12.1 C
Athens
Πέμπτη, 26 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΑναντιστοιχίες στην αγορά εργασίας: Η τροχοπέδη της πραγματικής ανάπτυξης

Αναντιστοιχίες στην αγορά εργασίας: Η τροχοπέδη της πραγματικής ανάπτυξης


Της Αναστασίας Μπουραντά,

Εξαιτίας των επαναλαμβανόμενων λουκέτων και του «παγώματος» της οικονομίας κατά την περίοδο του Covid-19, το εργασιακό περιβάλλον άλλαξε άρδην. Mεγάλο μέρος των απασχολούμενων έμειναν άνεργοι, μεταφέρθηκαν σε άλλο κλάδο εργασίας, από πλήρη έχουν πλέον μερική απασχόληση ή δουλεύουν από το σπίτι (τηλεργασία) και μάλιστα σε αρκετές περιπτώσεις, για εταιρείες του εξωτερικού, όπου και πετυχαίνουν καλύτερες απολαβές.

Τα φαινόμενα αυτά στην ελληνική αγορά εργασίας παρατηρούνται μέχρι και σε κλάδους που είχαν γρήγορη ανάκαμψη από την ύφεση της πανδημίας, που, όμως, αδυνατούν ακόμη και σήμερα να απορροφήσουν το απαιτούμενο εργατικό δυναμικό. Ωστόσο, το γεγονός αυτό δεν οφείλεται εξ ολοκλήρου στις αλλαγές που έφερε η πανδημία. Ακόμα και πριν από το ξέσπασμα του κορονοϊού, η χώρα μας αντιμετώπιζε χρόνια προβλήματα διάρθρωσης της απασχόλησης.

Σήμερα, ο αριθμός των κενών θέσεων εργασίας έχει αυξηθεί κατά 83,4% το πρώτο τρίμηνο του 2023 σε σύγκριση με το πρώτο τρίμηνο του 2022. Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε πρόσφατα στη δημοσιότητα η Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία (ΕΛ.ΣΤΑΤ.), για κάθε κενή θέση εργασίας στο σύνολο της εθνικής οικονομίας αντιστοιχούν 18 άνεργοι, γεγονός που δείχνει αφενός ότι η μείωση του ποσοστού ανεργίας δημιουργεί ουσιαστικά δυσκολίες στην κάλυψη θέσεων εργασίας και αφετέρου ότι οι δεξιότητες των ανέργων δεν αντιστοιχούν στις δεξιότητες που απαιτούνται και αναζητούνται από τις επιχειρήσεις. Έτσι, το α’ τρίμηνο του 2023 ο αριθμός των κενών θέσεων εργασίας αυξήθηκε κατά 83,4% σε σχέση με το α’ τρίμηνο του 2022, ενώ το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες πριν από ένα χρόνο στο 11,8%.

Πηγή εικόνας: ot.gr

Η συσχέτιση μεταξύ των δύο μεταβλητών αναμένεται να είναι αρνητική, καθώς λιγότεροι άνεργοι θα πρέπει να δυσχεραίνουν την πλήρωση κενών θέσεων εργασίας (καμπύλη Beveridge). Όμως, σύμφωνα με τους ειδικούς, η συσχέτιση μεταξύ των δύο μεγεθών αποτελεί, επίσης, ένδειξη της λεγόμενης αναντιστοιχίας δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας, ιδίως μετά τα πρώτα σοκ από την πανδημία του Covid-19 τα τελευταία χρόνια.

Στο πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους υπήρχαν 30.497 κενές θέσεις εργασίας και εκτιμάται ότι την ίδια περίοδο υπήρχαν 550.535 άνεργοι, γεγονός που αντιπροσωπεύει αύξηση 83,4% στις κενές θέσεις εργασίας σε σύγκριση με το πρώτο τρίμηνο του 2022, που ήταν 16.603, και αύξηση 148,4% στην αντίστοιχη σύγκριση από το 2022 στο 2021 (Καθημερινή).

Το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε από 13,8% το πρώτο τρίμηνο του 2022 σε 11,9% το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία, ο αριθμός των απασχολουμένων ανήλθε σε 4.098.011 άτομα (υποχώρηση κατά 0,9% συγκριτικά με το προηγούμενο τρίμηνο και ενίσχυση κατά 1,3% σε σχέση με την ίδια περίοδο πέρυσι). Ο αριθμός των ανέργων ήταν 550.535, μειωμένος κατά 1,4% σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2022 και κατά 14,9% σε σχέση με την ίδια περίοδο πέρυσι. Ο αριθμός των ατόμων που δεν ανήκουν στο εργατικό δυναμικό, δηλαδή των “υποαπασχολούμενων”, δηλαδή των ατόμων που δεν εργάζονται και δεν αναζητούν εργασία, ήταν 4.392.839 (Καθημερινή).

