14.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΤο Ενωτικό Κίνημα στην Κύπρο από τις απαρχές της Αγγλοκρατίας έως τον...

Το Ενωτικό Κίνημα στην Κύπρο από τις απαρχές της Αγγλοκρατίας έως τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (Β΄ Μέρος)


Του Στέλιου Καραγεώργη,

Τον Απρίλιο του 1901, διοργανώθηκαν στην Αθήνα πολιτισμικές και αθλητικές εκδηλώσεις με την ονομασία «Κυπριακή Έκθεση και Αγορά». Οι Κύπριοι αντιπρόσωποι έφθασαν στην Αθήνα στις 5 Απριλίου, με τον δήμαρχο Αθηναίων να τους καλωσορίζει στον σταθμό Ομονοίας. Ο Βουλευτής Λευκωσίας Θεοφάνης Θεοδότου σε λόγο που εξεφώνησε, εξέφρασε την ελπίδα του, σύντομα οι Κύπριοι να είναι υπήκοοι του βασιλέως Γεωργίου των Ελλήνων.

Στις 26 Μαΐου 1902, κατά την διάρκεια συνεδριάσεως της Βουλής των Κοινοτήτων, ο υπουργός αποικιών Τσάμπερλεϊν, έκανε λόγο για βελτίωση της οικονομίας στην Κύπρο, συμπεραίνοντας ότι ο κυπριακός λαός δεν επιθυμούσε πλέον την ένωση με την Ελλάδα. Οργισμένη ήταν η αντίδραση των Κυπρίων, οι οποίοι διοργάνωσαν συλλαλητήρια υπέρ της ένωσης, ενώ πέρασε και ψήφισμα διαμαρτυρίας στο Νομοθετικό λόγω απουσίας ενός μόνιμου μέλους. Οι Έλληνες Βουλευτές προχώρησαν και στην αποστολή υπομνήματος προς τον Τσάμπερλεϊν, στο οποίο εξέφραζαν την διαρκή επιθυμία των Κυπρίων για ένωση. Παρόμοιου περιεχομένου επιστολή έστειλαν και τον Αύγουστο του ίδιου έτους, με αφορμή την ανάρρηση στον βρετανικό θρόνο του Βασιλιά Εδουάρδου Ζ΄. Οι βουλευτές πέρα από τα συγχαρητήρια στον νέο ηγεμόνα, δήλωναν την ελπίδα τους, αυτός να ακολουθήσει με την Κύπρο το παράδειγμα της μητρός του, που είχε παραχωρήσει τα Επτάνησα στην Ελλάδα.

Ορθόδοξος ιερέας ευλογεί την βρετανική σημαία στην Κύπρο. Πηγή εικόνας: wikimedia.org

Κατά την διάρκεια της εναρκτήριας συνόδου του Νομοθετικού, τον Μάιο του 1903, λόγω απουσίας ενός Τούρκου βουλευτή εγκρίθηκε αντιφώνηση που δήλωνε την επιθυμία για ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Ως αντίδραση οι Τούρκοι και Άγγλοι βουλευτές πέρασαν ψήφισμα που έκανε λόγο για επιστροφή της νήσου στην Οθωμανική Αυτοκρατορία σε περίπτωση που αποχωρούσαν οι Άγγλοι. Οι Έλληνες Βουλευτές διαμαρτυρήθηκαν έντονα, ενώ διοργανωθήκαν συλλαλητήρια και εγκρίθηκαν ψηφίσματα, που επαναλάμβαναν τον πόθο για την ένωση. Τον Οκτώβριο του 1907, καταφθάνει στο νησί ο Υφυπουργός Αποικιών Ουίνστων Τσώρτσιλ. Οι Έλληνες της Κύπρου ήλπιζαν πως αυτή η επίσκεψη προοικονομούσε την παραχώρηση της νήσου στην Ελλάδα. Όποια πόλη και αν επισκέφτηκε ο Τσώρτσιλ έγινε δεκτός υπό τις ιαχές του συνθήματος «Ένωσις». Ο Υφυπουργός δήλωσε στους Έλληνες βουλευτές και σε εκδηλώσεις που βρέθηκε, πως κατανοεί τα εθνικά αισθήματα των κατοίκων, αλλά τόνιζε πως η περίπτωση των Επτανήσων ήταν διαφορετική, καθώς η Κύπρος δεν άνηκε επίσημα στην Μεγάλη Βρετανία.

