Του Δημήτρη Καρυδάκη,
Στο σημερινό άρθρο πραγματευόμαστε ίσως τη σημαντικότερη εξέγερση του Μεσαιωνικού κόσμου, μια εξέγερση της οποίας οι σκοποί, αν και δεν εκπληρώθηκαν στο 100% του ποθητού από τους εξεγερθέντες, αποτέλεσε αδιαμφισβήτητα ένα σημαντικό βήμα προς τα εμπρός στο ζήτημα της καταπολέμησης της Φεουδαρχίας στα εδάφη της Μεσαιωνικής Αγγλίας. Η «Εξέγερση των Χωρικών» όπως ονομάστηκε, θα συνταράξει τα Βρετανικά εδάφη, τα οποία βρίσκονταν κάτω από την κυριαρχία του Βασιλιά Ριχάρδου Β΄, και αυτό σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο για την Ευρώπη, καθώς η βουβωνική πανώλη εδραίωσε το θανατηφόρο άγγιγμά της στα μέσα του 14ου αιώνα, αποδεκατίζοντας περίπου το 1/3 του συνολικού πληθυσμού της «γηραιάς ηπείρου».
Το έτος είναι 1381. Η εμπλοκή της Αγγλίας στον Εκατονταετή Πόλεμο (1337-1453) με τους Γάλλους έχει αφήσει το εθνικό θησαυροφυλάκιο παντελώς άδειο, με την απροθυμία των ευγενών να συνεχίζουν να πληρώνουν ο καθείς το μερίδιό του για τη συνέχιση των πολεμικών συρράξεων ανάμεσα στα δύο έθνη να γίνεται ολοένα και πιο εμφανής. Το συμβάν αυτό θα προκαλέσει τη διαδοχική επιβολή τριών κεφαλικών φόρων (poll-tax), με τον πρώτο να θεσμοθετείται το 1377 με τον θάνατο του πρώην Βασιλιά Εδουάρδου Γ΄, εκ μέρους του Δούκα του Λάνκαστερ Ιωάννη της Γάνδης (John of Gaunt, Duke of Lancaster) και θείου του νυν δεκατετράχρονου Βασιλιά Ριχάρδου, τον οποίο όφειλε να καταβάλει ολόκληρος ο ενήλικος πληθυσμός ανεξαιρέτως του οικονομικού του “background”. Αν και αρχικά επιτυχής ως προς την εξασφάλιση των απαραίτητων εσόδων για τη συνέχιση της πολεμικής προσπάθειας, κάτι το οποίο θα προκαλέσει και την επιβολή ενός δεύτερου φόρου το 1379, η άμεση ανάγκη για εξασφάλιση χρημάτων θα οδηγήσει τους αυλικούς του νεαρού Ριχάρδου να θεσπίσουν και έναν τρίτο φόρο το 1381, ο οποίος θα επιβάλλει την καταβολή ενός σελινίου στο σύνολο του ενήλικου πληθυσμού, με την πλειοψηφία αυτού προφανώς να αποτελείται από φτωχούς χωρικούς και κολλήγους.
Το ποσό του ενός σελινίου (αν και ακούγεται αρχικά ως αστείο στον αναγνώστη αυτού του άρθρου), παρόλο που σίγουρα δεν αποτελούσε μεγάλο ποσό για ευγενείς και γαιοκτήμονες, ήταν ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό για τους ανεξάρτητους χωρικούς και τους κολλήγους, το οποίο κάλλιστα ισοδυναμούσε με τρεις ή τέσσερις γεμάτες εργάσιμες μέρες. Όσοι από αυτούς αδυνατούσαν να καταθέσουν αυτό το ποσό στους αυλικούς φοροεισπράκτορες, μπορούσαν σαφώς να δώσουν ακόμη και εργαλεία, ζώα, αλλά και σιτηρά, τροφή η οποία, επίσης, σε καμία περίπτωση δεν ήταν κάτι το οποίο περίσσευε στον φτωχό χωρικό που με το ζόρι πάλευε να καλύψει τις δικές του μεμονωμένες ανάγκες.
Αυτή η διαρκής οικονομική επιβάρυνση στις πλάτες των χωρικών, σε συνδυασμό με τη γενικότερη δυσαρέσκειά τους απέναντι στην Καθολική Εκκλησία, η οποία και αυτή σαν γαιοκτήμονας που ήταν δεν ελάφρυνε το βάρος των αγροτών κατά τη διάρκεια της βουβωνικής πανώλης, ενέτεινε τις ήδη υποβόσκουσες έχθρες και τα παράπονα των ανθρώπων αυτών απέναντι στους γαιοκτήμονες, τους κληρικούς και τους ευγενείς, οι οποίοι φανερά ζούσαν και βασίλευαν στις πλάτες των απλών αυτών ανθρώπων.
Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι με την πανούκλα να εξοντώνει σχετικά γρήγορα τον πληθυσμό της Αγγλίας, η έλλειψη υπαρκτού εργατικού δυναμικού έδωσε για σύντομο χρονικό διάστημα στους κολίγους τη δυνατότητα να χρεώνουν πλέον, και μάλιστα ακριβά, την εργασία τους στα χωράφια του εκάστοτε γαιοκτήμονα. Επομένως, και με εξαίρεση εκείνους τους λίγους οι οποίοι επωφελήθηκαν από την κατακόρυφη πτώση των τιμών των καλλιεργήσιμων εδαφών εξαιτίας της πανώλης, αποκτώντας ένα σχετικά μικρό κομμάτι γης για τους εαυτούς τους, οι γαιοκτήμονες αναγκάζονταν πολλές φορές και ήδη από την περίοδο βασιλείας του Εδουάρδου Γ΄ να ενδίδουν στα αιτήματα των καλλιεργητών τους για αύξηση των μισθών. Στα αιτήματα αυτά ο Εδουάρδος θα αντιπαρατεθεί θεσπίζοντας νόμο, σύμφωνα με τον οποίο επιβαλλόταν ένα συγκεκριμένο όριο στους μισθούς που μπορούσαν να ζητήσουν οι κολίγοι από τους γαιοκτήμονες, πράγμα το οποίο θα αποτελέσει για τα επόμενα χρόνια σημαντικό παράγοντα δυσαρέσκειας στα μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού.
Γυρνώντας πίσω στο 1381 και την επιβολή του τρίτου κατά σειρά φόρου από τον Νοέμβρη του 1380, ο κόμπος είχε φτάσει στο χτένι για τους χωρικούς. Με τα έσοδα να είναι ελάχιστα έως και μηδαμινά σε σχέση με εκείνα των δύο προηγηθέντων φόρων, οι φοροεισπράκτορες του Βασιλιά Ριχάρδου θα σταλούν σε όλη την επικράτεια για να διαπιστώσουν τον λόγο που τα έσοδα είναι τόσο πενιχρά. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του φοροεισπράκτορα Τόμας Μπράμτον (Thomas Brampton), ο οποίος θα κατευθυνθεί στις 30 Μαΐου του 1381 προς το χωριό Φόμπινγκ της επαρχίας του Έσσεξ μαζί με λοιπούς εισπράκτορες, οι οποίοι θα κατατρεχθούν από τους κατοίκους του χωριού, με άλλους να απάγονται και άλλους να δολοφονούνται. Το συμβάν αυτό στο χωριό Φόμπινγκ θα πυροδοτήσει τη μεγάλη «Εξέγερση των Χωρικών». Η εξέγερση δεν θα αργήσει να εξαπλωθεί στα περισσότερα τμήματα της χώρας, με τους κατοίκους του Σάφολκ της επαρχίας της Ιστ Άνγκλια, αλλά και εκείνους του Κεντ της επαρχίας του Έσσεξ να οργανώνουν την πορεία τους προς το Λονδίνο για ακρόαση των αιτημάτων τους από τον Βασιλιά Ριχάρδο, η οποία θα ξεκινήσει στις 10 Ιουνίου του 1381, με τους εξεγερθέντες να καταφθάνουν στο Λονδίνο κατόπιν διαρκών λεηλασιών, καύσεως επαύλεων και φορολογικών εκθέσεων, παραγράφοντας, έτσι, χρέη και λοιπές υποχρεώσεις τους απέναντι στο κράτος.
Οι αρχηγοί των επαναστατών, o κατά πιθανολογία πρώην στρατιώτης Γουάτ Τάιλερ (Wat Tyler) και ο κληρικός Τζον Μπολ (John Ball), θα μπουν στο σχετικά ανυπεράσπιστο Λονδίνο στις 12 Ιούνη του 1381 και θα αφεθούν ελεύθεροι να λεηλατήσουν την πόλη και να δολοφονήσουν όσους αυλικούς θεωρούσαν προδότες ή απλά είχαν κάποιο θέμα μαζί τους. Οι φυλακισμένοι θα απελευθερωθούν, τα φορολογικά αρχεία της πόλεως θα γευτούν το πυρ, με την έπαυλη της Σαβοΐας, σπιτικό του Ιωάννη της Γάνδης, να έχει την ίδια μοίρα. Από το μένος των επαναστατών δεν θα γλιτώσουν ούτε ντόπιοι και ξένοι έμποροι, κληρικοί, δικηγόροι, ακόμη και ασθενέστερης ισχύος κυβερνητικοί εκπρόσωποι, οι οποίοι θα οδηγηθούν στην αγχόνη και στη γκιλοτίνα. Ο Βασιλιάς Ριχάρδος, παρακολουθώντας τις αναταραχές από τον Πύργο του Λονδίνου, θα δεχθεί να συνομιλήσει με τους ηγέτες των επαναστατών στο “Mile End” της Αγγλίας, ένα μεγάλο οικόπεδο στα περίχωρα του Λονδίνου, συνάντηση η οποία θα πραγματοποιηθεί στις 14 Ιουνίου.
