14.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΗ Μάχη στην Άμπλιανη Φωκίδας: Ένα ηρωικό έπος

Η Μάχη στην Άμπλιανη Φωκίδας: Ένα ηρωικό έπος


Του Δημήτρη Καρυδάκη,

Κοιτώντας πίσω στον χρόνο, δεν είναι λίγες οι φορές κατά τις οποίες η ιστορία μας φανερώνει τα τεράστια αποθέματα της ατελείωτης αίγλης της, είτε αυτά έχουν την μορφή μεγάλων προσωπικοτήτων των οποίων το στίγμα παραμένει χαραγμένο στις ίνες του χώρο-χρόνου, είτε αυτά αποκτούν «σάρκα και οστά» δια μέσου θρυλικών συγκρούσεων στο πεδίο της μάχης.

Η ιστορία έχει τον τρόπο της όχι μόνο να μας εκστασιάζει και να μας βάζει σε σκέψη, αλλά παράλληλα να μας «ταπεινώνει», καθώς παρουσιάζεται εμπρός μας η ευκαιρία να μπούμε κατά κάποιο τρόπο στα παπούτσια σημαντικών ανθρώπων προκειμένου να «τεστάρουμε» τους εαυτούς μας σχετικά με το πώς θα χειριζόμασταν εμείς τις περιστάσεις που κλήθηκαν εξαρχής εκείνοι να αντιμετωπίσουν. Επομένως, η ιστορία δεν έχει μονάχα έναν εκπαιδευτικό και διδακτικό ρόλο, αλλά και έναν βιωματικό και άκρως πανανθρώπινο, εφόσον μέσω αυτής καλούμαστε συνάμα σε ένα διαρκές και σχετικά δύσβατο μονοπάτι αυτοβελτίωσης, το οποίο φανερώνει τόσο εμάς στους ίδιους μας τους εαυτούς, αλλά και μας δίνει την δυνατότητα να δούμε αυτά καθ’ αυτά τα αγαπημένα μας ιστορικά πρόσωπα μέσα από πιο ανθρώπινα και όχι τόσο εξωραϊσμένα «κιάλια».

Στο παρόν άρθρο, λοιπόν, «παγώνουμε» τον χρόνο πάνω σε μια από τις πιο ηρωικές μάχες του Αγώνα για την Εθνική Παλιγγενεσία των Ελλήνων, της οποίας η έκβαση διαφύλαξε το ενεργό και δραστήριο «στάτους» της Επανάστασης σε καιρούς μεγάλης αβεβαιότητας.

Τέλη του 1823 και η Οθωμανική Αυτοκρατορία φαίνεται εντελώς αδύναμη πλέον να καταστείλει τους Έλληνες «στασιαστές», με την Επανάσταση να εδραιώνεται ολοένα και περισσότερο στις απελευθερωμένες περιοχές της Ελλάδος. Οι προηχθείσες καλοκαιρινές εκστρατείες του Μουσταή Πασά της Σκόδρας και του Ομέρ Βρυώνη στην Δυτική Στερεά Ελλάδα, αλλά και εκείνες του Γιουσούφ Πασά Περκόφτσαλη και του Σαλήχ Αδριανουπόλεως στην Ανατολική Στερεά αποδείχθηκαν αποτυχημένες ως προς την κατάπνιξη του Αγώνα των Ελλήνων, οδηγώντας εν τέλει την Υψηλή Πύλη σε στρατιωτικό αδιέξοδο. Ως συνακόλουθο αποτέλεσμα αυτού του αδιεξόδου, ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β’ θα έρθει σε διπλωματικές επαφές με τον Βαλή («διοικητή») της Αιγύπτου Μεχμέτ Αλί (περίοδος: 1805-1848) την άνοιξη του 1824, με σκοπό να ανανεώσει τις πιθανότητές του σχετικά με την επιτυχή καταστολή της Ελληνικής Επανάστασης. Ως αντάλλαγμα για την παροχή της Αιγυπτιακής «χειρός βοηθείας», ο Σουλτάνος θα υποσχεθεί την παραχώρηση της Κρήτης και της Πελοποννήσου στον υιό του Μεχμέτ Αλί, Ιμπραήμ Πασά της Αιγύπτου, ο οποίος θα διοριστεί Βαλής των άνωθεν περιοχών τον Μάρτη του 1824.