Ο δήμαρχος Λεμεσού Χριστόδουλος Σώζος. Πηγή εικόνας: pyrovolitis.org.cy

Το ενωτικό αίσθημα των Κυπρίων έγινε ακόμα πιο έντονο, στους εθνικούς πολέμους, που συμμετείχε η Ελλάδα στις αρχές του 20ου αιώνα. Εθελοντές από την Κύπρο ενίσχυσαν το αντάρτικο κατά την διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα, και τον ελληνικό στρατό στους Βαλκανικούς Πολέμους. Ειδικότερα όσο διήρκησαν οι δεύτεροι, το σύνολο των βουλευτών και δημάρχων της Κύπρου πολέμησαν στις τάξεις του ελληνικού στρατού, με διασημότερο τον δήμαρχο Λεμεσού Χριστόδουλο Σώζο, ο οποίος έπεσε ηρωικά στην μάχη του Μπιζανίου. Την ίδια περίοδο, το Παγκύπριο Γυμνάσιο, δίδασκε στους μαθητές πολεμικές τέχνες και τους οργάνωνε σε λόχους, ώστε να είναι έτοιμοι να συνδράμουν στις στρατιωτικές επιχειρήσεις της Ελλάδας. Τον Απρίλιο του 1912, διοργανώθηκαν συλλαλητήρια υπέρ της ένωσης, με τους Έλληνες βουλευτές να παραιτούνται, και τρεις ως εκπρόσωποι στάλθηκαν στο Λονδίνο με αίτημα την παραχώρηση της Κύπρου στην Ελλάδα. Την ίδια χρονιά η γιορτή της Πεντηκοστής στην Κύπρο, εξελίχθηκε σε μαζική διαδήλωση υπέρ της ένωσης.

Από την έναρξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου το 1914 μέχρι το τέλος του το 1918, περίπου 12.000 Κύπριοι εθελοντές κατατάχθηκαν στον βρετανικό στρατό για να υπηρετήσουν στο μακεδονικό μέτωπο. Από το 1912 είχαν ξεκινήσει παρασκηνιακές συζητήσεις Άγγλων πολιτικών και στρατιωτικών με τον Έλληνα Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, σχετικά με την παραχώρηση της Κύπρου στην Ελλάδα, αν λάμβαναν ως αντάλλαγμα ναυτική βάση στο Αργοστόλι. Τον Οκτώβριο του 1915 η Μεγάλη Βρετανία πρότεινε επισήμως την παραχώρηση της Κύπρου στην Ελλάδα, αν αυτή υποστήριζε στρατιωτικά τη Σερβία, εναντίον της Βουλγαρίας. Ωστόσο, η πρόταση απορρίφθηκε από την κυβέρνηση Ζαΐμη, η οποία είχε επιλέξει να ακολουθήσει στάση ουδετερότητας. Τελικώς, μετά την απομάκρυνση του Βασιλιά Κωνσταντίνου από τον ελληνικό θρόνο το 1917, η Ελλάδα εισήλθε στον πόλεμο στο πλευρό των δυνάμεων της Αντάντ, χωρίς να έχει προηγηθεί κάποια συμφωνία σχετικά με την παραχώρηση της Κύπρου.

