Της Αγγελίνας Στύλα,
Ο όρος κώφωση αναφέρεται στην πλήρη και ολοσχερή απουσία της ακουστικής αισθητηριακής λειτουργίας και περιλαμβάνει άτομα που αδυνατούν να ακούσουν την ομιλία είτε υπάρχει είτε απουσιάζει το βοηθητικό ακουστικό. Οι κύριοι τύποι κώφωσης είναι η νευροαισθητήρια ή νευρική κώφωση, η μόνιμη και η μονόπλευρη.
Η πρώτη περιγράφεται από απώλεια ακοής στο εσωτερικό αυτί, λόγω μη αποτελεσματικής λειτουργίας του κοχλία και είναι μόνιμη. Η αγώγιμη κώφωση σημαίνει ότι ο ήχος δεν μπορεί να περάσει αποτελεσματικά από το εξωτερικό και το μέσο στο εσωτερικό αυτί και προκαλείται συχνά από μπλοκαρίσματα, όπως κερί στο εξωτερικό αυτί ή υγρό στο μέσο αυτί. Η αγώγιμη κώφωση είναι συνήθως προσωρινή, αλλά μπορεί να είναι μόνιμη σε ορισμένες περιπτώσεις. Είναι πιθανό τα παιδιά να έχουν συνδυασμό νευροαισθητηριακής και αγώγιμης κώφωσης, τη λεγόμενη μικτή κώφωση. Η κώφωση μόνο στο ένα αυτί είναι γνωστή ως μονόπλευρη κώφωση, η οποία μπορεί, επίσης, να αναφέρεται ως μονόπλευρη απώλεια ακοής. Πολύ λίγα κωφά παιδιά δεν έχουν χρήσιμη ακοή, καθώς η πλειοψηφία τους μπορεί να αντιληφθεί κάποιους ήχους σε συγκεκριμένες συχνότητες και ένταση, ενώ με τη χρήση ακουστικών βαρηκοΐας ή εμφυτευμάτων συχνά μπορούν να ακούσουν ακόμη περισσότερους ήχους.
Το κοχλιακό εμφύτευμα είναι μια μικρή, πολύπλοκη ηλεκτρονική συσκευή, που μπορεί να βοηθήσει στην παροχή αίσθησης ήχου σε ένα άτομο, το οποίο είναι βαθιά κωφό ή σοβαρά βαρήκοο. Το εμφύτευμα αποτελείται από ένα εξωτερικό τμήμα, που τοποθετείται πίσω από το αυτί και ένα δεύτερο τμήμα, που τοποθετείται χειρουργικά κάτω από το δέρμα. Ένα εμφύτευμα έχει τα ακόλουθα μέρη: ένα μικρόφωνο, το οποίο λαμβάνει ήχο από το περιβάλλον, έναν επεξεργαστή ομιλίας, ο οποίος επιλέγει και τακτοποιεί τους ήχους που λαμβάνονται από το μικρόφωνο, έναν πομπό και έναν δέκτη, που λαμβάνουν σήματα από τον επεξεργαστή ομιλίας και τα μετατρέπουν σε ηλεκτρικούς παλμούς και, τέλος, μια συστοιχία ηλεκτροδίων, που συλλέγει τα ερεθίσματα από τον διεγέρτη και τα στέλνει σε διαφορετικές περιοχές του ακουστικού νεύρου. Ένα εμφύτευμα δεν αποκαθιστά την κανονική ακοή, αλλά μπορεί να δώσει σε ένα κωφό άτομο μια χρήσιμη αναπαράσταση των ήχων στο περιβάλλον και να τον βοηθήσει να κατανοήσει την ομιλία, συμβάλλοντας σε μεγάλο βαθμό σε μια πιο «εύκολη» καθημερινότητα.
