να γίνουν μέλη της Οργάνωσης. Αλλά δεν σταμάτησαν μόνο εκεί, καθώς οι στοχευμένες δολοφονίες ήταν συχνό φαινόμενο.
Θύμα της Ε.Μ.Ε.Ο. κατά τα πρώτα έτη του 20ου αιώνα υπήρξε ο ελληνισμός της βορειοδυτικής κυρίως Μακεδονίας. Με δολοφονίες επιφανών Ελλήνων, ελληνόφωνων και μη, προσπαθούσαν να αναγκάσουν τους ελληνικούς πληθυσμούς να ακολουθήσουν τις συμμορίες των κομιτατζήδων στον δρόμο της εξέγερσης και να προμηθευτούν όπλα. Επιπλέον, ανάλογες μέθοδοι εφαρμόστηκαν και στον κλήρο της περιοχής, ο οποίος παρέμενε πιστός στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Στόχος των ομάδων της Ε.Μ.Ε.Ο. ήταν να αναγκάσουν τους κληρικούς να προσχωρήσουν στην σχισματική βουλγαρική εκκλησία, την Εξαρχία και να ψάλλουν τη θεία λειτουργία στα βουλγαρικά. Μέσω αυτού αλλά και της τόνωσης της βουλγαρικής εκπαίδευσης επιδίωκαν να εκβουλγαρίσουν πληθυσμούς δίχως ισχυρή εθνική συνείδηση, ώστε να έχουν ισχυρότερα ερείσματα στην περιοχή.
Μετά την παταγώδη αποτυχία της εξέγερσης του Ίλιντεν το καλοκαίρι του 1903, η οποία υποκινήθηκε από την Ε.Μ.Ε.Ο., ακολούθησε διάσπαση της οργάνωσης με την δημιουργία δύο επίσημων πολιτικών φορέων, της «Ένωσης Βουλγαρικών Συνταγματικών Σωματείων» και του «Ομοσπονδιακού Λαϊκού Κόμματος». Αυτά συνέβησαν μετά το 1908, ενώ στόχος εξακολουθούσε να ήταν η αυτονόμηση της Μακεδονίας. Ένα χρόνο αργότερα, οι δύο παρατάξεις ενώθηκαν ανασυγκροτώντας την Ε.Μ.Ε.Ο. με τους Τοντόρ Αλεξάντρωφ και Αλεξάντερ Πρωτογκέρωφ να έχουν στα χέρια τους της ηγεσία της οργάνωσης.
Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, με την κατοχή τμημάτων της ελληνικής και σερβικής Μακεδονίας από τη Βουλγαρία φάνηκε προσωρινά πως το όνειρο της Ε.Μ.Ε.Ο. για προσάρτηση της Μακεδονίας στη Βουλγαρία γινόταν πραγματικότητα. Η αρνητική τροπή όμως που είχε ο πόλεμος για τις Κεντρικές Δυνάμεις, άρα και τη Βουλγαρία, έθεσε τέρμα σε αυτό το όνειρο. Μετά την λήξη του πολέμου η Ε.Μ.Ε.Ο. επιδόθηκε σε έναν ανταρτοπόλεμο κατά της προσπάθειας του Βασιλείου των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων να αφομοιώσει τους σλαβικούς πληθυσμούς την σερβικής Μακεδονίας, με την στρατιωτική συνδρομή της Βουλγαρίας και την οικονομική αρωγή της Ιταλίας. Οι δύο αποτυχημένες προσπάθειες εξέγερσης στην σερβική Μακεδονία και η επιθυμία της Σοβιετικής Ένωσης για δημιουργία κομμουνιστικού προτεκτοράτου στα Βαλκάνια έφερε τους ηγέτες της Οργάνωσης σε επαφή με την Κομμουνιστική Διεθνή προκειμένου από κοινού να οργανώσουν εξέγερση. Ασφαλώς και οι αρχηγοί της Ε.Μ.Ε.Ο. δεν επιθυμούσαν την κομμουνιστικοποίηση της Βουλγαρίας αλλά προσπαθούσαν μέσω αυτού του ελιγμού να επιτύχουν τα δικά τους σχέδια, τα οποία όμως δεν επρόκειτο να πραγματοποιηθούν καθώς ο υπουργός Πολέμου της Βουλγαρίας οργάνωσε τη δολοφονία του Αλεξάντρωφ.