Από αριστερά προς τα δεξιά οι Κίτσος Τζαβέλας, Παναγιώτης Νοταράς και Νάκος Πανουριάς, 23, 21 και 23 ετών αντίστοιχα όταν διεξήχθη η μάχη. Πηγή εικόνας: cognoscoteam.gr

Στο Ελληνικό μέτωπο, το πρώτο συναφθέν δάνειο του Αγώνα ύψους 800.000 λιρών με τους Βρετανικούς τραπεζικούς οίκους Loughiman, O’ Brion και Ellice Co στις 9 Φλεβάρη του 1824, αν και θα προσφέρει μια σχετικά μικρή ανάσα στους Έλληνες αγωνιστές, εν τέλει θα κατασπαταληθεί και θα αποτελέσει έναν από τους σημαντικότερους λόγους (μεταξύ άλλων) για το ξέσπασμα του πρώτου ένδο-επαναστατικού Ελληνικού Εμφυλίου (φθινόπωρο 1823 ή αρχές 1824-Ιούλιος 1824). Ο πρώτος αυτός καταστροφικός εμφύλιος, θα απομονώσει σημαντικούς στρατιωτικούς ηγέτες του Αγώνα όπως λ.χ. ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο Νικήτας Σταματελόπουλος (Νικηταράς «Τουρκοφάγος»), ο Οδυσσεύς Ανδρούτσος και ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, και αυτό την κρίσιμη ώρα που το Οθωμανικό σχέδιο για προέλαση στην Στερεά και τον Μοριά ήταν ήδη έτοιμο για εφαρμογή.

Σε μια πρώτη του φάση, το τούρκο-αιγυπτιακό σχέδιο περιελάμβανε την ένωση του Οθωμανικού στόλου με την Αιγυπτιακή αρμάδα και την διάλυση των ισχυρότερων ναυτικών βάσεων των Ελλήνων σε Κάσο, Ψαρά, Σάμο, Ύδρα και Σπέτσες, πράγμα το οποίο θα επιτευχθεί, με την καταστροφή και υποδούλωση της Κάσου τον Μάη του 1824, αλλά και των Ψαρών τον αμέσως επόμενο μήνα, με την Κρήτη και την Εύβοια να υποτάσσονται τον ίδιο μήνα με την Κάσο. Στο χερσαίο του πεδίο, το Οθωμανικό πλάνο προέβλεπε την επιστράτευση του Δερβίς Πασά, ο οποίος θα επωμιζόταν το έργο της καταστολής της Επανάστασης στην Στερεά Ελλάδα αλλά και την παράλληλη καταστολή του Αγώνα στον Μοριά από τους Αιγυπτίους του Ιμπραήμ. Επομένως, ο Δερβίς Πασάς, έχοντας υπό τη δικαιοδοσία του τον Γιουσούφ Πασά Περκόφτσαλη αλλά και τον Αμπάζ Ντίπρα, θα ξεκινήσει την κάθοδό του στην Στερεά από την Λάρισα με 15.000 στρατό, στρατοπεδεύοντας αρχικά στην Λαμία, την στιγμή που ο Ομέρ Βρυώνης με αφετηρία την Άρτα ετοιμαζόταν να εισβάλλει στην Ναύπακτο μέσω Αιτωλοακαρνανίας με ένα σώμα 5.000 στρατιωτών.

Την ίδια στιγμή, ο Ομέρ της Καρύστου, με ένα σώμα των 3.000, θα εισέβαλλε στην Αθήνα προκειμένου να θέσει το Λεκανοπέδιο της Αττικής υπό τον έλεγχό των Οθωμανών. Στις 23 Ιουνίου ο Δερβίς Πασάς στρατοπεδεύει στο Λιανοκλάδι και δημιουργεί 3 ανοιχτά μέτωπα τα οποία θα διευκόλυναν την κάθοδο της στρατιάς του προς την Φωκίδα. Το πρώτο κομμάτι εκ των 15.000 στρατιωτών του Δερβίς Πασά αποτελούνταν από 1.500 πεζικάριους, οι οποίοι ξεκινώντας από το Λιανοκλάδι, θα προσέγγιζαν το Λιδωρίκι μέσω Οίτης και Υπάτης, ενώ το δεύτερο και μεγαλύτερο παρακλάδι υπό τους Περκόφτσαλη και Ντίπρα αποτελούμενο από 10.000 πεζούς, 2 κανόνια και 1.000 ιππείς θα επιτίθεντο στην Άμφισσα δια μέσου Μπράλλου και Γραβιάς. Τρίτο και τελευταίο, οι λοιποί 2.000 πεζοί και 500 ιππείς υπό τον ίδιο τον Δερβίς Πασά θα αποτελούσαν εφεδρικό σώμα με σκοπό την επιτήρηση του δικτύου συγκοινωνιών πίσω στο στενό των Θερμοπυλών. Ο Ομέρ της Καρύστου θα αποβιβαστεί στον Ωρωπό στις 5 Ιουλίου του 1824, μόνο για να γευτεί ταπεινωτική ήττα από την σθεναρή Ελληνική αντίσταση των 550 κλεφτών του Γιάννη Γκούρα, ο οποίος σαν ένας σύγχρονος Μιλτιάδης θα υπερφαλαγγίσει τους «Πέρσαι» του Ομέρ της Καρύστου στον Μαραθώνα, αποσυνθέτοντας το ένα από τα τρία μεγάλα μέτωπα της Οθωμανικής εισβολής.

