8.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμόςΗ κριτική της Γραφής από τον Πλάτωνα

Η κριτική της Γραφής από τον Πλάτωνα


Του Κωνσταντίνου Μεταξά, 

Oι επιφυλάξεις της πολιτισμικής κριτικής για τα «νέα» μέσα δεν είναι σε καμία περίπτωση φαινόμενο του 20ού αιώνα. Συνοδεύουν την εμφάνιση των μέσων ενημέρωσης από αμνημονεύτων χρόνων. Το σχήμα της κριτικής παραμένει ουσιαστικά το ίδιο. Η απόρριψη του «νέου» μέσου λαμβάνει χώρα ως απολογία ενός παλαιότερου μέσου που φαντάζεται ότι βρίσκεται σε αυθεντική και άμεση σχέση με την αλήθεια, το ουσιώδες, το πνεύμα κ.λπ. και με τον τρόπο αυτόν, ως επί το πλείστον, δεν αναγνωρίζει ή καταπιέζει τη δική του μεσότητα. Γνωστά ιστορικά παραδείγματα είναι η κριτική της λεγόμενης «αναγνωστικής μανίας» στον ύστερο Διαφωτισμό του τέλους του 18ου αιώνα ή η κριτική του Πλάτωνα στη γραφή από τον διάλογο του Φαίδρου.

Τα κεντρικά επιχειρήματα του Πλάτωνα κατά της γραφής μπορούν να χρησιμεύσουν ως αφετηρία για την περιγραφή των μεσαίων θεμελίων του κειμένου. Ο Πλάτων βασίζει την κριτική του στην κουλτούρα της προφορικότητας και του διαλόγου. Το πρώτο επιχείρημα βασίζεται στο γεγονός ότι η γραφή ως εξωτερική μνήμη βλάπτει την ικανότητα των ανθρώπων να θυμούνται. Οι κεντρικές αντιθέσεις του εσωτερικού/εξωτερικού και του άμεσου/έμμεσου επαναλαμβάνονται στο δεύτερο επιχείρημα και επεκτείνονται για να συμπεριλάβουν τις αντιθέσεις ζωντανός/νεκρός και εμφάνιση/πραγματικότητα. Ό,τι κερδίζει η γραφή σε ικανότητα εξωτερικής αποθήκευσης, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, οι άνθρωποι χάνουν σε ικανότητα εσωτερικής αποθήκευσης ή μνήμης.

Το δεύτερο σημείο κριτικής αφορά τον διαχωρισμό συγγραφέα και μηνύματος που συνδέεται αναγκαστικά με ένα γραπτό μέσο. Και –το ακόμα πιο σοβαρό– ο διαχωρισμός αυτός διαιωνίζεται σε έναν διαχωρισμό συγγραφέα και αποδέκτη: ο αναγνώστης ενός γραπτού μηνύματος δεν μπορεί να ρωτήσει τον συγγραφέα αν υπάρχουν δυσκολίες στην κατανόηση, διότι η γραφή ακυρώνει κάθε συγκεκριμένη και άμεση κατάσταση διαλόγου, ο ζωντανός αντίπαλος εξαφανίζεται στα αφηρημένα και νεκρά χαρακτηριστικά της γραφής, τα οποία μόνο προσποιούνται τη ζωντάνια.

Πηγή εικόνας: Anette Pullman / unsplash.com

Χωρίς να συμμεριζόμαστε την κριτική του Πλάτωνα για τη γραφή ως προς την επιλογή της φιλοσοφίας της άμεσης παρουσίας, μπορούμε, ωστόσο, να συμπεράνουμε από αυτήν τις βασικές μιντιακές συνθήκες της γραφής. Συγκριτικά με την προφορική επικοινωνία, η γραφή χαρακτηρίζεται από μια αποσυμβολαιοποίηση, η οποία επιφέρει, κατά δεύτερο λόγο, μια χρονικοποίηση με τον τρόπο που η επικοινωνία μπορεί επίσης να μετατοπιστεί χρονικά, να μεταδοθεί και να διατηρηθεί. Μια άλλη πτυχή αφορά τη συναφή αύξηση της αποθηκευτικής ικανότητας, η οποία διακρίνει καταρχήν κάθε γραφή, συμπεριλαμβανομένης της εικονογραφικής, από την προφορική επικοινωνία, αλλά η οποία εκδηλώνεται πλήρως μόνο στην ανάπτυξη της αλφαβητικής γραφής από το 1500 π.Χ. περίπου.

