Της Καρολίνας Σόμπτσυκ,
Το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών της 28ης Φεβρουαρίου, φυσικά, θα μείνει για πάντα στις μνήμες όλων των πολιτών της χώρας μας. Εξέθεσε ως γνωστόν τις σχετικές υποδομές και οι λόγοι –για την ακρίβεια, οι συστηματικές αστοχίες και αδυναμίες που οδήγησαν σε αυτό– εξακολουθούν, ακόμη και σήμερα, να ερευνώνται εξονυχιστικά. Οι έρευνες, όπως ήταν αναμενόμενο, κατέδειξαν τον δρόμο της Δικαιοσύνης: εισαγγελική έρευνα, ποινική δίωξη, πραγματογνωμοσύνες και, βέβαια, μηνύσεις από τους άμεσα ενδιαφερόμενους πολίτες, αποτελούν πια σύνηθες θέμα συζητήσεων στα μέσα ενημέρωσης. Ο σκοπός του παρόντος άρθρου είναι να σχολιάσει πολύ συνοπτικά τα κυριότερα σημεία με νομικό ενδιαφέρον του συμβάντος αυτού. Συγκεκριμένα, θα αναλύσει τη μηνυτήρια αναφορά κατά υψηλά ιστάμενων προσώπων των σιδηροδρομικών οργανισμών, αλλά και κατά στελεχών της Δημόσιας Διοίκησης. Σημειώνεται ότι δε θα κατευθυνθεί επ’ ουδενί το ζήτημα σε συμπεράσματα, ως προς την ευθύνη των εμπλεκόμενων προσώπων, ούτε προς όφελος ούτε σε βάρος τους, αλλά θα παραμείνει στο πλαίσιο μιας καθαρά νομικής, νομικά «απλουστευμένης» μελέτης.
Καταρχάς, όταν ακούμε για περίπτωση εγκλήματος, τα πρώτα πράγματα που πρέπει να σκεφτούμε είναι «Συνέβη κάτι και τι συνέβη, ποιος το έκανε, τι θίγεται, αυτή η πράξη τιμωρείται;». Αυτά τα ερωτήματα δεν είναι τυχαία, αλλά προκύπτουν από το άρθ. 14 παρ. 1 ΠΚ «Έγκλημα είναι πράξη άδικη και καταλογιστή σε εκείνον που την τέλεσε, η οποία τιμωρείται από το νόμο». Δηλαδή, έγκλημα έχουμε: α. όταν έχουμε κάποια πράξη, που εκδηλώνει αποτελέσματα στον εξωτερικό κόσμο, δηλαδή μια συμπεριφορά, β. όταν αυτή η πράξη προσβάλλει κάποιον με κάποιον τρόπο (για την ακρίβεια, όταν θίγεται κάποιο αγαθό, που η έννομη τάξη θέλει να προστατέψει. Το αγαθό λέγεται έννομο), γ. όταν η πράξη μπορεί να αποδοθεί σε πρόσωπο (και, μάλιστα, σε αυτόν που την πράττει), δ. αυτή η πράξη έχει προβλεφθεί ρητά ως αξιόποινη στο νόμο. Το τελευταίο σκέλος αποτελεί διαχρονική αξίωση και, εν τέλει, κατάκτηση του σύγχρονου ποινικού δικαίου: μια πράξη μας ενδιαφέρει ποινικά, δηλαδή ΤΙΜΩΡΕΙΤΑΙ, εάν –και μόνο εάν– στον χρόνο που αυτή τελείται, υπάρχει νόμος που την ποινικοποιεί. Εάν δεν περιγράφεται στον νόμο, πολύ απλά δε μας ενδιαφέρει! Μάλιστα, η περιγραφή της τίθεται σε πολύ αυστηρό πλαίσιο κατά το άρθ. 1 ΠΚ και το άρθ. 1 Σ, που τυποποιεί τη βαυαρικής προέλευσης νομική αρχή «κανένα έγκλημα, καμία ποινή χωρίς νόμο γραπτό, προγενέστερο της πράξης, σαφή και με πρόβλεψη σαφούς ποινής».
