7.7 C
Athens
Δευτέρα, 25 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΟι Βυζαντινο-Περσικοί Πόλεμοι επί Ηρακλείου (622-628)

Οι Βυζαντινο-Περσικοί Πόλεμοι επί Ηρακλείου (622-628)


Του Βασίλη Παπαδήμου,

Στις αρχές του 7ου αιώνα, το Bυζαντινό Kράτος είχε περιέλθει σε δεινή θέση. Η ανικανότητα του τυραννικού αυτοκράτορα Φωκά, οι πιέσεις που ασκούσαν εξωτερικοί εχθροί, αλλά και εσωτερικά προβλήματα είχαν δημιουργήσει μια χαοτική κατάσταση στην Aυτοκρατορία. Οι Πέρσες πραγματοποιούσαν επιθέσεις εναντίον της Aυτοκρατορίας, ενώ στη Βαλκανική είχε εισχωρήσει πλήθος Σλάβων. Το 610, συγκλητικοί κύκλοι της Κωνσταντινούπολης, βλέποντας πως η Aυτοκρατορία οδηγείται στον γκρεμό, κάλεσαν τον έξαρχο Αφρικής να στασιάσει εναντίον του Aυτοκράτορα. Πράγματι, ο Ηράκλειος, υιός του έξαρχου, επαναστάτησε εναντίον του Aυτοκράτορα, τον οποίο δολοφόνησε μόλις έφτασε στην Κωνσταντινούπολη. Ο Ηράκλειος παρέλαβε την Aυτοκρατορία σε πολύ κακή κατάσταση σε όλους τους τομείς. Το σημαντικότερο ζήτημα, ωστόσο, που έπρεπε να αντιμετωπίσει ήταν η επιθετικότητα των Περσών, οι οποίοι μέσα σε λίγα χρόνια είχαν καταλάβει όλες τις ανατολικές επαρχίες, φτάνοντας να κάνουν επιδρομές στην ίδια τη Μικρά Ασία. Αυτές οι ενέργειες ήταν εκείνες που κινητοποίησαν τον Ηράκλειο, ο οποίος σύντομα ανέλαβε δράση, οργανώνοντας μία μεγάλη εκστρατεία εναντίον των Περσών.

Αφού ο Ηράκλειος προετοίμασε την εκστρατεία, αποφάσισε την έναρξή της το 622 μ.Χ., θέτοντας τον εαυτό του επικεφαλής. Αρχικά, το βυζαντινό στράτευμα συγκεντρώθηκε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, έπειτα κατευθύνθηκε προς την περιοχή της Αρμενίας, όπου και δόθηκε η πρώτη νικηφόρα για τους Βυζαντινούς μάχη. Η τοποθεσία, καθώς και η χρονική στιγμή της επόμενης σημαντικής αναμέτρησης δεν είναι ακριβώς γνωστά. Ίσως να πραγματοποιήθηκε στις αρχές του 623 μ.Χ. στην περιοχή των βυζαντινο-αρμενικών συνόρων. Τότε ο Πέρσης Στρατηγός Σαρμπαράζ κατέστρωσε ένα σχέδιο, βάσει του οποίου θα αιφνιδίαζε το βυζαντινό στράτευμα περικυκλώνοντάς το και με αυτόν τον τρόπο θα ήταν νικητής. Όμως οι Βυζαντινοί χάρη στις εξαιρετικές στρατηγικές ικανότητες του Ηρακλείου, ο οποίος επληροφορήθη εγκαίρως τα σχέδια των Περσών, πέτυχαν τη νίκη, με τους Πέρσες να έχουν υποστεί σοβαρές απώλειες. Σε αυτό το σημείο έληξε η πρώτη φάση της εκστρατείας εναντίον των Περσών, με τους Βυζαντινούς να έχουν καταλάβει σημαντικά φρούρια της Ανατολικής Μικράς Ασίας, από τα οποία περνούσαν σημαντικές οδικές αρτηρίες, ο έλεγχος των οποίων ήταν απαραίτητος για τη συνέχιση της εκστρατείας.

