Της Κατερίνας Χασιώτη,
Ο ουμανιστής κινηματογραφικός δημιουργός της Ιαπωνίας, Hirokazu Kore–eda, βγαίνει ξανά έξω από τα σύνορα της χώρας του και κινηματογραφεί μια ταινία, αυτή τη φορά με άρωμα από τη Νότια Κορέα. Αυτή είναι η δεύτερη ταινία του (μετά την ταινία Αλήθεια, της οποίας τα γυρίσματα έλαβαν χώρα στο Παρίσι με την Catherine Deneuve σε πρωταγωνιστικό ρόλο) που σκηνοθετεί όχι μόνο εκτός της Ιαπωνίας, αλλά και σε άλλη γλώσσα. Σε αυτό το εγχείρημα προέβη, διότι ήθελε να μιλήσει για ένα επίκαιρο και άκρως φλέγον θέμα που προκαλεί ανησυχία στη Νότια Κορέα, τα “drop boxes” που υπάρχουν συνήθως στις Κορεατικές εκκλησίες, όπου μητέρες οι οποίες αδυνατούν για διάφορους λόγους να μεγαλώσουν τα παιδιά τους τα αφήνουν εκεί ανώνυμα, κυρίως, προκειμένου να δοθούν για υιοθεσία.
Η ταινία ξεκινάει, όταν μια νεαρή γυναίκα, η So-young (Ji-eun Lee), με καλυμμένα τα χαρακτηριστικά της, αφήνει το μωρό της έξω από ένα “drop box” μιας εκκλησίας. Στη συνέχεια, δύο «μεσίτες» παράνομων υιοθεσιών, ο Sang-hyun (Song Kang-ho, ο εμβληματικός ηθοποιός των Παρασίτων) και ο Dong-soo (Gang Dong-won) παίρνουν το μωρό, σβήνοντας όλο το υλικό από τις κάμερες ασφαλείας που δείχνει ότι η γυναίκα και το παιδί ήταν κάποτε εκεί. Οι δυο τους διευθύνουν μια παράνομη επιχείρηση παροχής εγκαταλελειμμένων παιδιών σε άτεκνα ζευγάρια για υιοθεσία. Πρόκειται, δηλαδή, για δύο διακινητές μωρών στη μαύρη αγορά, που επιδιώκουν όποια αμοιβή μπορούν να διαπραγματευτούν. Όταν, όμως, η So-young, η μητέρα του μωρού επιστρέφει για τον γιο της, εκπληρώνοντας την υπόσχεση που άφησε σε ένα σημείωμα ότι θα ερχόταν πάλι πίσω, καταλήγει μαζί με τους δύο διακινητές στη συμφωνία ότι θα πάνε να ολοκληρώσουν την παράνομη υιοθεσία μαζί και θα μοιραστούν τα χρήματα που θα αποκτήσουν από αυτήν. Έτσι, ξεκινά ένα ασυνήθιστο –στην πραγματικότητα– και αρκετά παρακινδυνευμένο road trip για την επικείμενη υιοθεσία του παιδιού στη μαύρη αγορά. Ωστόσο, αυτό που δε γνωρίζει κανείς από τους τρεις είναι ότι ένα ζευγάρι γυναικών ντετέκτιβ (η Doona Bae και η Lee Joo-young) παρακολουθούσαν εδώ και καιρό τους διακινητές και περίμεναν να τους πιάσουν επ’ αυτοφόρω.
Αρχίζει, λοιπόν, ένα παράξενο ταξίδι αναζήτησης, αρχικά για την καλύτερη τιμή και εν τέλει για μια καλύτερη ζωή για το μικρό αγοράκι, με συνοδοιπόρους τρεις ανθρώπους και με μόνο κοινό παρονομαστή ότι υπήρξαν όλοι τους ορφανοί. Οι ίδιοι γνώριζαν από τα δικά τους βιώματα τα κενά και τις παραλήψεις που έχει το σύστημα της πρόνοιας. Πολλά παιδιά έμεναν ξεχασμένα στα ορφανοτροφεία και κατέληγαν να μεγαλώνουν μόνα τους, όπως και ένα μικρό σκανταλιάρικο αγόρι, ο Hae–jin, το οποίο κρύφτηκε στο βανάκι του Sang-hyun προκειμένου να βρει μόνο του τη δική του οικογένεια.