Μετά την ανάληψη της ηγεσίας της Οργάνωσης από τον Ιβάν Μιχαήλωφ, άρχισαν να πραγματοποιούνται στοχευμένες δολοφονίες επιφανών αξιωματούχων του σερβικού βασιλείου, με τις ενέργειες αυτές να δοκιμάζουν σοβαρά τις σχέσεις Βουλγαρίας – Γιουγκοσλαβίας. Κάτω από τις διαταγές του Μιχαήλωφ, η πολιτική της Οργάνωσης μεταβλήθηκε, καθώς απέκτησε νέα δυναμική και ζητούσε πλέον ανεξαρτησία της Μακεδονίας και όχι αυτονομία. Διεκδικούσε μάλιστα και το κομμάτι της Μακεδονίας που ανήκε στη Βουλγαρία, η οποία σταδιακά έχασε τον έλεγχο της Οργάνωσης. Οι σχέσεις με την Γιουγκοσλαβία επιδεινώθηκαν ακόμη περισσότερο μετά τη δολοφονία, η οποία οργανώθηκε από την Ε.Μ.Ε.Ο. του Βασιλιά των Σέρβων Αλεξάνδρου στη Μασσαλία. Μετά όμως από το πραξικόπημα της 19ης Μαΐου 1934 και την ανάληψη της εξουσίας στη Βουλγαρία από τους αξιωματικούς της Στρατιωτικής Λίγκας, Κίμων Γκεοργκίεφ και Δαμιάν Βέλτσεφ έγιναν προσπάθειες εξομάλυνσης των σχέσεων με την Γιουγκοσλαβία. Στο πλαίσιο αυτών των προσπαθειών, λοιπόν, λήφθηκαν μέτρα κατά της Ε.Μ.Ε.Ο. Τμήματα του βουλγαρικού στρατού πραγματοποίησαν επιχειρήσεις σε τμήματα της βουλγαρικής Μακεδονίας, διαλύοντας τα υπολείμματα των δυνάμεων της Οργάνωσης, η οποία εντωμεταξύ όλο εκείνο το διάστημα μαστιζόταν από εσωτερικές διενέξεις.
Ανακεφαλαιώνοντας, θα μπορούσαμε να πούμε πως η Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση με τη δράση της άφησε το αποτύπωμά της στην ιστορία του Μακεδονικού Ζητήματος. Η δράση της, η οποία είχε την απόλυτη υποστήριξη του βουλγαρικού κράτους, αρχικά εναντίον των Οθωμανών και έπειτα των Σέρβων, περιορίστηκε σε ανταρτοπόλεμο, ενώ παρούσες ήταν και οι τρομοκρατικές ενέργειες τόσο μέσω στοχευμένων δολοφονιών όσο και μέσω εκφοβισμών. Θύμα της Οργάνωσης υπήρξε και ο ελληνισμός των βόρειων κυρίως περιοχών της Μακεδονίας. Στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα την Οργάνωση μάστιζαν εσωτερικές διενέξεις, οι οποίες συνέβαλλαν εκτός των άλλων σταδιακά να χάσει την πρότερη δυναμική της. Νέα δυναμική απέκτησε υπό την αρχηγία του Μιχαήλωφ. Σύντομα ωστόσο, ο αυτόνομος δρόμος που ακολούθησε προκάλεσαν τη δυσαρέσκεια του επίσημου βουλγαρικού κράτους το οποίο προχώρησε το 1934 στη διάλυση της Ε.Μ.Ε.Ο., στην προσπάθεια συμφιλίωσης με τα γειτονικά βαλκανικά κράτη.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Βλάσης Βλασίδης & Βασίλης Γούναρης & Άννα Παναγιωτοπούλου, «Ε.Μ.Ε.Ο. 1893 – 1940: η άλλη όψη του βουλγαρικού εθνικισμού», Μακεδονική Ζωή, Η διεθνής πλεκτάνη κατά της Μακεδονίας Ήλιντεν 1903 – 1993, (Θεσσαλονίκη, Νοέμβριος, 1993), 7 – 10.
- Σφέτας, Σπυρίδων, Εισαγωγή στη Βαλκανική Ιστορία, από τον Μεσοπόλεμο στη λήξη του Ψυχρού Πολέμου (1919 – 1989), τ. Β΄, Θεσσαλονίκη: Εκδ. Βάνια.