Ο Βρετανός Υπουργός Αποικιών Άλφρεντ Μίλνερ. Πηγή εικόνας: wikipedia.org

Τον Νοέμβριο του 1918, η λήξη του Μεγάλου Πολέμου θα εορταστεί ενθουσιωδώς στην Κύπρο, με τη συνθηματολογία υπέρ της ένωσης να κυριαρχεί. Στο τέλος του έτους, συγκροτήθηκε πρεσβεία αποτελούμενη από Έλληνες βουλευτές της Κύπρου, με επικεφαλής τον αρχιεπίσκοπο Κύριλλο Γ΄, σκοπός της οποίας ήταν η προώθηση του αιτήματος της ένωσης στις ειρηνευτικές συνεδριάσεις. Παρά το ταξίδι σε Παρίσι και Λονδίνο, την συνάντηση με τον Βρετανό Υπουργό Αποικιών Άλφρεντ Μίλνερ, και την εκστρατεία προς ενημέρωση της αγγλικής κοινής γνώμης για το αίτημα των Κυπρίων, οι προσπάθειες της πρεσβείας δεν θα τελεσφορήσουν. Η Κύπρος θα μείνει εκτός των διεκδικήσεων του Ελευθερίου Βενιζέλου, αφού ο Έλληνας Πρωθυπουργός ήλπιζε σε μια μελλοντική διμερή συμφωνία των δυο κρατών προς εκπλήρωση της ένωσης.

Από τις παραπάνω σειρές, καθώς και από το προηγούμενο άρθρο, καθίσταται σαφές πως το ενωτικό αίσθημα του κυπριακού λαού από την απαρχή της Αγγλοκρατίας είναι υψηλό, και φτάνει στην κορύφωσή του κατά την διάρκεια των πολεμικών κινητοποιήσεων του ελληνικού βασιλείου τις δυο πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Από το 1878 έως τις αρχές επόμενου αιώνα, το εθνικό κίνημα στην Κύπρο οδήγησε σε αποστολή υπομνημάτων στον εκάστοτε Αρμοστή και υπουργό Αποικιών με το αίτημα της ένωσης. Εκατοντάδες συλλαλητήρια πραγματοποιήθηκαν προς ενίσχυση των αιτημάτων, και όλες οι ελληνικές εθνικές εορτές τιμήθηκαν από τον κυπριακό λαό. Ο λαός της Κύπρου συμμετείχε σε όλες τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, που ανέλαβε η μητροπολιτική Ελλάδα, αποδεικνύοντας τα ενωτικά του αισθήματα επανειλημμένα. Στα τέλη του 1918, η δυναμική του ενωτικού κινήματος, οδηγεί σε περιοδεία τον Αρχιεπίσκοπο και τους Έλληνες βουλευτές στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, προς υπεράσπιση της εθνικής αποκαταστάσεως της Κύπρου, η οποία θα αποβεί άκαρπη. Καταληκτικά, ο πόθος των Κυπρίων για ελευθερία και ένωση με την Ελλάδα, διαφαίνεται να παρέμεινε άσβεστος στο πέρασμα των πρώτων σαράντα χρόνων της βρετανικής κυριαρχίας στο νησί.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Γεωργής, Γιώργος (2016), Η Αγγλοκρατία στην Κύπρο, Από τον αλυτρωτισμό στον αντιαποικιακό αγώνα, (Πανεπιστημιακές Παραδόσεις), Αθήνα: χ.ε.
  • Ιακωβίδης, Κυριάκος, Η επόμενη ημέρα της 11ης Νοεμβρίου 1918 στην Κύπρο: το γιόρτασμα της νίκης και η αναζήτηση της Ένωσης, academia.edu, Διαθέσιμο εδώ
  • Richter, Heinz A. (2007), Ιστορία της Κύπρου 1878-1949, Τόμος Α΄, Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Στυλιανός-Λάμπρος Καραγεώργης
Στυλιανός-Λάμπρος Καραγεώργης
Γεννήθηκε στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πειραιώς και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας από το Πανεπιστήμιο Νεάπολις Πάφου. Έχει λάβει επιμόρφωση στην διοίκηση ναυτιλιακών επιχειρήσεων, και στις σχέσεις του ελληνισμού με την Δύση. Είναι γνώστης της αγγλικής και τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα εστιάζονται στην Ελληνική και Ευρωπαϊκή Ιστορία, του 19ου και 20ου αιώνα.