19.7 C
Athens
Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΥγείαΑναζητώντας τις ρίζες των διαπροσωπικών σχέσεων του βρέφους

Αναζητώντας τις ρίζες των διαπροσωπικών σχέσεων του βρέφους


Του Θανάση Κυρίτση,

Ένα σημαντικό μέρος της κοινωνικής ανάπτυξης του ατόμου κατά τη βρεφική ηλικία αφορά τη διαμόρφωση της προσκόλλησης. Ως προσκόλληση, ορίζεται ο θετικός συναισθηματικός δεσμός, που αναπτύσσεται ανάμεσα στο βρέφος και το άτομο που το φροντίζει, συνήθως τη μητέρα του. Η ποιότητα του δεσμού αυτού επηρεάζει καθοριστικά τον τρόπο, που το παιδί θα μάθει να σχετίζεται με τους άλλους καθ΄ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Όταν το βρέφος προσκολλάται σε έναν άνθρωπο, βιώνει ευχαρίστηση και ανακουφίζεται σε στιγμές που νιώθει στρεσαρισμένο.

H έννοια της προσκόλλησης ανάμεσα στα βρέφη και τον/την τροφό τους μελετήθηκε αρχικά στο ζωικό βασίλειο. Ο ηθολόγος Konrad Lorenz, το 1965, παρατήρησε την ορμέμφυτη τάση νεογνών χήνας να ακολουθούν το πρώτο κινούμενο ον, που αντικρίζουν. Προς απόδειξη αυτής της θέσης, παρατήρησε ότι νεογνά χήνας από αβγά, που εκκολάφθηκαν σε θερμοκοιτίδα και δεν ήρθαν σε επαφή με την μητέρα τους, αλλά πρωτοείδαν εκείνον, τον ακολουθούσαν διαρκώς, αναζητώντας τροφή και προστασία. Ο Lorenz όρισε τη διαδικασία αυτήν της προσκόλλησης στο πρώτο κινούμενο ον ως αποτύπωση.

Πηγή Εικόνας: nationalgeographic.co.uk/ Το πείραμα με τους πιθήκους του Harlow

Στο ίδιο πλαίσιο, έρευνα του Harry Harlow, στην οποία δινόταν η δυνατότητα σε πιθήκους να έρχονται σε επαφή είτε με ομοίωμα μητέρας πιθήκου από σύρμα που παρείχε τροφή είτε με ομοίωμα μητέρας πιθήκου, που καλυπτόταν από μαλακό ύφασμα, που, όμως, δεν έδινε τροφή, απέδειξε ότι οι πίθηκοι περνούσαν περισσότερο χρόνο κοντά στην υφασμάτινη μητέρα, ενώ πήγαιναν κατά περιόδους στην άλλη για να τραφούν. Αναζητούσαν, λοιπόν, περισσότερο την εγγύτητα και τη σωματική επαφή παρά την τροφή, σε αντιδιαστολή με τον Freud, που πίστευε ότι το βρέφος προσεγγίζει τη μητέρα λόγω της παρώθησης για μείωση της έντασης και της ανάγκης κάλυψης των στοματικών του αναγκών.