Οι αμυντικές θέσεις των Ελλήνων έναντι των Οθωμανών. Πηγή εικόνας: cognoscoteam.gr

Λίγες μέρες μετά την θριαμβευτική νίκη στον Μαραθώνα και με τους Έλληνες συνειδητοποιημένους για το εύρος της Οθωμανικής εισβολής, η Ελληνική επαναστατική κυβέρνηση θα προβεί σε ταχεία αντεπίθεση με την επιστράτευση 11.000 μαχητών σε όλη την Στερεά Ελλάδα, τοποθετώντας συγκεκριμένα: Στα Άγραφα (3.000), στο Μακρυνόρος (500) για αντιμετώπιση επικείμενης εισβολής του Ομέρ Βρυώνη, στη Ναύπακτο (400), στο Λιδωρίκι (2.500), στα Σάλωνα (2.500), στο Ζεμενό (1.000) και στην Αττική (1.000) για την εκ νέου εκδίωξη του Ομέρ της Καρύστου σε περίπτωση που του έμπαιναν ξανά ιδέες. Παρόλες τις ευρεθείσες δυνάμεις, η Φωκίδα παρέμενε υπο-προστατευμένη, καθώς την ασφάλειά της θα εξασφάλιζαν μονάχα 600 κλέφτες υπό τον Νάκο Πανουργιά και 250 Σουλιώτες υπό την ηγεσία του Γεωργίου Δράκου, του Χριστόφορου Περραιβού κ.α. Στους 850 κλέφτες υπερασπιστές της Φωκίδος, θα προστεθούν στις 13 Ιουλίου 200 με τον Παναγιώτη Νοταρά ως ηγέτη και ακόμη 130 γενναίοι Σουλιώτες υπό τους Κίτσο Τζαβέλλα και Γεώργιο Καραϊσκάκη.

Την άμυνα της Φωκίδας θα επιμεληθεί ο Γέρο-Πανουργιάς, ο οποίος σαν άξιος απόγονος του Λεωνίδα θα επιλέξει ως σημείο άμυνας απέναντι στους 11.000 προελαύνοντες Οθωμανούς του Περκόφτσαλη και του Ντίπρα, την Άμπλιανη (σημερινός Ελαιώνας Φωκίδας), σημείο ζώσας σημασίας εξαιτίας των απότομων γκρεμών που το περιβάλλουν σαν χωριό, αλλά και της άγριας του φύσης, στοιχεία τα οποία θα επέτρεπαν την αποτελεσματική αναχαίτιση και αποδυνάμωση της αριθμητικής ισχύος των Οθωμανών, από τη στιγμή που το δύσβατο «τερέν» θα απέκλειε την δυνατότητα ομαλής εξάπλωσης του συνόλου των Οθωμανικών στρατευμάτων σε όλο το εύρος της περιοχής. Οι Έλληνες αγωνιστές θα σχηματίσουν μια αμυντική γραμμή αποτελούμενη από 10 «ταμπούρια» ή χαρακώματα, τοποθετώντας στο κέντρο τους τούς 250 Σουλιώτες, στα αριστερά τους 600 του 23χρονου παρακαλώ Νάκου Πανουργιά, και στα δεξιά οι 330 άνδρες του 23χρονου Τζαβέλλα και του 21χρονου Νοταρά. Παράλληλα, ένα σώμα των διακοσίων υπό τον Γεώργιο Καλμούκη θα περίμενε την κατάλληλη στιγμή για δράση μεταξύ Παρνασσού και Γκιώνας.