Η εν λόγω ταινία, από μία τελείως αντικειμενική σκοπιά χωρίς συναισθηματισμούς, αφορά την εμπορία βρεφών. Ο ίδιος ο Kore–eda χτίζει σταδιακά ένα κλίμα κατανόησης και αλληλεγγύης προς τους χαρακτήρες, εγείροντας, παράλληλα, αμφισβητήσεις ως προς την κρίση των θεατών για το ποιόν τους. Γεννάται το ερώτημα εάν είναι καλύτερο για ένα μωρό να μπει στο προβληματικό κορεατικό σύστημα αναδοχής ή να πουληθεί σε μια οικογένεια που θα το αγαπήσει και θα το φροντίσει. Η ταινία δεν απαντά άμεσα σε αυτό το ερώτημα, αλλά το αφήνει να αιωρείται στον αέρα μέχρι το τέλος, αντανακλώντας πώς θα κριθούν οι χαρακτήρες στην πορεία.
Οι ταινίες του Ιάπωνα κινηματογραφιστή, όχι μόνο το Broker, είναι τα πιο ταιριαστά παραδείγματα ως προς το ότι ο κινηματογράφος μπορεί να αποτελέσει μηχανή ενσυναίσθησης. Δεν ζητείται απλώς από τον θεατή να μπει στη θέση κάποιου άλλου, αλλά απαιτείται η κατανόηση και η συμπόνια για ανθρώπους που συναντά στην καθημερινότητα. Είναι αιτήματα συμπόνιας όχι μόνο για τους ανθρώπους του ως χαρακτήρες στις ταινίες του, αλλά και για τις «ιδιόρρυθμες» οικογένειές τους. Αυτό διαφαίνεται και στη συγκεκριμένη ταινία, καθώς οι διακινητές με αφορμή μια παράνομη πράξη εν τέλει συνδέθηκαν με δεσμούς στενούς, εφάμιλλους, με αυτούς μιας οικογένειας. Επιπλέον, χρησιμοποιεί το μελόδραμα όχι απλώς για να χειραγωγήσει το κοινό του, αλλά για να μετατοπίσει το συναισθηματικό κέντρο των θεατών του και να απομακρύνει κάθε είδους κατάκριση. Παρουσιάζει τους χαρακτήρες του με τόση ανθρωπιά που καταλήγει να τους αγαπάει και να τους καταλαβαίνει και ο ίδιος ο θεατής.
Εν κατακλείδι, κανένας δεν είναι σε θέση να κατανοήσει σε βάθος την έννοια της οικογένειας, την ανάγκη του ανθρώπου να ανήκει κάπου, καθώς και την αλληλοφροντίδα που υπάρχει στο πλαίσιο της οικογένειας καλύτερα από τον Ιάπωνα σκηνοθέτη. Με την ταινία Broker γίνεται σαφές ότι οι αδιανόητες αποφάσεις ζωής, όπως η εγκατάλειψη ενός βρέφους, δεν λαμβάνονται εύκολα. Συχνά λαμβάνονται από ανθρώπους που έχουν φτάσει σε μια διασταύρωση, όπου καμία κατεύθυνση δεν τους φαίνεται σωστή. Όλοι συναντούν εμπόδια και σκοντάφτουν στη ζωής τους, είναι, όμως, οι άνθρωποι που συναντά κανείς στην πορεία αυτοί που τελικά μένουν και σε βοηθούν να σηκωθείς και να συνεχίσεις.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Κάννες 2022: «Broker» ανθρωπιάς, ακόμα μία φορά, ο Χιροκάζου Κόρε-Εντα, flix.gr, διαθέσιμο εδώ