Μία από τις πρώτες έρευνες για την προσκόλληση στον άνθρωπο, που διατηρεί καθολική ισχύ ως τις μέρες μας, εκπονήθηκε από τον Βρετανό ψυχίατρο John Bowlby (1908-1990), ο οποίος επηρεάστηκε από τους παραπάνω. Αφορμή στάθηκε το ενδιαφέρον του για το άγχος και την ψυχική δυσφορία των βρεφών, όταν αποχωρίζονται τους φροντιστές τους. Ο ίδιος περιέγραψε την προσκόλληση ως μία διαρκούσα ψυχολογική σύνδεση μεταξύ των ανθρώπων και το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε είναι ότι κυρίως η ανάγκη για ασφάλεια του βρέφους το οδηγεί μεγαλώνοντας να προσκολλάται σε ένα άτομο, συνήθως τη μητέρα του. Εισήγαγε, επίσης, την έννοια του αμοιβαίου ντετερμινισμού, κατά την οποία η αλληλεπίδραση του βρέφους με τον φροντιστή ασκείται δυναμικά και αμφίπλευρα. Επηρεασμένος από διάφορες θεωρητικές επιδράσεις, όπως τη θεωρία της εξέλιξης και προσαρμογής του Δαρβίνου, διατεινόταν ότι τα βρέφη είναι γενετικά προγραμματισμένα να προσκολλώνται, δημιουργώντας σχέσεις, ως εξελικτικό μηχανισμό επιβίωσης. Όσο το βρέφος βρίσκεται υπό την προστασία του φροντιστή, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες επιβίωσής του.

Πηγή Εικόνας: spektrum.de/ Φωτογράφος: JÜRGEN SCHADEBERG / Ο John Bowlby

Για να καταλάβουμε καλύτερα τον μηχανισμό της προσκόλλησης, χρειάζεται να αναφέρουμε ότι στη σχέση αυτή που δημιουργείται και με τη συνεχή αλληλεπίδραση, το βρέφος αναπτύσσει εσωτερικά μοντέλα εργασίας (έννοια που εισήγαγε ο Freud), τα οποία παρέχουν το πρότυπο για τις μελλοντικές του σχέσεις. Οι πρώιμες εμπειρίες του, δηλαδή, δημιουργούν νοητικές αναπαραστάσεις που καθορίζουν το πώς θα γίνουν αντιληπτές οι μετέπειτα σχέσεις του.

Ο Bowlby, σε αντίθεση με τον Freud, πίστευε ότι η προσκόλληση εξυπηρετεί κατά κύριο λόγο την προσαρμογή και ανάπτυξη του βρέφους. Επιπλέον, εναντιωνόταν σε συμπεριφοριστικές απόψεις, ότι η προσκόλληση πρόκειται για μαθημένη συμπεριφορά, υποστηρίζοντας πως η συμπεριφορά αυτή κατευθύνεται από την εσωτερική ορμή του βρέφους. Η προσκόλληση, λοιπόν, παρέχει το ασφαλές πλαίσιο, ώστε το βρέφος να αρχίσει να εξερευνά το περιβάλλον γύρω του και σταδιακά να απομακρύνεται από τον φροντιστή του, λόγω της αυξανόμενης αυτονομίας του.

Η Mary Ainsworth, αναπτυξιακή ψυχολόγος, υπό την επιρροή της προσέγγισης του Bowlby, επινόησε το 1978 μια πειραματική τεχνική για την αξιολόγηση της βρεφικής προσκόλλησης, την οποία ονόμασε «Συνθήκη του Ξένου» (Stranger Situation). Έτσι, προέκυψαν ορισμένοι τύποι προσκόλλησης των βρεφών με τη μητέρα τους: Η ασφαλής, η αποφευκτική, η αμφίθυμη και η αποδιοργανωμένη / αποπροσανατολισμένη προσκόλληση, η οποία προστέθηκε αργότερα. Φυσικά, το κάθε είδος προσκόλλησης επηρεάζει με διαφορετικό τρόπο τόσο τη μοναδική σχέση, που διαμορφώνεται ανάμεσα στο βρέφος και τον φροντιστή του, όσο και τις μελλοντικές σχέσεις του βρέφους, όπως ήδη αναφέρθηκε. Ακόμα, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί με βεβαιότητα, ότι ένα συγκεκριμένο είδος δεσμού μπορεί να εγγυηθεί καλή ή κακή προσαρμογή του ατόμου μεγαλώνοντας.

