Της Άννας-Νικολέτας Γρίβα,
Με τις Πανελλήνιες εξετάσεις να ξεκινούν σε μερικές ημέρες, και την αγωνία μου για τα στενά μου πρόσωπα, των οποίων η «μεγάλη στιγμή» έφτασε επιτέλους, δεν μπορώ παρά να θυμηθώ τη δική μου εμπειρία από τις Πανελλήνιες. Το άγχος πριν την εξέταση, κατά τη διάρκεια και μετά και φυσικά, το μεγαλύτερο ίσως άγχος απ’ όλα, αυτό κατά τη συμπλήρωση του μηχανογραφικού.
Ό,τι έγραψε έγραψε ο κάθε μαθητής και πλέον, όταν φτάσει η στιγμή του μηχανογραφικού, έχοντας στα χέρια του μονάχα τη βαθμολογία του και μερικές –όχι ιδιαίτερα ακριβείς όπως αποδεικνύεται– προβλέψεις, καλείται να δηλώσει σχολές με σειρά τέτοια, που να εξασφαλίσει ότι θα περάσει, αν όχι στην πρώτη του επιλογή, σε μία σχολή της οποίας το αντικείμενο τον ενδιαφέρει και η οποία θα του εξασφαλίσει την καλύτερη επαγγελματική αποκατάσταση στο μέλλον, με ό,τι σημαίνει αυτό για τον καθέναν.
Είναι, λοιπόν, αναντίρρητα, μία απόφαση ιδιαίτερα δύσκολη. Μία «απόφαση ζωής» θα έλεγε κανείς, παρόλο που το πτυχίο αποτελεί μονάχα τη βάση πάνω στην οποία θα πατήσει κανείς, για να χτίσει το μέλλον και την καριέρα του. Και θα πει κάποιος ότι υπάρχουν χιλιάδες μαθητές που πηγαίνουν στις Πανελλήνιες εκατό τοις εκατό αποφασισμένοι όσον αφορά τη σχολή της επιλογής τους, τόσο αποφασισμένοι μάλιστα, που σε περίπτωση αποτυχίας προσπαθούν και δεύτερη και τρίτη φορά. Πράγματι, τέτοιου είδους μαθητές υπάρχουν και η προσπάθεια που καταβάλλουν για την επίτευξη του στόχου τους είναι αξιοθαύμαστη.
Τι γίνεται, όμως, με τους αναποφάσιστους; Με όσους επέλεξαν στο Λύκειο κατεύθυνση, χωρίς να γνωρίζουν τι ακριβώς αυτή συνεπάγεται και πλέον είναι πολύ αργά για να αλλάξουν το οτιδήποτε; Τι γίνεται με τα θύματα της έλλειψης επαγγελματικού προσανατολισμού στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα; Δυστυχώς, οι μαθητές αυτοί αποτελούν ένα μεγάλο ποσοστό των εξεταζόμενων κάθε χρόνο και για αυτούς η συμπλήρωση του μηχανογραφικού είναι πολύ πιο σύνθετη από μια απλή επιλογή σχολών και υποβολή μιας αίτησης.
Η πρώτη συμβουλή που θα είχα να δώσω σε κάθε αναποφάσιστο εκεί έξω είναι να μην αφήσει την εισαγωγή του σε σχολή στα χέρια των τριών Μοιρών. Να κοιτάξει προσεκτικά τα προγράμματα σπουδών των σχολών που τον ενδιαφέρουν έστω και λίγο και να μην απογοητευτεί όταν ανάμεσα στα μαθήματα που του κινούν το ενδιαφέρον, συναντήσει και αυτά που κρίνει αδιάφορα. Είναι δεδομένο πως σε κανέναν δεν αρέσουν όλα τα μαθήματα που θα παρακολουθήσει, ακόμη κι αν βρίσκεται στη σχολή των ονείρων του. Επίσης, απ’ την εμπειρία μου ως φοιτήτρια, βεβαιώνω ότι μαθήματα που στο άκουσμά τους φαίνονται βαρετά, αποδεικνύονται τελικά εξαιρετικά ενδιαφέροντα, όταν έρθει κανείς σε επαφή μαζί τους.
Και η δεύτερη εξίσου σημαντική συμβουλή είναι να μη δηλώσει κανείς σχολές με κριτήριο τα μόρια που συγκέντρωσε και τις βάσεις εισαγωγής των προηγούμενων ετών ή τις προβλέψεις. Άλλοι μαθητές εξετάζονται κάθε χρόνο, άλλες θα είναι και οι βάσεις. Αναπάντεχα πάντοτε συμβαίνουν. Και οι προβλέψεις δεν ανταποκρίνονται πάντοτε στην πραγματικότητα. Γι’ αυτό κανείς θα πρέπει να διαλέγει αυτό που πραγματικά του αρέσει.
Εύχομαι από καρδιάς επιτυχία σε όλους εσάς, που εξετάζεστε στις φετινές Πανελλήνιες. Και ελπίζω ό,τι και να συμβεί, να μην αφήσετε την τύχη να αποφασίσει για εσάς!