Η ελληνική αγορά εργασίας έχει ιστορικά υποφέρει σε αυτόν τον τομέα

Σύμφωνα με στοιχεία μελέτης του Eurofound, που βασίζονται σε έρευνες επιχειρήσεων που συλλέχθηκαν το 2019, η Ελλάδα έχει πολύ χαμηλό ποσοστό εργαζομένων με τις κατάλληλες δεξιότητες για τις θέσεις εργασίας στις οποίες εργάζονται. Μόνο το 33% των επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην έρευνα ανέφεραν ότι η πλειονότητα των εργαζομένων τους (άνω του 80%) διαθέτει τις κατάλληλες δεξιότητες για τη θέση εργασίας. Από την άλλη πλευρά, το 36% των εταιρειών ανέφερε ότι το ποσοστό των εργαζομένων που βρίσκονται στη σωστή θέση για τις δεξιότητές τους είναι κάτω από 60%. Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι η Ελλάδα βρίσκεται πολύ κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, όσον αφορά την αντιστοίχιση των δεξιοτήτων, καθώς το 47% των εταιρειών ανέφερε ότι πάνω από το 80% των εργαζομένων τους έχουν τις σωστές δεξιότητες για τη θέση εργασίας, ενώ μόνο το 24% των εταιρειών ανέφερε ότι λιγότερο από το 60% των εργαζομένων τους έχουν τις σωστές δεξιότητες για τη θέση εργασίας (Οικονομικός Ταχυδρόμος). Αυτό είναι παράδοξο, δεδομένου ότι το ποσοστό ανεργίας εξακολουθεί να είναι υψηλό στην Ελλάδα, όπου οι εταιρείες θα έπρεπε λογικά να έχουν την ελευθερία να επιλέξουν τον κατάλληλο υποψήφιο.

Πηγή εικόνας: d3images / Freepik

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του 2022, η χώρα μας κατατάσσεται στην 30η θέση μεταξύ 31 χωρών στον τομέα της αντιστοίχισης δεξιοτήτων. Επιπλέον, σύμφωνα με δεδομένα της Έρευνας του Ο.Ο.Σ.Α. για τις δεξιότητες των ενηλίκων (PIAAC), το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 15-64 ετών με «σφαιρικές δεξιότητες» στην Ελλάδα (9,3%) είναι το χαμηλότερο μεταξύ των χωρών που συμμετείχαν στην έρευνα, με εξαίρεση τη Τουρκία και τη Χιλή (Οικονομικός Ταχυδρόμος).

Παράδοξο της υπόθεσης είναι ότι, το ποσοστό των Ελλήνων ηλικίας 25-34 ετών με πτυχίο σχεδόν διπλασιάστηκε μεταξύ 2000 και 2020 (από 23,3% σε 43,7%) και σήμερα υπερβαίνει τον μέσο όρο της Ε.Ε. (40,5% το 2020). Ωστόσο, τα στοιχεία από την έρευνα PIAAC του 2015 έδειξαν ότι το 18,7% των αποφοίτων στερείται βασικών δεξιοτήτων ανάγνωσης, αριθμητικής και επίλυσης προβλημάτων. Το ποσοστό αυτό είναι το υψηλότερο στην Ελλάδα μεταξύ των χωρών που συμμετείχαν στην έρευνα και διπλάσιο από αυτό της δεύτερης χειρότερης χώρας (Λιθουανία, 9,3%). Παράλληλα, χαμηλά βρίσκεται και το ποσοστό που έχει η ποιότητα της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης. Το πρόβλημα αυτό αφορά σε μεγάλο βαθμό τόσο την αρχική επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, που παρέχεται κυρίως από το κράτος, όσο και τη συνεχιζόμενη επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, που χρηματοδοτείται κυρίως από το Ε.Σ.Π.Α. και άλλα προγράμματα της Ε.Ε. (Οικονομικός Ταχυδρόμος).  σύστημα παραγωγής δεξιοτήτων

Συνεπώς, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της νέας Κυβέρνησης, στην πραγματικότητα, δεν πρέπει να εστιάσουν αποκλειστικά στις χρηματοδοτήσεις για την κατάριση του εργατικού δυναμικού και στη δημιουργία νέων επενδύσεων, οι οποίες θα ανοίξουν νέες θέσεις εργασίας προφανώς. Οι δύο προαναφερθείς παράγοντας είναι πολύ σημαντικοί για την δημιουργία ανάπτυξης σε μία οικονομία, αλλά όχι αρκετοί. Δηλαδή, δεν αρκεί μόνο η ποσότητα, αλλά και η ποιότητα (όπως και για τις επενδύσεις, αλλά αυτό είναι μια άλλη μεγάλη συζήτηση). Με λίγα λόγια, θα πρέπει αυτοί οι πόροι που μετακυλίονται προς την εκπαίδευση (την αρχική και τη συμπληρωματική) πρέπει να αξιοποιούνται και αποτελεσματικά. Όσο το «σύστημα παραγωγής δεξιοτήτων» δεν έχει την απαραίτητη σύνδεση με την αγορά εργασίας, ώστε να ενημερώνεται άμεσα για την ανάγκες της αγοράς και, κατ’ επέκταση, να δίνει τα επαρκή εφόδια στο εργατικό δυναμικό, καθώς, επίσης, και να συνδέει τα κατάλληλα άτομα στις θέσεις εργασίας που ανοίγουν, τότε δεν θα μπορέσουμε να δούμε τις πραγματικά δυνητικές παραγωγικές δυνατότητες της οικονομίας μας.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Η ανεργία μειώνεται, αλλά οι κενές θέσεις εργασίας αυξάνονται, kathimerin.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Πληγή για την ελληνική αγορά εργασίας η αναντιστοιχία δεξιοτήτων, ot.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αναστασία Μπουραντά
Αναστασία Μπουραντά
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 2004. Είναι πρωτοετής φοιτήτρια στο τμήμα Στατιστικής και Ασφαλιστικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Πειραιά. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με τον αθλητισμό, κυρίως όμως με την κολύμβηση, ενώ παράλληλα της αρέσουν οι παραδοσιακοί χοροί.