Έτσι, λοιπόν, επιστρέφοντας στο εν λόγω δυστύχημα, ερωτόμαστε: Α. Τι συνέβη; Έχουμε μια σύγκρουση τρένων. Πώς οδηγηθήκαμε εδώ, δηλαδή έχουμε κάποια ανθρώπινη (δηλαδή, όχι από τυχαία αίτια, λ.χ φυσικά φαινόμενα) ενέργεια που επέφερε το καταστροφικό αποτέλεσμα, και ποια η αιτιώδης διαδρομή προς αυτό; Ναι. Η σύγκρουση οφείλεται σε μια σειρά ανθρώπινων συμπεριφορών, όπως η μη τέλεση των καθηκόντων από τον υπηρετούντα σταθμάρχη, ο ανεπαρκής τακτικός έλεγχος της λειτουργικότητας των υποδομών, κλπ. Όλες τους έπαιξαν κάποιον ρόλο στα παρακάτω νομικώς ενδιαφέροντα γεγονότα. Βέβαια, εκτός της σύγκρουσης με τα γνωστά επακόλουθα, ήρθαν στο φως και πολλές άλλες προγενέστερες συμπεριφορές, που θεωρούνται άλλου είδους εγκλήματα.
Β. Αυτή η σύγκρουση θίγει κάποιο πρόσωπο ως προς κάποια ιδιότητά του ή θίγει κάποιο στοιχείο του εξωτερικού κόσμου, το οποίο στοιχείο αφορά γενικά και αόριστα περισσότερα πρόσωπα; Ναι, θίγει τα εξής: 57 συμπολίτες μας έχασαν τη ζωή τους, δεκάδες τραυματίστηκαν, πάνω από 1.000 κινδύνευσαν να πεθάνουν ή να τραυματιστούν, άτομα σε δημόσιες θέσεις δεν επιτέλεσαν τα καθήκοντά τους, όπως θα έπρεπε και, τέλος, η γενική κοινωνική/κρατική επιταγή για ασφαλείς συγκοινωνίες δεν εκπληρώθηκε.
Γ. Οι σχετικές συμπεριφορές μπορούν να καταλογιστούν στα πρόσωπα που τις τέλεσαν; Μπορούν, εφόσον ο κάθε δράστης, αφενός, επιδεικνύει την απαιτούμενη ψυχική στάση απέναντι στην πράξη (δηλαδή, ή ήθελε να επέλθουν αυτά τα αποτελέσματα ή, έστω, δεν πρόσεχε αρκετά, ώστε να μην επέλθουν, άρα έχει τον απαιτούμενο και οπωσδήποτε απαραίτητο εκ του νόμου βαθμό υπαιτιότητας: δόλο ή αμέλεια), αφετέρου, δεν έχει στο πρόσωπό του κάποιον ειδικότερο λόγο, που δεν μας αφήνει να του χρεώσουμε τελικώς την πράξη (άρθ. 31-36 ΠΚ). Δ. Υπάρχουν άρθρα του νόμου που περιγράφουν ως ποινικά κολάσιμες αυτές τις συμπεριφορές ή που τιμωρούν κάθε πράξη που επιφέρει ένα τέτοιο αποτέλεσμα; Ναι. Όπως φαίνεται στην ίδια τη μηνυτήρια αναφορά, οι μηνύοντες αναφέρουν ένα προς ένα τα εγκλήματα που θεωρούν ότι έχουν τελεστεί. Αυτά είναι τα εξής:
- Ανθρωποκτονία, 2. Βαριά σωματική βλάβη, 3. Επικίνδυνη σωματική βλάβη, 4. Κακουργηματική έκθεση, 5. Κακουργηματική διάσταση των επικίνδυνων παραβάσεων στη συγκοινωνία μέσων σταθερής τροχιάς, 6. Κακουργηματική απιστία κατά του Δημοσίου, 7. Παράβαση καθήκοντος, 8. Παρασιώπηση εγκλημάτων, 9. Υπόθαλψη εγκληματία.
Από όλα τα παραπάνω, βλέπουμε ότι στα εγκλήματα που έχουμε μπροστά μας πρέπει να διαβάσουμε το γράμμα του νόμου, ώστε να διαπιστώσουμε εάν όντως τελέστηκαν. Εάν έχει, όπως λέμε, πληρωθεί η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος, όπως την περιγράφει ο νόμος, τότε ΝΑΙ, τα εγκλήματα έχουν τελεστεί.
1.Το έγκλημα της ανθρωποκτονίας του 299 ΠΚ είναι ένα έγκλημα αποτελέσματος. Δηλαδή, σε έναν ποινικό νόμο αυτό που πρέπει να περιγράφεται είναι ή ένα αποτέλεσμα ή μια συμπεριφορά καθαυτή. Δηλαδή, π.χ δεν ορίζεται πουθενά στον νόμο ότι δεν πρέπει να σε σημαδεύω με όπλο, όμως αυτό μπορεί να επιφέρει τον θάνατό σου. Άρα, αυτό θα είναι το πρώτο βήμα προς το αποτέλεσμα του θανάτου σου. Άρα, γι’ αυτό απαγορεύεται στο πλαίσιο της διάταξης για την ανθρωποκτονία.
2-3. Τα είδη των σωματικών βλαβών είναι 4 στον ελληνικό ΠΚ (άρθ. 308-311): απλή, βαριά, θανατηφόρα, επικίνδυνη, ανάλογα με τη βαρύτητα της βλάβης, που όντως προκαλούν στο σώμα ενός ανθρώπου, προσθέτοντας, όμως, και την 4η περίπτωση, όπου μια απλή βλάβη τελείται έτσι, ώστε να είναι ικανή να προκαλέσει επιπλέον μια βαριά βλάβη ή, έτσι, ώστε να κινδυνεύει το πρόσωπο να χάσει τη ζωή του. Οπότε στην 4η περίπτωση έχουμε, στην πραγματικότητα μια μικρή βλάβη του σώματος, όμως, επιπλέον, ΚΑΙ τη γέννηση ενός περαιτέρω κινδύνου.
4. Στον αντίποδα των εγκλημάτων αποτελέσματος βρίσκονται τα εγκλήματα συμπεριφοράς, όπου το αποτέλεσμα είναι τόσο στενά συνδεμένο με τη συμπεριφορά, που επέρχεται κατευθείαν, πχ εδώ η έκθεση (άρθ. 306 ΠΚ): και μόνο που αφήνονται άνθρωποι εκτεθειμένοι σε κίνδυνο να χάσουν τη ζωή τους, το έγκλημα έχει τελεστεί. Είναι έγκλημα διακινδύνευσης (αντίθετα από τα παραπάνω εγκλήματα βλάβης, πλην της 4ης περίπτωσης σωματικής βλάβης), διότι αυτό που συμβαίνει είναι μόνο το να κινδυνεύσουν άνθρωποι, ανεξάρτητα από το εάν, τελικά, όντως πάθουν κάτι.
5. Το άρθ. 291 ΠΚ ποινικοποιεί όλες τις συμπεριφορές που καθιστούν επικίνδυνη τη χρήση συγκοινωνιών, εδώ των εν λόγω σιδηροδρομικών γραμμών. Και εδώ, έχουμε εγκλήματα αποτελέσματος, όχι συμπεριφοράς, και διακινδύνευσης, όχι βλάβης.
6. Απιστία κατά το 390 ΠΚ έχουμε, όταν κάποιος διαχειρίζεται ξένη περιουσία, όμως παραβιάζει τους κανόνες της επιμελούς διαχείρισης και η περιουσία έτσι βλάπτεται.
7. Στο άρθ. 259 ΠΚ ο όρος «καθήκον» περιγράφει την κανονική περάτωση των υποχρεώσεων ενός υπαλλήλου και προστατεύει την ομαλή λειτουργία της δημόσιας υπηρεσίας, άρα και την «εμπιστοσύνη» του κράτους προς το πρόσωπο μιας θέσης εξουσίας και ευθύνης.
8. Στο άρθ. 232 ΠΚ ο νομοθέτης θέλει η δικαιοσύνη να λειτουργεί απρόσκοπτα, οπότε θεωρεί αξιόποινη πράξη το να πληροφορηθεί κάποιος την τέλεση ενός εγκλήματος και να μην το αναφέρει στις αρχές.
9. Στο ίδιο κλίμα, το άρθ. 231 ΠΚ απαγορεύει το να βοηθήσει να διαφύγει από τις αρχές ένα πρόσωπο που έχει τελέσει έγκλημα.
Στην απλούστερη, λοιπόν, εκδοχή εγκλήματος έχουμε μια πράξη, έναν δράστη και έναν νόμο. Η εγκληματική πραγματικότητα, ωστόσο, είναι ασύγκριτα πιο περίπλοκη. Οπότε, ο νομοθέτης μέσα στον χρόνο τη μελέτησε και κατόρθωσε με διάφορες νομικές κατασκευές να θέσει υπό ρύθμιση πλήθος συμπεριφορών που παρεκκλίνουν από τη «νόρμα», όπως θα δούμε σε επόμενο άρθρο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Τέμπη: Μήνυση στον Κυριάκο Μητσοτάκη και άλλους 16 κατέθεσαν οι συγγενείς (βίντεο, φωτ.), makthes.gr, διαθέσιμο εδώ
- Ι. Μανωλεδάκης, Ποινικό Δίκαιο, 7η έκδοση., 2005, Εκδόσεις Σάκκουλα