Της Γεωργίας Αλεξανδράκου Αλμπάνη,
Την Κυριακή 21 Μαΐου, ο ελληνικός λαός κλήθηκε να ασκήσει ένα από τα σημαντικότερα δικαιώματα που προβλέπει το δημοκρατικό πολίτευμα, αυτό του εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Το εκλογικό αποτέλεσμα είναι αυτό που θα οδηγήσει στη συγκρότηση της Βουλής και ως συνέπεια αυτή θα αναδείξει τη νέα Κυβέρνηση. Για να φτάσουμε, όμως, στο σχηματισμό Κυβέρνησης, υπάρχουν προϋποθέσεις που πρέπει να καλυφθούν και στάδια που σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να παραλειφθούν.
Ποια σενάρια, λοιπόν, είναι ικανά να οδηγήσουν στον σχηματισμό Κυβέρνησης; Η μια περίπτωση είναι να έχει κάποιο κόμμα τη λεγόμενη αυτοδυναμία, που θα του επιτρέπει να λειτουργεί περισσότερο «ανεξάρτητα» από τα άλλα κόμματα, ενώ στην άλλη περίπτωση θα δοθούν από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας οι λεγόμενες διερευνητικές εντολές διαδοχικά στον αρχηγό του πρώτου, του δεύτερου και του τρίτου κόμματος, για να εξετάσουν το ενδεχόμενο να σχηματίσουν Κυβέρνηση. Σε αυτές τις εκλογές προέκυψε η δεύτερη περίπτωση, καθώς κανένα κόμμα δεν εξασφάλισε αυτοδυναμία.
Για την περίπτωση της αυτοδυναμίας, σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφος 2 του Συντάγματος, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας δίνει εντολή σχηματισμού Κυβέρνησης στον αρχηγό του κόμματος που θα έχει την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών στη Βουλή, δηλαδή προϋποθέτει το πρώτο κόμμα να κερδίσει 151 έδρες από τις 300, πράγμα συχνά δύσκολο έως ακατόρθωτο. Ιδιαίτερα, μάλιστα, εφόσον μιλάμε με τα δεδομένα της απλής αναλογικής, που απαιτεί καθαρή και απόλυτη πλειοψηφία εδρών και ψήφων.
Για το πιο πιθανό σενάριο, δηλαδή αυτό της μη αυτοδυναμίας του πρώτου κόμματος, ξεκινά η διαδικασία των διερευνητικών εντολών. Σε αυτές η Πρόεδρος της Δημοκρατίας δίνει, αρχικά, στον αρχηγό του κόμματος που κατέχει τη σχετική πλειοψηφία τη διερευνητική εντολή, δηλαδή την εντολή διερεύνησης πιθανότητας σχηματισμού Κυβέρνησης με κάποιο άλλο κόμμα, τα οποία σε συνεργασία θα κερδίσουν την ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής. Αξίζει να σημειωθεί ότι το Σύνταγμα οριοθετεί χρονικά αυτή τη διαδικασία, θέτοντας το ανώτατο όριο των τριών ημερών.
Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφος 3 του Συντάγματος, εάν ο πρώτος καταθέσει την εντολή άπραγη, η Πρόεδρος την παραπέμπει στο δεύτερο κόμμα και εάν και αυτή η εντολή δεν τελεσφορήσει την παραπέμπει στο τρίτο. Έτσι, αν όλες αποβούν άκαρπες, η Πρόεδρος μπορεί να συγκαλέσει τους αρχηγούς όλων των εκλεγμένων κομμάτων, ώστε να αναζητηθεί η δυνατότητα σχηματισμού Κυβέρνησης, είτε πλέον με απόλυτη είτε με σχετική πλειοψηφία. Χθες ο Κυριάκος Μητσοτάκης έλαβε από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας τη διερευνητική εντολή, την οποία, όμως, και επέστρεψε σχεδόν αμέσως. Σήμερα το πρωί ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, συναντήθηκε με την ΠτΔ, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, όμως δεν παρέλαβε τη διερευνητική εντολή, καθώς, όπως δήλωσε, «δεν προκύπτουν οι συσχετισμοί για να υπάρξει κυβέρνηση».