Πέραν των ειδών προσκόλλησης που αποδείχθηκαν με την πειραματική συνθήκη της Ainsworth, οι ερευνητές Schaffer και Emerson (1964) διαπίστωσαν 4 διακριτές φάσεις της βρεφικής προσκόλλησης:

Πηγή Εικόνας: slideplayer.com/ Τα στάδια της προσκόλλησης (Schaffer & Emerson, 1964)
  • Στάδιο πριν την προσκόλληση: Κατά το στάδιο αυτό, που διαρκεί από τη γέννηση ως τους 3 μήνες, τα βρέφη δεν προσκολλώνται σε κάποιον συγκεκριμένο φροντιστή. Βρεφικά σήματα, όπως το κλάμα, προκαλούν με φυσικό τρόπο την προσοχή του φροντιστή και οι θετικές αντιδράσεις του βρέφους τον κρατούν κοντά του.
  • Προσκόλληση χωρίς διακρίσεις: Στο στάδιο αυτό (από 6 εβδομάδες έως 7 μήνες) τα βρέφη δείχνουν προτίμηση για τους κύριους και τους δευτερεύοντες φροντιστές τους, αναπτύσσοντας εμπιστοσύνη προς αυτούς. Αν και δέχονται τη φροντίδα τρίτων, αντιδρούν θετικότερα προς τους κύριους φροντιστές τους.
  • Διακριτή προσκόλληση: Τα βρέφη στο διάστημα των 7-11 μηνών περίπου προσκολλώνται έντονα, δείχνοντας σαφή προτίμηση σε έναν συγκεκριμένο φροντιστή. Αρχίζουν να εμφανίζουν άγχος αποχωρισμού, όταν τον αποχωρίζονται, ενώ συγχρόνως έχουν άγχος προς τους ξένους.
  • Πολλαπλές προσκολλήσεις: Στο στάδιο αυτό, περίπου μετά τους 9 μήνες, τα βρέφη αρχίζουν να σχηματίζουν στενούς συναισθηματικούς δεσμούς και με άλλα άτομα πέραν του κύριου φροντιστή τους, όπως με τον δεύτερο γονέα, με μεγαλύτερα αδέλφια ή τους παππούδες τους.

Μολονότι αυτή είναι η τυπική πορεία, που ακολουθούν τα βρέφη κατά τη διαδικασία της προσκόλλησης, υπάρχουν κάποιοι παράγοντες, που ενδέχεται να επηρεάσουν τους χρόνους, που ένα βρέφος διέρχεται τα διάφορα στάδια και τον τρόπο που αναπτύσσει τις προσκολλήσεις του. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται η διαθεσιμότητα για προσκόλληση, δηλαδή το να υπάρχει στη ζωή του βρέφους ένας κύριος φροντιστής που θα συνδεθεί στενά με το βρέφος, καθώς και η ποιότητα της φροντίδας που θα παρέχουν οι φροντιστές, οι οποίοι χρειάζεται να ανταποκρίνονται με συνέπεια και με συνεχή τρόπο στις ανάγκες του βρέφους, για να οικοδομηθεί μια σχέση εμπιστοσύνης.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Robert S.Feldman, Αναπτυξιακή Ψυχολογία, Δια Βίου Προσέγγιση, Eκδόσεις Gutenberg, 2019.
  • Linda Wilmshurst, Αναπτυξιακή Ψυχοπαθολογία, Eκδόσεις Gutenberg, 2021.
  • What Is Attachment Theory, verywellmind.com. Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Θανάσης Κυρίτσης
Θανάσης Κυρίτσης
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 2003 και είναι απόφοιτος ΓΕΛ. Σπουδάζει Ψυχολογία στο ΕΚΠΑ και έχει συμμετάσχει σε ημερίδες και συνέδρια, μεταξύ άλλων στη Προσομοίωση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (MUN). Γνωρίζει Αγγλικά και Γερμανικά, ενώ στα ενδιαφέροντά του περιλαμβάνονται η ενημέρωση επί των εξελίξεων, η απόκτηση γνώσεων από διάφορα πεδία και ο αθλητισμός.