Της Δανάης-Βασιλικής Γαζή,
Η κοινωνία δικαιώματος αποτελεί ένα νομικό γεγονός, το οποίο δημιουργεί τόσο ενοχικές όσο και εμπράγματες σχέσεις μεταξύ των δικαιούχων της. Η νομική βάση της εντοπίζεται στο άρθρο 785 του ΑΚ και, ουσιαστικά, πρόκειται για ένα «δικαίωμα, το οποίο ανήκει σε περισσότερους από κοινού και, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, υπάρχει ανάμεσά τους κοινωνία κατ’ ιδανικά μέρη». Από τον ορισμό αυτό προκύπτει ότι οι δικαιούχοι του δικαιώματος αυτού ονομάζονται κοινωνοί και έχουν εξίσου δικαιώματα και υποχρεώσεις πάνω στο κάθε περιουσιακό έννομο αγαθό. Μάλιστα, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του νομικού αυτού φαινομένου αναπτύσσουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο νομικό κόσμο και μεγάλο μέρος της νομολογίας έχει ασχοληθεί επί του ζητήματος αυτού.
Αρχικά, ένα από τα σημαντικότερα δικαιώματα που εντοπίζονται είναι αυτό του άρθρου 786 ΑΚ, το οποίο ορίζει ότι «κάθε κοινωνός έχει ανάλογη μερίδα στους καρπούς του κοινού αντικειμένου». Συγκεκριμένα, δημιουργείται στο πρόσωπο του κοινωνού ενοχική αξίωση, με την οποία μπορεί να ζητήσει ανάλογο ποσοστό που κατέχει από το περιουσιακής φύσης κοινό αντικείμενο. Ο κοινωνός, δηλαδή, έχει ανάλογα δικαιώματα με το ποσοστό που αυτός κατέχει στη σχέση κοινωνίας και, σε περίπτωση που εντοπίζεται αμφιβολία επ’ αυτού, προκύπτει ότι οι κοινωνοί νέμονται κατά ίσα μέρη. Βέβαια, ο κοινωνός δεν αντλεί μόνο φυσικούς και πολιτικούς καρπούς από το εν λόγω αντικείμενο, αλλά και ωφελήματα που προκύπτουν από την άσκησή του.
Στη συνέχεια, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το άρθρο 787 ΑΚ, το οποίο προβλέπει ότι κάθε κοινωνός μπορεί να χρησιμοποιήσει το κοινό πράγμα. Αναλυτικότερα, το παρόν άρθρο αφορά ένα αυτοτελές και ανεξάρτητο δικαίωμα, με το οποίο ο κοινωνός αποκτά άμεση εξουσία στο πράγμα. Εξ αντιδιαστολής, συνάγεται ότι κανένας κοινωνός δεν μπορεί να κάνει αποκλειστική χρήση του πράγματος, ενώ, παράλληλα, αν συμβεί κάτι τέτοιο, οι υπόλοιποι δικαιούνται να ζητήσουν ανάλογη μερίδα από το όφελος που αυτός απέκτησε κατά το διάστημα αυτό. Η πρακτική αυτή, μάλιστα, εμφανίζεται συχνά σε περιπτώσεις κοινωνίας επί ακινήτου.
Μάλιστα, στο ίδιο άρθρο προβλέπεται ότι ο κοινωνός δεν δικαιούται να εμποδίσει τη σύγχρηση και των υπολοίπων κοινωνών. Σαφέστερα, από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι αυτή έχει εφαρμογή μόνο, εάν το κοινό έννομο αγαθό είναι δεκτικό παράλληλης χρήσης από περισσότερους. Εάν, δηλαδή, δεν εντοπίζεται αυτή η προϋπόθεση, τότε δεν μπορεί να γίνει λόγος ούτε για αποκλειστική χρήση ούτε, εν γένει, θα καταστεί εφικτό να ασκήσει κάποιος κοινωνός το δικαίωμά του πριν αποφασιστεί με ποιο τρόπο θα χρησιμοποιηθεί αυτό, βάσει του άρθ. 789 ΑΚ.
Τέλος, το άρθρο 793 του ΑΚ ρυθμίζει τον τρόπο, με τον οποίο γίνεται η διάθεση της ιδανικής μερίδας που έχει ο κοινωνός και τον τρόπο διάθεσης ολόκληρου του κοινού αντικειμένου. Όσον αφορά την πρώτη περίπτωση, ο κοινωνός δικαιούται να διαθέσει το μερίδιό του ή και μέρος αυτού με οποιονδήποτε τρόπο επιθυμεί. Δηλαδή, το άρθρο κάνει λόγο για διάθεση με την ευρεία έννοια, είτε αυτή αφορά την κλασική μεταβίβαση του δικαιώματος, είτε την εκχώρηση, είτε κάποια εκποιητική δικαιοπραξία. Βέβαια, όταν ο κοινωνός προβαίνει σε διάθεση του μεριδίου, δεν θα πρέπει αυτή να επηρεάζει και τα μερίδια των υπόλοιπων κοινωνών, διότι τότε συντρέχει περίπτωση ακυρότητας.
Ακόμη, όσον αφορά τη δεύτερη περίπτωση, δηλαδή την περίπτωση διάθεσης ολόκληρου του κοινού αντικειμένου, προβλέπεται διαφορετικός τρόπος. Η διάθεση, δηλαδή, απαιτεί τη σύμπραξη όλων των κοινωνών και, σε περίπτωση που αυτή δεν επιτυγχάνεται, τότε συνεπάγεται ακυρότητα της διάθεσης. Ωστόσο, μπορεί αυτή, στη συνέχεια, να αποκτήσει ισχύ, εφόσον δεν συμμετείχαν στη σύμπραξη ή δεν την ενέκριναν ή την εγκρίνουν στη συνέχεια. Παράλληλα, η διάθεση –εν προκειμένω– περιλαμβάνει και άλλες πράξεις, όπως η υπαναχώρηση, αλλά και η καταγγελία, πράξεις που δεν περιλαμβάνονται στην πρώτη περίπτωση.
Ανακεφαλαιώνοντας, το δικαίωμα της κοινωνίας είναι ένα από τα σημαντικότερα δικαιώματα που συναντώνται σε καθημερινή βάση στη συναλλακτική ζωή. Τόσο η νομολογία όσο και η θεωρία έχουν παράσχει στους κοινωνούς ένα μεγάλο εύρος δικαιωμάτων και αντίστοιχων υποχρεώσεων, προκειμένου να καθίσταται εύκολη η διευθέτηση των μεταξύ τους ζητημάτων και να μην δημιουργούνται συχνά διαφορές μεταξύ τους, που χρήζουν δικαστικής επίλυσης. Τα παραπάνω δικαιώματα, μάλιστα, καθίστανται αρκετά σαφή στους κοινωνούς και τους δίνουν τη δυνατότητα να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις τους, χωρίς να θίγουν τα αντίστοιχα δικαιώματα των υπόλοιπων κοινωνών.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Γεωργιάδης Απόστολος Σ, Εγχειρίδιο Ειδικού Ενοχικού Δικαίου, Αθήνα, 2014
-
Κοινωνία Δικαιώματος – Νομική Φύση Και Χαρακτηριστικά, kstlaw.gr, διαθέσιμο εδώ