Του Κωνσταντίνου Γκότση,
Οι Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα, περισσότερο γνωστές με τη σύντμηση Σ.Δ.Ι.Τ, αποτελούν ένα μεγάλo κεφάλαιο για την ελληνική οικονομία και το κράτος, που, δυστυχώς, έχει αποδειχθεί ότι είναι μεγάλο «αγκάθι» για την ανάπτυξη της χώρας μας. Προφανώς, οι εξωτερικότητες σε έργα με αυτόν τον τρόπο πραγμάτωσης δεν συναντώνται μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλα κράτη.
Ωστόσο, γίνεται αντιληπτό πως τα προβλήματα και τα εμπόδια στην υλοποίηση (δημοσίων) έργων επιδεινώνονται στην ελληνική περίπτωση, που η αναποτελεσματικότητα, η αναξιοκρατία, η αδιαφορία, η γραφειοκρατία, η σπατάλη (και όχι μόνο!) τη χαρακτηρίζουν σε μεγάλο βαθμό για αρκετά χρόνια, με συνέπεια το κόστος, εν τέλει, να υπερτερεί του οφέλους.
Οι Σ.Δ.Ι.Τ. είναι ουσιαστικά μια συνεργασία ανάμεσα σε έναν κρατικό οργανισμό και μια ιδιωτική εταιρεία ή ένα σχήμα ιδιωτικών επιχειρήσεων, με σκοπό τη χρηματοδότηση, την υλοποίηση ή/και τη λειτουργία έργων, που υπόκεινται στο δημόσιο συμφέρον, όπως στις μεταφορές, την υγεία κ.ά., καθώς αρκετές φορές το Δημόσιο αδυνατεί ή απλά του είναι ασύμφορο να το πραγματοποιήσει χωρίς την αρωγή του ιδιωτικού τομέα. Με τη συμβολή της ποιοτικά ανώτερης τεχνογνωσίας και της καινοτομίας του ιδιωτικού τομέα, σε συνδυασμό με τα κατάλληλα κίνητρα που θα πρέπει να παράσχει ο δημόσιος φορέας, μπορεί να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα στη λειτουργία μιας υπηρεσίας, να γίνει η παράδοση ενός έργου εντός του απαιτούμενου χρονοδιαγράμματος και γενικότερα η τελική «ετυμηγορία» να είναι πολύ καλύτερη. Τα θετικά παραδείγματα, μάλιστα, είναι πάρα πολλά ανά τον κόσμο, ιδιαίτερα σε χώρες όπου η εγχώρια αγορά ευρύτερα είναι ανταγωνιστική, δηλαδή υπάρχουν εναλλακτικές στους αναδόχους, και το κράτος είναι σχετικά μικρό και αποτελεσματικό με περιορισμένη γραφειοκρατία, ενώ, παράλληλα, είναι ικανό να ασκεί επαρκή έλεγχο.
Στον αντίποδα, παρουσιάζονται και αρνητικά χαρακτηριστικά σε τέτοιες συμπράξεις, που μπορεί να επιβαρύνουν είτε το δημόσιο είτε τον ιδιώτη, ανάλογα κιόλας με την εκάστοτε σύμβαση και το έργο. Δηλαδή, σε περίπτωση που αυξηθεί το κόστος υλοποίησης ενός έργου ή σημειωθεί καθυστέρηση στην περάτωσή του, παράγοντες που παρατηρούνται συχνά κυρίως σε κατασκευαστικά έργα, το βάρος το επωμίζεται κανονικά ο ιδιώτης. Αντίστοιχα, αν εν τέλει ο ιδιώτης δεν τηρεί τις προδιαγραφές για τη σωστή διαχείριση μιας υπηρεσίας του δημοσίου (κίνδυνος διαθεσιμότητας) ή αν η ζήτηση είναι μικρότερη των εκτιμήσεων (κίνδυνος ζήτησης) το βάρος μπορεί να το φέρει ο ιδιώτης, εκτός αν αναγράφεται κάτι διαφορετικό στη συμφωνία. Συνήθως, βέβαια, μερίδιο των κινδύνων μεταφέρεται και στο δημόσιο.
Σχετικά με το τελευταίο, αν δεν υπάρχουν σημαντικές εγγυήσεις και μεταφορά του κινδύνου από την πλευρά του δημοσίου, τότε το κόστος είναι πολύ μικρό για τους φορολογούμενους, καθώς τα κόστη της κατασκευής ή/και της λειτουργίας του έργου καλύπτονται από τον ιδιώτη. Αν οι φορολογούμενοι δεν είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν «τέλη» ούτε στο ύψος του κόστους, η ζημιά πηγαίνει στον ιδιώτη, το έργο μένει και απλά περνά είτε σε άλλον ιδιώτη είτε εξ ολοκλήρου στο δημόσιο. Όταν, όμως, μεγάλο μέρος της αποζημίωσης πηγάζει από δημόσιο χρήμα, τότε ο κίνδυνος μεταφέρεται σε μεγάλο βαθμό στους φορολογούμενους για την υλοποίηση ενός έργου ή τη λειτουργία μια υπηρεσίας και σε αυτές τις περιπτώσεις οι προϋπολογισμοί είναι υψηλότεροι από όσο θα έπρεπε. Σε αυτά τα στοιχεία έγκειται και το μεγάλο πλεονέκτημα των Σ.Δ.Ι.Τ. ρίσκου ζήτησης (όταν ο ιδιώτης επωμίζεται μεγαλύτερο μέρος του κινδύνου) έναντι των Σ.Δ.Ι.Τ. πληρωμής διαθεσιμότητας (όταν το δημόσιο επωμίζεται μεγαλύτερο μέρος του κινδύνου).
Επίσης, ακόμα ένα μειονέκτημα που μπορεί να παρουσιαστεί είναι ενδεχομένως να γίνουν υπερβολικές περικοπές στις υπηρεσίες από τον ιδιώτη ή να αυξηθεί σημαντικά το κόστος προς τους καταναλωτές/φορολογούμενους, εφόσον δεν υπάρχει ο κατάλληλος έλεγχος από το κράτος, αφού η εταιρεία θα κατέχει μονοπωλιακή θέση σε αυτόν τον τομέα. Τέλος, παρατηρείται αρκετά συχνά να παρουσιάζονται και φαινόμενα διαφθοράς και κατασπατάλησης δημοσίου χρήματος, γεγονός που μπορεί να περιορίσει ή και να εξαλείψει τα όποια οφέλη έχει η ανάθεση ενός δημόσιου έργου στον ιδιωτικό τομέα.
Παραδείγματα αρκετών Δ.Ε.Κ.Ο. με αναποτελεσματική διαχείριση και αποτυχημένες (δημόσιες) επενδύσεις ωθούν αρκετές φορές το κράτος και τους φορείς του να απευθυνθούν στον ιδιωτικό τομέα. Ωστόσο, αυτό δεν αρκεί για να γίνει ένα έργο ή να λειτουργήσει μια υπηρεσία του δημοσίου αποτελεσματικά. Υπάρχουν κι άλλες προϋποθέσεις. Ας πάρουμε την περίπτωση του Ο.Σ.Ε., που ο Όμιλος από μόνος του σπατάλησε πολλά δισεκατομμύρια σε έργα και υπεροκοστολογημένες συμβάσεις, χωρίς να υπάρξει το απαιτούμενο αντίκρισμα όλα αυτά τα χρόνια. Από το 2014 έχει υποτίθεται δρομολογηθεί η ανάταξη του Ο.Σ.Ε. με χρηματοδότηση από ευρωπαϊκά και κρατικά κονδύλια και με αναδόχους των έργων να είναι ιδιωτικές κοινοπραξίες, παρόλα αυτά η πρόοδός τους έχει αποδειχθεί ελάχιστη (για μεγαλύτερη ανάλυση της περίπτωσης του Ο.Σ.Ε. διαβάστε εδώ).
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με άρθρο της Καθημερινής, περίπου 40 έργα Σ.Δ.Ι.Τ. βρίσκονται στα «σκαριά» εδώ και αρκετά χρόνια, αξίας κατά προσέγγιση € 5 δις. Η γραφειοκρατία, οι πηγές χρηματοδότησης από πολλούς διαφορετικούς φορείς και η τεχνική ωρίμανση των έργων αποτελούν από τις βασικότερες παραμέτρους που λειτουργούν ως τροχοπέδη στο ξεκίνημα, αλλά και την ολοκλήρωσής τους. Ένας ακόμα λόγος για τις κωλυσιεργίες αρκετών έργων αφορούν τους διαγωνισμούς για την ανάληψή τους από ιδιώτες, καθώς απαιτείται η επανάληψή τους για μετατροπή των όρων προκήρυξης, όπως έγινε με το έργο Σ.Δ.Ι.Τ. που αφορά την έκταση της πρώην ΧΡΩΠΕΙ στο Φάληρο, ώστε να γίνουν πιο ελκυστικές οι προϋποθέσεις και να υπάρξει υψηλότερο ενδιαφέρον.
Οι δημόσιοι πόροι για τα έργα Σ.Δ.Ι.Τ. αυτή τη στιγμή έχουν περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό, γεγονός που δείχνει πως οι προκαταρκτικές ενέργειες για τα προγραμματισμένα έργα Σ.Δ.Ι.Τ. έχουν γίνει, με τα έργα που έχουν απομείνει να προκηρυχθούν μέχρι το τέλος της δεκαετίας να είναι λίγα ακόμα. Ωστόσο, ως απόρροια του βαθύ κρατισμού και των περίπλοκων διαδικασιών τόσο στο χρηματοδοτικό κομμάτι όσο και στα υπόλοιπες διευθετήσεις, οι αναθέσεις και οι ολοκληρώσεις των έργων πραγματοποιούνται με βραδείς ρυθμούς. Αν δεν δοθούν τα απαιτούμενα κίνητρα και δεν γίνονται επαρκής έλεγχοι από το δημόσιο προς τους ιδιώτες-ενδιαφερόμενους για τα έργα και, παράλληλα, δεν διατηρείται το μεγαλύτερο μερίδιο του ρίσκου (κίνδυνος ζήτησης) στους ιδιώτες αναδόχους, οι καταστάσεις θα παραμείνουν λιμνάζουσες και το κόστος του δημόσιου θα είναι υπέρογκο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Τα δύο είδη σύμπραξης δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, liberal.gr, διαθέσιμο εδώ
- Με αργούς ρυθμούς προχωρούν τα έργα ΣΔΙΤ, kathimerni.gr, διαθέσιμο εδώ