14.6 C
Athens
Τρίτη, 5 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΤα αγροτικά συστήματα στην Ελλάδα του 19ου αιώνα

Τα αγροτικά συστήματα στην Ελλάδα του 19ου αιώνα


Της Κωνσταντίνας Τζανουδάκη,

Η «κληρονομιά» της Ελλάδας, μετά την ανεξαρτησία της, ήταν οι προς εκμετάλλευση εκτάσεις της. Έτσι, το μεγαλύτερο ποσοστό των Ελλήνων απορροφήθηκε στον αγροτικό τομέα. Υπάρχουν πολλά αγροτικά συστήματα με πιο βασικά τρία, το οικογενειακό αγροτικό σύστημα, την επίμορτη αγροληψία και τη μισθωτή εργασία. Τα ίδια, όμως. έχουν παραλλαγές ανάλογα με το που τα συναντάμε. Το αγροτικό τοπίο του 19ου αιώνα δεν είναι ένα ομοιογενές τοπίο. Γενική παραδοχή πάντως είναι ότι διέφερε πολύ από το τοπίο που συναντάμε στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Ο ιδανικότερος τύπος αγροτικού συστήματος ήταν ο οικογενειακός. Δηλαδή μια οικογένεια είχε διάσπαρτες εκτάσεις γης προς εκμετάλλευση. Το γεγονός ότι ήταν διάσπαρτες μείωνε τις πιθανότητες να καταστραφεί όλη η σοδειά εξαιτίας μιας κακοκαιρίας. Καλλιεργούσαν μικρές ποσότητες από πολλά προϊόντα, διότι ο στόχος ήταν να εξασφαλίσουν κυρίως τα προς το ζην. Αφεντικό ήταν ο ενήλικας της οικογένειας, με τα παιδιά να βοηθούν τον πατέρα τους μέχρι να μεγαλώσουν, και ύστερα έπρεπε να ανοίξουν το δικό τους σπιτικό. Οι γυναίκες αναλάμβαναν το βοτάνισμα και βοηθούσαν στο μάζεμα της σοδειάς. Ακόμα, αν το επέτρεπε η οικονομική κατάσταση της οικογένειας διέθεταν λίγα ζώα όπως γάιδαρο, κατσίκια και πρόβατα για το γάλα το τυρί, το μαλλί και το κρέας, και ένα ζευγάρι βοδιών για το όργωμα. Έτσι, μπορούσαν να εξασφαλίσουν την βασική τους διατροφή. Παρόλα αυτά, μια οικογένεια είχε ανάγκη και από χρήματα, για το λόγο ότι υπήρχαν προϊόντα όπως αλάτι, καφές και πυρίτιδα τα οποία τα εφοδιάζονταν από την τοπική αγορά.

Στιγμιότυπο από καλλιέργεια αμπελιού. Πηγή εικόνας: kesaria-greece.blogspot.com

Άλλοι λόγοι είναι η προίκα των κοριτσιών ή οι έκτακτες δαπάνες της οικογένειας, οι γάμοι, οι κηδείες αλλά και φόροι. Για αυτό μια οικογένεια φρόντιζε να είχε πλεόνασμα της παραγωγής της ώστε να το διαθέτει προς πώληση. Σε περιπτώσεις που δεν κατάφερναν να ανταπεξέλθουν και είχαν χρέη, τα μέλη της οικογένειας κατέφευγαν σε άλλη πηγή εισοδήματος, όπως για παράδειγμα στην έμμισθη εποχική εργασία ή πωλούσαν μέρος της παραγωγής τους στους πιστωτές. Αυτό αντικατοπτρίζει τον θεσμό της «πολυέργειας» και φανερώνει πόσο ευάλωτη ήταν η οικονομική κατάσταση της οικογένειας. Στόχος της ήταν να αναπτυχθεί στο βαθμό που δεν θα κινδύνευε το μέλλον της οικογένειας. Τον στόχο αυτόν κάποιες οικογένειες τον πέτυχαν, κάποιες όχι και άλλες τον ξεπέρασαν. Οι προσπάθειες του κράτους για διανομή των εθνικών γαιών δεν ήταν ιδιαίτερα πετυχημένες τα πρώτα χρόνια. Για αυτό την ιδανική μορφή αγροτικού συστήματος λίγες οικογένειες την κατόρθωσαν.

Επόμενη βασική μορφή αγροτικής παραγωγής είναι η επίμορτη αγροληψία, η οποία είναι διαφορετική ανάλογα με τον τόπο στον οποίο αναφερόμαστε. Πιο συγκεκριμένα, στο Ιόνιο οι κτήσεις ήταν βενετικές μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα. Οι Βενετοί παραχώρησαν τους βενετικούς τους τίτλους σε αριστοκρατικές οικογένειες. Οι φεουδάρχες είχαν ως ιδιοκτησία τους, εκτός από τη γη και τους ανθρώπους που δούλευαν. Συνήθιζαν να κάνουν μεταξύ τους διακανονισμό σύμφωνα με το οποίο το 1/5 της γης ανήκε στους κολίγους. Αυτοί κρατούσαν ό,τι καλλιεργούσαν σε αυτό.

Όμως με την κατεύθυνση του αφέντη τους καλλιεργούσαν και όλο το υπόλοιπο. Αν ο αγρότης είχε τα απαραίτητα εφόδια (εργαλεία και υλικά) έπαιρνε τα μισά της παραγωγής, διαφορετικά, εάν του τα εξασφάλιζε ο γαιοκτήμονας, έπαιρνε το 1/3. Ο διακανονισμός όριζε ακόμα ότι οι αγρότες έπρεπε να πουλούν στον γαιοκτήμονα το μερίδιό τους από τη σοδειά της σταφίδας και να πληρώνουν το 10% από τη συγκομιδή των σιτηρών και της ελιάς στους μύλους και στα ελαιοτριβεία, που έλεγχε ο αφέντης τους. Όσο τα νησιά ήταν υπό βενετική κυριαρχία συντάσσονταν ετήσια συμβόλαια και προικοσύμφωνα, προκειμένου οι κόρες και οι γαμπροί τους να μην μπορούν να διώξουν τους αγρότες. Μέσα του αιώνα, το 1864, που η Ελλάδα προσάρτησε τα νησιά, η φεουδαρχία καταργήθηκε, αλλά διατηρήθηκαν υπολείμματά της.

Η γυναικεία δουλειά στα χωράφια. Πηγή εικόνας: istografia.blogspot.com

Το έτος 1881, προσαρτήθηκε η Θεσσαλία στο ελληνικό βασίλειο. Και εκεί συναντάμε μια μορφή φεουδαρχίας, αφού πλούσιοι Έλληνες αγόρασαν τα τσιφλίκια των Οθωμανών με τα δικαιώματα που είχαν επί της γης. Έτσι, είτε είχαν την πλήρη κυριότητά της, είτε καρπώνονταν ένα μέρος της παραγωγής.

Η επίμορτη αγροληψία επικρατούσε και στα υπόλοιπα μέρη της τότε Ελλάδας, στη Βοιωτία, την Εύβοια και την Πελοπόννησο. Αν οι αγρότες δεσμεύονταν με την θέλησή τους με τον αφέντη τους και είχαν τα απαραίτητα εργαλεία, τότε αυτός τους παραχωρούσε ενοικιαζόμενο σπίτι, περιβόλι και τα 2/3 της παραγωγής. Όμως υπήρχε και μια πολύ διαφορετική πλευρά. Οι περισσότερες οικογένειες δεσμεύονταν από έναν αφέντη λόγω χρεών. Έχαναν δηλαδή την κυριότητα της γης τους επειδή όφειλαν χρέη σε πλούσιους γαιοκτήμονες, που τους δάνειζαν προκείμενου να πληρώσουν τόκους ή να σώσουν την σοδειά τους από μια θεομηνία. Τότε οι γαιοκτήμονες αποκτούσαν πλήρη κατοχή, παραχωρούσαν τα μέσα για να καλλιεργηθεί η γη και έπαιρναν προϊόντα ίσα με την επένδυσή τους συν 15% από το υπόλοιπο.

Οι συνθήκες ήταν επαχθείς, και καθώς πολλοί ήθελαν να συμπληρώσουν το εισόδημα της οικογένειάς τους, κατέφευγαν στη μισθωτή εργασία. Πλούσιοι Έλληνες είχαν φυτείες, μεγάλες για τα ελληνικά δεδομένα, που απασχολούσαν μισθωτούς εργάτες. Εκεί άλλοι εργάζονταν χρόνια, άλλοι μερικούς μήνες και άλλοι μερικές βδομάδες. Ήταν όμως μια σημαντική οικονομική πνοή για την οικογένεια τους.

Αυτές είναι οι συνθήκες που επικρατούσαν στο ελληνικό βασίλειο εκείνη την εποχή. Για αυτό η αγροτική πολιτική ήταν σημείο προστριβής και όλες οι κυβερνήσεις πρότειναν μεταρρυθμίσεις, που άλλοτε ανακούφιζαν τον αγροτικό πληθυσμό και άλλοτε τον επιβάρυναν. Κύριος στόχος όμως ήταν η διανομή της γης σε μικρές ιδιοκτησίες και η εγγύηση ότι οι αγρότες δεν θα πέσουν θύμα εκμετάλλευσης των μεγάλων γαιοκτημόνων, αλλά και του τοκογλυφικού συστήματος.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Thomas W. Gallant (2017), Νεότερη Ελλάδα, Από τον πόλεμο της Ανεξαρτησίας μέχρι τις μέρες μας, (μετ. Γιάννα Σκαρβέλη), Αθήνα: Εκδόσεις Πεδίο.
  • Πιζάνιας, Πέτρος (2021), Η ιστορία των νέων Ελλήνων, Από το 1400 έως το 1820, Αθήνα: Εκδόσεις Εστία.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνα Τζανουδάκη
Κωνσταντίνα Τζανουδάκη
Γεννήθηκε τον Οκτώβρη του 2002 στην Αθήνα, όπου μεγάλωσε και σπουδάζει στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΕΚΠΑ. Το ενδιαφέρον της επικεντρώνεται κυρίως στη νεότερη και σύγχρονη Ιστορία, τόσο σε παγκόσμιο όσο και σε ελληνικό επίπεδο. Επιπλέον, της αρέσουν πολύ τα ταξίδια και ασχολείται με τον αθλητισμό.