Η ανακατανομή της γης της Εκκλησίας, η κατάργηση του κεφαλικού φόρου, η παραχώρηση προνομίων σε όλους τους χωρικούς όπως η άδεια για ψάρεμα και κυνήγι, η άρση των μέτρων που περιόριζαν τους μισθούς που μπορούσαν να ζητήσουν από τους γαιοκτήμονες οι χωρικοί και οι κολίγοι, η κυβερνητική εκπροσώπηση των χωρικών και η ολοκληρωτική κατάργηση του φεουδαλισμού ήταν τα αιτήματα των σύσσωμων εξεγερθέντων, για την εκπλήρωση των οποίων θα δώσει υποσχέσεις ο νεαρός Ριχάρδος. Την επόμενη μέρα (15 Ιούνη), αν και ένα κομμάτι των επαναστατών θα γυρίσει στα σπίτια του, ο Τάιλερ θα ζητήσει ακόμα μια ακρόαση με τον Βασιλιά Ριχάρδο Β΄, ο οποίος θα δεχθεί να εισακούσει ξανά τους στασιαστές στο Σμίθφιλντ, μια από τις επιμέρους περιοχές που απάρτιζαν το Λονδίνο (για άλλους βρισκόταν έξω από τα τείχη της πόλης), με την ακρόαση να καταλήγει στις υποσχέσεις του Βασιλιά για ικανοποίηση των λοιπών αιτημάτων των χωρικών.
Χωρίς να έχει προφανώς τη θέληση να ικανοποιήσει όντως τα αιτήματα των αγροτών, ο Βασιλιάς Ριχάρδος θα ενημερώσει όλες τις κομητείες της Αγγλίας μετά την αποχώρηση των επαναστατών από το Λονδίνο, σχηματίζοντας με αυτόν τον τρόπο στρατό, ο οποίος θα προβεί σε μαζικές σφαγές και εκτελέσεις χωρικών. Ο κληρικός Τζον Μπολ, ένας από τους ηγέτες του κινήματος, όπως είδαμε, θα κρεμαστεί από τις βασιλικές φρουρές του Ριχάρδου στην αγορά του Σεντ Άλμπανς, πόλης λίγα χιλιόμετρα βόρεια του Λονδίνου. Ο Τάιλερ, δολοφονημένος ήδη από την συνάντηση στο Σμίθφιλντ από τον Δήμαρχο του Λονδίνου Γουίλιαμ Γουόλγορθ (William Walworth) για επίδειξη ασέβειας απέναντι στον Βασιλιά φτύνοντας νερό στα πόδια του Ριχάρδου κατά τη διάρκεια της ακρόασης.
Κλείνοντας, τόσο η εξέγερση αυτή όσο και μερικές άλλες μικρότερης έκτασης που ξέσπασαν σε διάφορες περιοχές, θα κατασταλούν επιτυχώς από τον Βασιλιά, ο οποίος θα κρεμάσει το κεφάλι του Τάιλερ από τη γέφυρα του Λονδίνου για παραδειγματισμό. Παρ’ όλα αυτά, ο κεφαλικός φόρος θα καταργηθεί, οι γαιοκτήμονες θα συνειδητοποιήσουν την ισχύ των χωρικών και των κολλήγων αντιμετωπίζοντάς τους πλέον με μια σχετική επιείκεια, ενώ τα όρια στους μισθούς που μπορούσαν να ζητήσουν οι κολλήγοι από τους γαιοκτήμονες λόγω της έλλειψης εργατικών χεριών δεν θα επιβλέπονται τόσο σχολαστικά από τους κυβερνητικούς εκπροσώπους. Η φεουδαρχία πάντως, θα συνεχίσει να υφίσταται.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Peasants’ Revolt, worldhistory.org, Διαθέσιμο εδώ
- Poll Tax, houseofnames.com, Διαθέσιμο εδώ
- The Peasants’ Revolt 1381, marxists.org, Διαθέσιμο εδώ
- Wat Tyler and the Peasants Revolt, historic-uk.com, Διαθέσιμο εδώ