Τιμητική πλάκα για τους εμπλεκόμενους στη μάχη. Πηγή εικόνας: arxeion-politismou.gr

Οι Οθωμανοί, συνεχίζοντας την κάθοδό τους προς τη Φωκίδα, θα διανυκτερεύσουν στην Γραβιά, και το πρωί της 14ης Ιουλίου θα καταφθάσουν στην Άμπλιανη, προετοιμασμένοι για αιματηρή μάχη. Οι Τούρκοι θα χωρίσουν τον στρατό τους σε τρία κομμάτια, με το πρώτο να αποτελείται από 3.000 Αλβανούς υπό τον Αμπάζ Ντίπρα, το οποίο θα τοποθετηθεί στην δεξιά πλευρά της παράταξης, απέναντι στους 600 κλέφτες του νεαρού Πανουργιά. Στο κέντρο, απέναντι από τους 250 Σουλιώτες, οι Τούρκοι θα παρατάξουν 3.500 στρατιώτες και 2 πολεμικά κανόνια υπό τις διαταγές του Περκόφτσαλη, ενώ η αριστερή πλευρά με 4.000 ατάκτους Μουσουλμάνους υπό τον Σουλεϊμάν Μπέη, ο οποίος θα ορμούσε στους 330 σκληροτράχηλους άνδρες του Κίτσου Τζαβέλλα και του Παναγιώτη Νοταρά. Με την σιγή να επικρατεί και το αίμα να «βράζει», το πρώτο σάλπισμα του πολέμου ήχησε.

Από νωρίς το πρωί της 14ης Ιούλη μέχρι και αργά το απόγευμα, μάλλον μέχρι τις 6 με 7 το απόγευμα, οι συνεχόμενες έφοδοι των Οθωμανικών στρατευμάτων αν και θα φανούν αδύναμες να διασπάσουν την αμυντική οχύρωση των Ελλήνων, σίγουρα θα εξασθενήσουν αρκετά την Ελληνική πλευρά, η οποία αν και βαστούσε καλά, ήταν φανερό ότι χρειαζόταν ένα δεκανίκι. Ύστερα από ώρες μαχών, το εφεδρικό σώμα του Καλμούκη θα εξορμήσει την καταλληλότερη στιγμή από τα βουνά, πλαγιοκοπώντας την αριστερή πλευρά των ατάκτων του Σουλεϊμάν Πασά, σπέρνοντας πανικό στα Οθωμανικά στρατεύματα, τα οποία θα ξεκινήσουν άμεση και άτακτη υποχώρηση προς το Οθωμανικό κέντρο. Βούτυρο στο ψωμί του Ελληνικού κέντρου σαν ήταν, οι 250 Σουλιώτες θα προβούν σε αντεπίθεση μειώνοντας σταδιακά την απόσταση ανάμεσα σε αυτούς και στο Οθωμανικό κέντρο των 3.500 χιλιάδων του Περκόφτσαλη, αναγκάζοντας τον τελευταίο μέσα στην σύγχυση να διατάξει μαζική υποχώρηση προς το στρατόπεδο της Γραβιάς. Το Οθωμανικό δεξιό κομμάτι υπό τον Ντίπρα, πιεζόμενο από το Ελληνικό κέντρο, θα τραπεί σύντομα και αυτό εις άτακτον φυγήν.

Η μάχη της Άμπλιανης θα αποβεί άκρως επιτυχημένη για τους Έλληνες, καθώς θα κατορθώσουν με τραγελαφικά μικρές απώλειες των 37 περίπου ανδρών να απωθήσουν την αριθμητικά οκταπλάσια Οθωμανική στρατιά, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στην κατάλυση του Στερεοελλαδίτικου μετώπου των Οθωμανών, και την αναχαίτιση των επιδιώξεων της Υψηλής Πύλης για καταστολή της Ελληνικής Επανάστασης.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Από το σχέδιο των “τριών τμημάτων” στην Ιουλιανή Συνθήκη, ime.gr, Διαθέσιμο εδώ
  • 14 Ιουλίου 1824: Η νικηφόρα μάχη στην Άμπλιανη Φωκίδας. Οι επαναστάτες συντρίβουν την ισχυρότατη στρατιά εισβολής του Δερβίς πασά, varsos1821.gr, Διαθέσιμο εδώ
  • Ελληνικός Εμφύλιος 1823-1825: Έλληνες εναντίον Ελλήνων, enromiosini.gr, Διαθέσιμο εδώ
  • Τα δάνεια του αγώνα του ΄21: Μέρος Γ’, huffingtonpost.gr, Διαθέσιμο εδώ
  • 1821: Ημέτεροι και μεσάζοντες «έφαγαν» τα δάνεια του Αγώνα, ethnos.gr, Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Δημήτρης Καρυδάκης
Δημήτρης Καρυδάκης
Γεννήθηκε το 2001 και μεγάλωσε στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος του τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Μιλάει άπταιστα την Αγγλική γλώσσα, και στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται με την ανάγνωση βιβλίων, την γυμναστική και την παρακολούθηση ταινιών αλλά και τηλεοπτικών σειρών.