Η αλφαβητική γραφή διακρίνεται από τις εικονογραφικές γραφές και τις εικόνες από το γεγονός ότι τα σημεία που χρησιμοποιεί είναι αφηρημένα και συμβατικά. Δεν διατηρούν πλέον μια σχέση ομοιότητας με το σημαινόμενο. Η αποτελεσματικότητά τους βασίζεται στο γεγονός ότι ανοίγουν άπειρες δυνατότητες συνδυασμού από έναν διαχειρίσιμο αριθμό συνήθως 20 και πλέον γραμμάτων. Σε αντίθεση με την αρχή της αναλογίας των εικόνων και της εικονογραφικής γραφής, η αλφαβητική γραφή λειτουργεί ψηφιακά και μπορεί να υλοποιήσει όλες τις πιθανές επιλογές από συμβατικές κρυπτογραφήσεις.

Οι απαρχές της αλφαβητικής γραφής βρίσκονται στα μέσα της δεύτερης χιλιετίας π.Χ., όταν αμέτρητες πήλινες πινακίδες εγγράφηκαν με μια πρωτοεβραϊκή και μια πρωτοελληνική γραφή (Γραμμική Α’ και Γραμμική Β’) στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου. Επρόκειτο για μητρώα αγαθών και μεταφραστικά βοηθήματα σε διάφορες γλώσσες για τη διευκόλυνση της εμπορικής ανταλλαγής αγαθών.

Οι πινακίδες περιέχουν κείμενα σε έξι γλώσσες, τα οποία είναι κωδικοποιημένα στο ίδιο αλφάβητο. Οι πληροφορίες των έξι κειμένων είναι οι ίδιες. Έτσι, αν κάποιος μπορεί να διαβάσει (αν είναι μέλος της αλφαβητικής ελίτ), τότε αρκεί να μπορεί να μιλήσει μια από τις έξι γλώσσες για να μπορέσει να επικοινωνήσει μαζί του. Αρκεί να υποδείξει στους άλλους το κείμενο στην πήλινη πινακίδα που αντιστοιχεί στη γλώσσα τους. Οι πινακίδες αυτές είναι έτσι ταυτόχρονα λεξικά και ταξιδιωτικοί οδηγοί. Είναι προφανές ότι πρόκειται για μια ελιτίστικη, εξαιρετικά αφηρημένη μορφή επικοινωνίας. Εκείνη την εποχή δεν αρκούσε η επικοινωνία με λιγότερο εξελιγμένους κώδικες, όπως τα εικονογράμματα, αν και τέτοιοι κώδικες προφανώς προσφέρονταν. Ωστόσο, δεν ήταν αρκετά ελαστικοί για τη μετάδοση των πληροφοριών εκείνη την εποχή. Μόνο ο αλφαβητικός κώδικας ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις εκείνης της ελίτ.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ 
  • Jünger E., Autor und Autorschaft, Stuttgart, 1984
  • Kremer, D.: Literaturwissenschaft als Medientheorie. Aschendorff, 2004

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Μεταξάς
Κωνσταντίνος Μεταξάς
Γεννήθηκε το 1999 στην πόλη της Πάτρας, και στην νεαρή ηλικία των 3 ετών, μετανάστευσε με τους γονείς του στην Στουτγάρδη της Γερμανίας για 5 χρόνια (2002-2007), όπου φοίτησε σε γερμανικό νηπιαγωγείο και σχολείο. Είναι απόφοιτος του τμήματος Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και συνεχίζει με μεταπτυχιακές σπουδές πάλι στο ίδιο τμήμα στον κλάδο των Ελληνογερμανικών σχέσεων στην Λογοτεχνία, τον Πολιτισμό και τις Τέχνες. Παράλληλα παρακολουθεί σεμινάρια στον τομέα της Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης.