Της Ειρήνης Λάττα,
Τα παιδιά της χορωδίας (γαλλικά: Les Choristes) είναι μία δραματική ταινία του 2004, γραμμένη από τον Christophe Barratier. Το σενάριο γράφτηκε από τους Barratier και Philippe Lopes-Curval και πρόκειται για προσαρμογή της ταινίας του 1945, La Cage aux rossignols. Η ταινία βασίζεται στην προέλευση της χορωδίας «Οι Μικροί Τραγουδιστές» του Παρισιού. Είναι μια ταινία την οποία και απέφευγα να δω, καθώς τη θεωρούσα αρκετά «βαριά», μιας και κεντρικό της θέμα είναι ένα γαλλικό αναμορφωτήριο ανήλικων παιδιών κατά το 1948. Πολλά από τα παιδιά που βρίσκονταν εκεί, και ένας από τους κύριους πρωταγωνιστές, ο Πεπινό (Maxence Perrin) είχαν χάσει μέχρι και τους γονείς τους. Η ταινία, μάλιστα, ξεκινάει με τον ίδιο να συναντάει τον παλιό του συμμαθητή και φίλο, αλλά και επιτυχημένο ηθοποιό, Πιέρ Μοράνζ (Jean-Baptiste Maunier και Jacques Perrin) και μαζί να νοσταλγούν τα παλιά χρόνια. Θυμήθηκαν έντονα την έμπνευση που είχαν όλα αυτά τα χρόνια, η οποία προήλθε –κυρίως– από τον δάσκαλό τους.
Το κύριο θέμα της συγκεκριμένης ταινίας ήταν η αλλαγή όλης της νοοτροπίας του σχολείου-αναμορφωτηρίου, μετά την έλευση του καινούριου δασκάλου, Κλεμέντ Ματιέ (Gérard Jugnot). Ο Ματιέ, ο οποίος, έως εκείνη τη στιγμή, ήταν ένας άνεργος δάσκαλος, μένει έκπληκτος από τη σκληρή πραγματικότητα της σχολικής ρουτίνας και κυρίως, από τις ακραίες και αναποτελεσματικές μεθόδους που μέχρι τώρα εφάρμοζε ο διευθυντής του οικοτροφείου, Ρασίν (François Berléand). Γι’ αυτό και, αφού γνώρισε τους μαθητές, αποφάσισε να δημιουργήσει μία παιδική χορωδία, με τους μαθητές του να την πλαισιώνουν. Ο Ματιέ αποφασίζει να ξεκινήσει έναν αγώνα, με σκοπό να προσφέρει μια πνοή αλλαγής στο οπισθοδρομικό και αυστηρό ίδρυμα, διδάσκοντας στα παιδιά τη μαγεία και τη δύναμη της μουσικής, αλλάζοντας με αυτό τον τρόπο τις ζωές τους για πάντα. Ήταν τα καλύτερα χρόνια της ζωής τους. Μόνο που κάποιος έπρεπε να τους το μάθει. Η στάση του Ματιέ ήταν ιδιαίτερα διακριτική προς τα παιδιά, αλλά και προς τον Ρασίν, καθώς δεν ήταν λίγες οι φορές που τα κάλυπτε και έπαιρνε αυτός την ευθύνη των δικών τους πράξεων, ενώ, ταυτόχρονα, δεχόταν τη σκληρή και άδικη συμπεριφορά του διευθυντή προς το πρόσωπό του. Ακόμη και όταν ο Ρασίν ήθελε να καταστείλει τη λειτουργία της χορωδίας, ο Ματιέ τη συνέχισε μυστικά, γιατί ήξερε το πόσο άρεσε στα παιδιά και πόσο τα ηρεμούσε.
Η αλήθεια είναι πως αυτή η χορωδία ήταν ό,τι καλύτερο είχε υπάρξει στο σχολείο αυτό, όπως και ο δάσκαλος, αφού ήταν εκείνος ο οποίος δεν τιμωρούσε τα παιδιά, ούτε τα κακοποιούσε, αλλά αγαπούσε τόσο αυτό που έκανε, αγαπούσε τόσο πολύ τη μουσική και να διδάσκει, που κατάφερε να κερδίσει αυτά τα πονεμένα παιδιά και να τους χαρίσει μία από τις πιο ωραίες αναμνήσεις της ζωής τους. Ναι, τα παιδιά είχαν για πάντα να θυμούνται την όμορφη αυτή ανάμνηση της χορωδίας, αλλά –κυρίως– του δασκάλου τους, Ματιέ, ο οποίος με ένα μαγικό τρόπο κατάφερε να γίνει στα μάτια μας ο ορισμός του Δασκάλου. Διαβάζοντας τα δύο παιδιά (Πεπινό και Μοράνζ) το ημερολόγιό του, ξαναζωντάνεψαν όλες οι αναμνήσεις και τους δόθηκε η ευκαιρία να καταλάβουν ακόμα περισσότερο το μεγαλείο της προσωπικότητάς του. Ο ίδιος έδινε καθημερινά τον εαυτό του σε κάθε παιδί, το αγαπούσε και το νοιαζόταν αληθινά, κάτι που είναι η ουσία του πραγματικού παιδαγωγού.
Όπως είναι φυσικό, ένας τέτοιος παιδαγωγός σίγουρα δε ξεχνιέται. Γι’ αυτό και, όπως καταλαβαίνετε, δεν μετάνιωσα καθόλου που παρακολούθησα την ταινία αυτή, αλλά αντίθετα σκεφτόμουν μήπως έπρεπε να την είχα δει και νωρίτερα!
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Τα Παιδιά της Χορωδίας, alterthess.gr, διαθέσιμο εδώ