Του Γιάννη Τζούφα,
Ο Ράλλης Κοψίδης γεννήθηκε το 1929 στη Λήμνο, όπου είχαν εγκατασταθεί οι γονείς του μετά την ανταλλαγή πληθυσμών, και έμεινε μέχρι το 1945, οπότε και μετακόμισαν στην Αλεξανδρούπολη. Εκεί, φοίτησε στην Παιδαγωγική Ακαδημία Αλεξανδρουπόλεως και, έπειτα, στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών στο εργαστήριο του Ανδρέα Γεωργιάδη, από όπου πήρε και τις πρώτες του επιρροές. Την επόμενη εφταετία μαθήτευσε και συνεργάστηκε δίπλα στον Φώτη Κόντογλου και συγκεκριμένα στην εικονογράφηση εκκλησιών, διαμορφώνοντας την καλλιτεχνική του προσωπικότητα, όπου συναντάει τη μεταβυζαντινή ζωγραφική μαζί με τη λαϊκή παράδοση, δοσμένη με τη δική του ματιά. Ασχολήθηκε με τη χαρακτική, την αγιογραφία, την εικονογράφηση βιβλίων, την αρθρογραφία και τη συγγραφή.
Μεγάλη τιμή στην καριέρα του, πέρα των άλλων, ήταν η αναδρομική έκθεση στο έργο του που έκανε η Εθνική Πινακοθήκη το 1989 στην Αθήνα και την πατρίδα του την Αλεξανδρούπολη. Οι αγιογραφίες του υπάρχουν σε πολλές εκκλησίες της Ελλάδας και του εξωτερικού, με κυριότερα παραδείγματα στο μοναστήρι Chevetogne του Βελγίου, τον ναό του Αγίου Παύλου του Ορθοδόξου Κέντρου του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Chambésy της Γενεύης, Μονής Θεοτόκου Πεντέλης (εικονογράφηση του εξωνάρθηκα).
Αυτόφωτος και συμπεριληπτικός, ο Κοψίδης απέδωσε στο έπακρον το ελληνικό φως μέσα απ’ τα έργα του και σκιαγράφησε τα τοπία της Λήμνου με τον δικό του τρόπο. Η ζωγραφική του χαρακτηρίζεται ανθρωποκεντρική, με νατουραλιστικά στοιχεία και ακροβατεί ανάμεσα στον δυτικό σουρεαλισμό και την Ναΐφ τέχνη. Δίπλα στον Κόντογλου αγάπησε και εξοικειώθηκε με τη μεταβυζαντινή ζωγραφική, κάτι που μπορεί να παρατηρήσει ένας θεατής στα έργα του και αυτό έγινε το σημείο τομής της καριέρας του. Θα μπορούσε να προτιμήσει το πτυχίο που κόντευε να πάρει απ’ τη σχολή του Γεωργιάδη και να του εξασφαλίσει μια θέση στη μετεμφυλιακή Ελλάδα, όμως, αντ’ αυτού, προτίμησε τον άγνωστο προς αυτόν Κόντογλου και την καλλιέργεια δουλειάς μέσα από εκκλησίες στον ελληνικό χώρο (Καπνικαρέα, παρεκκλησίου της οικογένειας Πατέρα στο Ψυχικό) και ιδιαίτερα τα χρόνια που έζησαν και εργάστηκαν στο εξωτερικό.
Όσοι αναφέρονται στον Ράλλη Κοψίδη, μιλούν για έναν άνθρωπο με πυγμή και δυναμικότητα γι’ αυτό που κάνει, καθώς ποτέ δεν σταμάτησε να ασχολείται με την τέχνη του. Ο ζωγράφος αντιλαμβάνεται τη λαϊκή παράδοση και τον τρόπο ζωής, ενώ σε συνδυασμό με το μεταφυσικό της βυζαντινής τέχνης αποδίδει ένα μοναδικό ελληνικό τοπίο, με ανθρώπους στο επίκεντρο των έργων του και χαρακτηρίζεται από μια καθήλωση στον θεατή, που βρίσκει κάτι γνώριμο στους πίνακές του, αλλά δεν μπορεί να πει με λόγια τι είναι.
Πέρα των άλλων, ασχολήθηκε από το 1972 μέχρι το 1974 με το περιοδικό Κάνιστρο, όπου ανέλαβε την έκδοση, τη βιβλιοδεσία και την εικονογράφηση. Έγινε ιδιαίτερα γνωστός στο Άγιο Όρος για τις ξυλογραφίες, τα χαρακτικά και τα ψηφιδωτά του. Με την πείρα των χρόνων και της δουλειάς του, οργάνωσε ατομικές και συλλογικές εκθέσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, κρατώντας πάντοτε την ταπεινοφροσύνη του στα έργα του και στον χαρακτήρα του. Το μόνο σίγουρο είναι ότι άφησε το στίγμα του στη μεταβυζαντινή και νεοελληνική ζωγραφική και καταλαμβάνει επάξια μία θέση στο πάνθεο των εμπρεσιονιστών.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Κοψίδης Ράλλης, nationalgallery.gr, διαθέσιμο εδώ
- Οι μαθητές του Κόντογλου, kapnikarea.wordpress.com, διαθέσιμο εδώ
- Βιογραφικό Σημείωμα – Ράλλης Κοψίδης, ralliskopsidis.weebly.com, διαθέσιμο εδώ