Η δεύτερη αυτή φάση των διαβουλεύσεων, όπως αναφέρθηκε, δεν είναι χρονικά περιορισμένη, αλλά εφόσον έπεται, ήδη, τεσσάρων αποτυχημένων προσπαθειών, μειώνονται οι πιθανότητες συγκρότησης Κυβέρνησης και, έτσι, η Πρόεδρος θα συγκαλέσει όλους τους αρχηγούς μόνο εάν κρίνει πως υπάρχει δυνατότητα «διαλόγου», αμοιβαίων υποχωρήσεων και, εν τέλει, από κοινού σχηματισμού Κυβέρνησης. Πρόσθετο λόγο αποτελεί η περίπτωση κατά την οποία κάποιο από τα κόμματα ζητήσει την παράταση της διαδικασίας, καθώς επιθυμεί να διαβουλευτεί το ίδιο για σχηματισμό Κυβέρνησης. Έπειτα και από αυτήν την κίνηση, υπάρχουν δύο πιθανές συνέπειες και πιο συγκεκριμένα, είτε ο σχηματισμός οικουμενικής Κυβέρνησης με Πρωθυπουργό θεμιτό από όλα τα κόμματα (εδώ, μάλιστα, οφείλουν να συμμετέχουν όλα τα κόμματα) είτε η ανάληψη καθηκόντων από υπηρεσιακή Κυβέρνηση με Πρωθυπουργό έναν εκ των τριών Προέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων.
Η δεύτερη αυτή πιθανότητα οδηγεί μεν στη σύγκληση της Βουλής, αλλά αυτή μπορεί μονάχα να ορκιστεί, έπειτα αυτή να διαλυθεί και να θυροκολληθεί νέο Προεδρικό Διάταγμα, που θα ορίζει την ημερομηνία διεξαγωγής νέου γύρου εκλογών (η 25η Ιουνίου θεωρείται η πιθανότερη ημερομηνία). Αξίζει να σημειωθεί πως, εφόσον οι δεύτερες εκλογές γίνουν εντός εξαμήνου, οι πολίτες δύνανται να ψηφίσουν μόνο κόμμα, χωρίς να «σταυρώσουν» κάποιον υποψήφιο.
Συμπεραίνουμε, λοιπόν, πως η εκλογική διαδικασία για την ανάδειξη της Βουλής και της Κυβέρνησης είναι πολύπλοκη, ιδιαίτερα στην περίπτωση που δεν έχουμε εξασφαλισμένη αυτοδυναμία από το πρώτο κόμμα, καθώς η σχετική πλειοψηφία απαιτεί παρεπόμενη συνεργασία μεταξύ των κομμάτων. Αυτό που αναρωτιέται, όμως, κανείς είναι εάν αυτή η πρακτική είναι εφαρμόσιμη στην ελληνική τάξη πραγμάτων, που αφορά τον χώρο της πολιτικής. Άλλωστε, όλοι μας γνωρίζουμε την αδυναμία των ελληνικών κομμάτων, διαχρονικά, να συνεργαστούν πάνω σε διάφορα θέματα, πόσο μάλλον σε κάτι τόσο σοβαρό όσο η διακυβέρνηση της χώρας. Είναι, επομένως, εφικτή η συνεργασία και η συγκυβέρνηση ή μάλλον, εν τέλει, μιλάμε για σενάριο τυπικό, που απλώς προβλέπεται; Συμφέρει τον ελληνικό λαό η λύση της συγκυβέρνησης ή αλλοιώνεται η επιλογή της κάλπης; Σίγουρα η απάντηση σε αυτά είναι διαφορετική, ανάλογα και με τις εκάστοτε συνθήκες. Ωστόσο, αναμφίβολα το συμφέρον του λαού είναι η αποφυγή της τοξικής πολιτικής, από την οποία δεν επωφελείται κανένας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Εκλογές 2023- Η επόμενη μέρα: Οι διερευνητικές εντολές, η νέα βουλή και οι (πιθανές) δεύτερες κάλπες, ethnos.gr, διαθέσιμο εδώ
- Εκλογές 2023: Αυτοδυναμία ή διερευνητικές εντολές- η επόμενη ημέρα μετά τις κάλπες, newsit.gr, διαθέσιμο εδώ