Χάρτης που αποτυπώνει την πορεία της εκστρατείας. Πηγή εικόνας: commons.wikimedia.org

Τη διακοπή της εκστρατείας επέβαλε η επιθετικότητα των Αβαρο-σλάβων στη Βαλκανική. Αδυνατώντας να μεταφέρει στρατεύματα στην περιοχή, ο Ηράκλειος συμφώνησε με τον Άβαρο χαγάνο την αύξηση της ετήσιας επιχορήγησης για την εξαγορά της ειρήνης, σε ποσό αρκετά μεγαλύτερο από εκείνο που είχε συμφωνηθεί το 619. Έχοντας εξασφαλίσει, θεωρητικά τουλάχιστον, την ειρήνη στη Βαλκανική, ο Ηράκλειος ήταν πλέον ανενόχλητος να συνεχίσει τον πόλεμο εναντίον των Περσών. Την άνοιξη του 624 μ.Χ., ο Αυτοκράτορας κατευθύνθηκε προς το φρούριο των Σατάλων (περιοχή του Πόντου), προκειμένου να συναντήσει το υπόλοιπο στράτευμα το οποίο βρισκόταν εκεί. Ο βυζαντινός στρατός οδηγήθηκε πάλι προς την Αρμενία, όπου κατέστρεψε την πόλη Δοβίν (Dvin), καθώς και άλλες. Στη συνέχεια, ο Ηράκλειος προχώρησε ανατολικότερα στην περιοχή της Ατροπατινής Μηδίας (σημερινό Αζερμπαϊτζάν), όπου, καταδιώκοντας τον Πέρση Βασιλιά Χοσρόη Β΄, έφτασε στην πόλη των Γανζάκων, στην οποία κατέστρεψε τα εκεί ιερά του ζωροαστρισμού. Όμως ο Ηράκλειος αν και είχε τη δυνατότητα να χτυπήσει την καρδιά της Περσικής Αυτοκρατορίας, τη Δασταγέρτη ή την Κτησιφώντα δεν το έπραξε.

Όσο ο Ηράκλειος κατευθυνόταν ανατολικά, προσπαθώντας να καταδιώξει τον Χοσρόη, ο περσικός στρατός υπό τον στρατηγό Σαρμπαράζ ανασυντασσόταν στην περιοχή της Νίσιβης. Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις, όμως, σταμάτησαν λόγω της έλευσης του χειμώνα. Παρά τις αντίθετες εισηγήσεις του στρατιωτικού επιτελείου του, ο Ηράκλειος αποφάσισε να παραχειμάσει με τα στρατεύματά του στην περιοχή της Αλβανίας του Καυκάσου. Όταν ο Ηράκλειος αποφάσισε να ξεκινήσει εκ νέου της πολεμικές επιχειρήσεις, έχοντας, παράλληλα, συμμαχήσει με κάποιες φυλές του Καυκάσου, συνειδητοποίησε το σφάλμα που είχε πράξει, καθώς τα περάσματα προς την περιοχή της Αρμενίας, όπου είχε σκοπό να μεταβεί, είτε είχαν καταληφθεί από τους Πέρσες είτε ήταν δύσβατα. Εν τέλει, δίνοντας μια μάχη δίχως ουσιαστικά αποτελέσματα, κατάφερε να διασπάσει τις θέσεις των Περσών και να συνεχίσει την πορεία του. Αυτή ήταν και η τελευταία μάχη που έδωσε για το 625, έτος κατά το οποίο η εκστρατεία δεν σημείωσε ιδιαίτερη πρόοδο.

Η πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τους Πέρσες και Αβάρους. Πηγή εικόνας: wikipedia.org

Το επόμενο έτος ήταν ιδιαιτέρως κρίσιμο για την έκβαση της εκστρατείας. Οι Πέρσες σχεδίαζαν από κοινού με τους Αβάρους επίθεση κατά της Κωνσταντινούπολης. Ο Ηράκλειος, αφού έλαβε γνώση για τα σχέδια αυτά, προσπάθησε το ταχύτερο δυνατόν να μεταβεί στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας, από τη λίμνη Βαν όπου βρισκόταν, προκείμενου να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τους Πέρσες κατά την επίθεσή τους ή να συνδράμει την βυζαντινή πρωτεύουσα σε περίπτωση ανάγκης. Βρέθηκε, λοιπόν, στην περιοχή της Σεβάστειας, που αποτελούσε μια από τις βάσεις του. Ο Πέρσης στρατηγός Σαρμπαράζ, διασχίζοντας τη Μικρά Ασία, έφτασε στη Χαλκηδόνα (έξω από τη Κωνσταντινούπολη) τον Μάιο του 626, ενώ το καλοκαίρι του ίδιου έτους έφτασαν έξω από τα τείχη της Πόλης και οι Άβαροι, συνεπικουρούμενοι από Σλάβους. Την άμυνα είχαν αναλάβει ο Μάγιστρος Βώνος και ο Πατριάρχης Σέργιος. Εν τέλει, η πολιορκία απέτυχε, παρά το γεγονός της απουσίας του Ηρακλείου και του μεγαλύτερου τμήματος του στρατού. Οι Βυζαντινοί απέδωσαν τη σωτηρία της πόλης στην Παναγία, προς τιμήν της οποίας λέγεται ότι συνέθεσαν τον Ακάθιστο Ύμνο.

Μετά από την εξέλιξη αυτή, ο Ηράκλειος μετέβη εκ νέου στον Καύκασο, προκειμένου να συλλέξει στρατιώτες. Το καλοκαίρι του 627 ξεκίνησε η πολιορκία της Τιφλίδας από βυζαντινά και χαζαρικά στρατεύματα. Μετά τη θετική έκβαση της πολιορκίας, ξεκινά, με την εισβολή του Ηράκλειου στην Περσία, η τελευταία φάση της εκστρατείας εναντίον των Περσών. Στη Νινευή (κοντά στη Μοσούλη) δόθηκε μια από τις σημαντικότερες μάχες του πολέμου, στην οποία νικητές αναδείχθηκαν οι Βυζαντινοί, με τους Πέρσες να έχουν υποστεί σημαντικότατες απώλειες. Έπειτα, οι Βυζαντινοί καταδιώκοντας τον Χοσρόη, κατευθύνθηκαν προς την πρωτεύουσα των Περσών, Κτησιφώντα. Στο μεταξύ, η ολέθρια για τους Πέρσες έκβαση του πολέμου προκάλεσε την εξέγερσή τους εναντίον του Χοσρόη, ο οποίος, κατόπιν εξέγερσης, δολοφονήθηκε. Νέος Βασιλιάς ορίστηκε ο υιός του, Καβάδης-Σιρόης, ο οποίος έσπευσε γρήγορα να συνάψει ειρήνη με τους Βυζαντινούς, θέτοντας το 628 τέρμα σε έναν πόλεμο που κρατούσε ήδη από την εποχή της ανόδου του Φωκά στον θρόνο το 602.

H υποταγή του Χοσρόη στον Ηράκλειο. Πηγή εικόνας: wikipedia.org

Ολοκληρώνοντας, θα πρέπει να αναφερθεί πως οι όροι της συνθήκης δεν είναι ακριβώς γνωστοί. Πάντως, αυτό που σίγουρα προβλεπόταν είναι η επιστροφή των συνόρων σε εκείνα της συνθήκης του Μαυρικίου με τον Χοσρόη το 591. Δηλαδή, η Αρμενία, η Μεσοποταμία, η Συρο-Παλαιστίνη και η Αίγυπτος τέθηκαν ξανά υπό βυζαντινό έλεγχο. Η θετική έκβαση της εκστρατείας θα πρέπει, αφενός, να αποδοθεί στις εξαιρετικές στρατηγικές ικανότητες του Ηρακλείου, στο πείσμα και την υπομονή που σε διαφορές περιστάσεις υποδείκνυε. Αφετέρου, αυτή η επιτυχία οφείλεται και στον θρησκευτικό χαρακτήρα, ο οποίος προσδόθηκε στην εκστρατεία. Σε αυτό, βέβαια, συνέβαλε και η κλοπή του Τίμιου Σταυρού, καθώς και η πυρπόληση των εκκλησιών των Ιεροσολύμων το 614 από τους Πέρσες.

Τραγική ειρωνεία αποτελεί το γεγονός πως ο Ηράκλειος έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του βλέποντας τους κόπους του να πηγαίνουν χαμένοι. Από το 636, οι νεοεμφανιζόμενοι Άραβες άρχισαν να εισβάλουν στα ανατολικά βυζαντινά εδάφη. Μετά τη μάχη στον ποταμό Ιερομίακα (Yarmouk) το 638, κατά την οποία οι Βυζαντινοί ηττήθηκαν, και μέχρι το 640 περίπου όλες οι επαρχίες που είχαν ανακτηθεί το προηγούμενο διάστημα έπεσαν στα χέρια των Αράβων.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Ανδρέου Ν. Στράτου (1966), Το Βυζάντιον στον Ζ΄ αιώνα, τ. Α΄-Β΄, Αθήνα: Εκδόσεις Εστία
  • G. Ostrogorsky (2012), Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, τ. Α΄, Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Βασίλης Παπαδήμος
Βασίλης Παπαδήμος
Γεννήθηκε το 2002 στη Λάρισα, όπου και μεγάλωσε. Από μικρή ηλικία είχε μια κλίση στην Ιστορία, γι' αυτό και σπουδάζει στη Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, με ειδίκευση την Ιστορία. Στα ενδιαφέροντά του περιλαμβάνονται η Βυζαντινή, η Νεότερη και η Σύγχρονη Ιστορία. Στον ελεύθερο χρόνο του αρέσει να διαβάζει βιβλία και να περνά χρόνο με φίλους, ενώ είναι λάτρης της παράδοσης. Παρακολουθεί μαθήματα γαλλικών και βυζαντινής μουσικής.