Πώς λειτουργεί ένα κοχλιακό εμφύτευμα;
Ένα κοχλιακό εμφύτευμα είναι πολύ διαφορετικό από ένα ακουστικό βαρηκοΐας. Τα ακουστικά βαρηκοΐας ενισχύουν τους ήχους, ώστε να μπορούν να ανιχνευθούν από κατεστραμμένα αυτιά. Τα κοχλιακά εμφυτεύματα παρακάμπτουν τα προβληματικά τμήματα του αυτιού και διεγείρουν άμεσα το ακουστικό νεύρο. Τα σήματα που παράγονται από το εμφύτευμα αποστέλλονται μέσω του ακουστικού νεύρου στον εγκέφαλο, ο οποίος αναγνωρίζει τα σήματα ως ήχο. Η ακοή μέσω κοχλιακού εμφυτεύματος είναι διαφορετική από την κανονική ακοή και απαιτείται ένα επαρκές χρονικό διάστημα, για να προσαρμοστεί ο ασθενής στη νέα πραγματικότητα. Ως τελικό αποτέλεσμα, επιτρέπει σε πολλούς ανθρώπους να αναγνωρίζουν προειδοποιητικά σήματα, να κατανοούν άλλους ήχους στο περιβάλλον και να κατανοούν την ομιλία αυτοπροσώπως ή μέσω τηλεφώνου.
Η επέμβαση κοχλιακού εμφυτεύματος πραγματοποιείται σε νοσοκομείο ή κλινική. Το χειρουργείο διαρκεί περίπου δύο ώρες και στους ασθενείς χορηγείται φαρμακευτική αγωγή (γενική αναισθησία), κατά τη διάρκεια της επέμβασης. Ο χειρουργός κάνει μια μικρή τομή πίσω από το αυτί και, στη συνέχεια, δημιουργεί ένα άνοιγμα στο μαστοειδές οστό, για να οδηγήσει το ηλεκτρόδιο στον κοχλία και να τοποθετήσει τα ηλεκτρόδια του εμφυτεύματος. Στο τέλος τοποθετείται ένας εσωτερικός επεξεργαστής σε μια τσέπη μεταξύ του μυ και του οστού πίσω από το αυτί.
Ο εσωτερικός επεξεργαστής λαμβάνει πληροφορίες από έναν εξωτερικό επεξεργαστή ομιλίας, που θα φορεθεί έξω από το δέρμα. Οι τομές, ακολούθως, κλείνονται και ο ασθενής μεταφέρεται στην περιοχή ανάρρωσης και παρακολουθείται στενά, καθώς αναρρώνει από την αναισθησία. Ο ασθενής παίρνει εξιτήριο μετά από αρκετές ώρες παρακολούθησης και η συνολική ακοή θα είναι διαφορετική στο πλάι του εμφυτεύματος αμέσως μετά τη χειρουργική επέμβαση. Η συσκευή θα προγραμματιστεί λίγες εβδομάδες αργότερα, αφήνοντας χρόνο για να επουλωθούν οι τομές. Συνήθως, συνιστάται η αναμονή τρεις έως τέσσερις εβδομάδες, για να επουλωθεί η περιοχή, πριν την ενεργοποίηση του κοχλιακού εμφυτεύματος.
Τέλος, θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε ότι η τοποθέτηση κοχλιακού εμφυτεύματος αποτελεί μια διαδικασία για την οποία μεριμνά ιδιαίτερα και το ίδιο το κράτος, καθώς κάθε νέος κάτω των 18 ετών δικαιούται δωρεάν τοποθέτηση δύο εμφυτευμάτων και οι ενήλικες ενός, αποδεικνύοντας την τεράστια επιτυχία και σημασία της εφεύρεσης αυτής.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Cochlear implants, NIH. Διαθέσιμο εδώ
- Cochlear Implant Surgery and Rehabilitation, Hopkins Medicine. Διαθέσιμο εδώ
- What is deafness?, National Deaf Childrens Society. Διαθέσιμο εδώ