Της Γεωργίας Σκαμπελτζή,
Πολλές φορές στις προτιμήσεις του αναγνωστικού κοινού δεσπόζουν τα μυθιστορήματα, με αποτέλεσμα άλλα είδη πεζού λόγου να παραγκωνίζονται. Ωστόσο, μία νουβέλα με απλή, μα σφιχτοδεμένη πλοκή δύναται να τέρψει τον αναγνώστη. Σήμερα, λοιπόν, έχουμε στα χέρια μας μία καλαίσθητη έκδοση, τις Νουβέλες: «Το σακίδιο / Έρμαιο της τύχης» του Ζορίς-Καρλ Ουισμάνς, που διατίθεται από τις Εκδόσεις Σοκόλη. Η μετάφραση είναι της Ελένης Γύζη, ενώ η έκδοση συμπληρώνεται από την εισαγωγή που έχει επιμεληθεί ο Ανδρέας Στάικος.
Ο Ζορίς-Καρλ Ουισμάνς, έχοντας ολλανδική καταγωγή, ήταν Γάλλος μυθιστοριογράφος. Λόγω του πρόωρου θανάτου του πατέρα του και του νέου γάμου της μητέρας του, τα παιδικά του χρόνια δεν ήταν ιδιαίτερα ευχάριστα. Όσον αφορά την επαγγελματική του σταδιοδρομία, εργάστηκε ως γραφέας-αντιγραφέας στο Υπουργείο Εσωτερικών. Η πρώτη του επίσημη εμφάνιση στα γαλλικά γράμματα πραγματοποιήθηκε το 1874, με τη συλλογή διηγημάτων Le Drageoir aux épices. Μέσω του μυθιστορήματος που τιτλοφορείται Ανάστροφα καθιερώθηκε στο πεδίο της Λογοτεχνίας. Το 1905 τιμήθηκε με τη διάκριση του Αξιωματούχου της Λεγεώνος της Τιμής.
Ας περάσουμε, όμως, στα του βιβλίου. Η πρώτη νουβέλα, με τον τίτλο «Το σακίδιο», σχετίζεται με την προσωπική εμπειρία του συγγραφέα, ο οποίος είχε καταταχθεί στον στρατό προκειμένου να λάβει μέρος στον Γαλλοπρωσικό Πόλεμο. Ωστόσο, λόγω της δυσεντερίας που τον βασάνιζε, κατάφερε να απαλλαγεί από το καθήκον. Παρακολουθούμε, λοιπόν, τον ήρωά του, τον Ευγένιο, να έχει στρατευτεί λόγω του πολέμου με την Πρωσία. Έχοντας ως στόχο να μην πολεμήσει και με συνοδοιπόρο έναν ακόμα στρατιώτη, τον Φρανσίς, σκαρφίζεται διάφορες ιδέες για να επιτύχει τον στόχο του και να απολαύσει, παράλληλα, τις χαρές της ζωής. Με περιγραφές που αγγίζουν τα όρια του νατουραλισμού, δίνονται οι συνθήκες διαβίωσης των στρατιωτών, τραυματιών και ασθενών, καθώς και η συμπεριφορά τους προς τις νεαρές νοσηλεύτριες, ενώ αντί της σκοτεινότητας και της τρέλας του πολέμου, συναντάμε πιο «ελαφρές» και κωμικές στιγμές, όπως τον γιατρό που θεραπεύει τους πάντες με ζεστή γλυκόριζα.
Στο «Έρμαιο της τύχης» ακολουθούμε τον Ζαν Φολαντέν, έναν δημόσιο υπάλληλο που διάγει μια μονότονη ζωή, με την οποία, ωστόσο, φαίνεται να έχει συμβιβαστεί. Το δυσάρεστο –για τον ίδιο– επαγγελματικό περιβάλλον και η μοναχικότητα στην προσωπική του ζωή συνθέτουν την καθημερινότητα του ήρωα, η μόνη διέξοδος του οποίου είναι η «απόλαυση» αμφιβόλου ποιότητας φαγητού σε μικρά μαγειρεία λόγω του πενιχρού εισοδήματός του. Μια ζωή που ενίοτε ονειρεύεται διαφορετική, καθώς αναρωτιέται πώς θα είχε διαμορφωθεί η ζωή του εάν είχε δημιουργήσει τη δική του οικογένεια, όμως διστάζει να αλλάξει, ίσως γιατί έχει βολευτεί στην αδράνεια και τα ακύμαντα νερά της ρουτίνας του. Ακόμα, όμως, και σε αυτό το πλαίσιο ο συγγραφέας επιτυγχάνει να ψέξει τα κακώς κείμενα της τέχνης της εποχής του, τόσο για τη λογοτεχνία όσο και για την υποκριτική.
Ο συγγραφέας συστήνει στο αναγνωστικό κοινό δύο χαρακτήρες διαφορετικούς μεταξύ τους: Ο ένας υπομένει στο πλαίσιο του πολέμου τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης, προσπαθώντας, όμως, να βρει μια διέξοδο στις απολαύσεις της ζωής, ενώ ο άλλος παρουσιάζεται καθηλωμένος στη μιζέρια του, σε μια εργασία που δεν τον ικανοποιεί και σε συνήθειες της καθημερινότητας που, επίσης, δεν τον ευχαριστούν. Όπως εύστοχα επισημαίνει ο Ανδρέας Στάικος στην εισαγωγή του, «Τους ήρωες του Ουισμάνς τους χωρίζει μια τρίχα από την απελπισία, ένα μικρό βήμα από τον θάνατο. […] Προτιμούν και διαιωνίζουν τον εν ζωή θάνατό τους, έναν θάνατο διαρκείας, έναν θάνατο γλυκύ, έναν θάνατο πλουμιστό και πολύχρωμο».
Δύο νουβέλες που αντιπροσωπεύουν, μέσω των πρωταγωνιστών και των διαδρομών τους, την κοινωνία και τα χαρακτηριστικά της, ενώ, συγχρόνως, παρουσιάζουν τις στάσεις και τις αντιλήψεις της εποχής. Πρόκειται για μία έκδοση που διαβάζεται ευχάριστα και αναμφίβολα ανταποκρίνεται στον ορίζοντα προσδοκίας του αναγνώστη.