Του Γιώργου Κοσματόπουλου,
Το ζήτημα της καταγγελίας εναντίον του ευρωβουλευτή του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., Αλέξη Γεωργούλη, για βιασμό και ξυλοδαρμό, αποτελεί την πιο «καυτή» είδηση των ημερών. Ο τρόπος με τον οποίο το πολιτικό σύστημα της χώρας μας αντιμετωπίζει το συγκεκριμένο γεγονός, αποδεικνύει, για ακόμα μία φορά, τη βαθύτατη θεσμική και ηθική παρακμή, στην οποία αυτό βρίσκεται.
Καταρχάς, ας αναφερθεί αυτό που θα έπρεπε να θεωρείται αυτονόητο σε ένα Κράτος Δικαίου, όπως θέλει η Ελλάδα να αυτοπροσδιορίζεται: Ισχύει το τεκμήριο της νομιμότητας. Ο Γεωργούλης, μάλιστα, δεν φέρει καν την ιδιότητα του κατηγορουμένου. Δεν υφίστανται, ακόμη τουλάχιστον, ούτε θύτης ούτε θύμα. Ουδεμία έκπτωση από τις βασικές αρχές του νομικού μας πολιτισμού δικαιολογείται, ειδικά από ανθρώπους, που, συνήθως, ομνύουν στους θεσμούς, στα ανθρώπινα δικαιώματα, στο ευρωπαϊκό κεκτημένο. Το γεγονός ότι ο εμπλεκόμενος, στη συγκεκριμένη υπόθεση, είναι ευρωβουλευτής ενός κόμματος που έχει καταπατήσει βάναυσα το τεκμήριο της αθωότητας σε πλείστες άλλες περιπτώσεις, δεν δίδει το δικαίωμα στους πολιτικούς του αντιπάλους να μετέρχονται τις ίδιες μεθόδους, όσο μεγάλος κι αν είναι ο πειρασμός. Οι κανόνες που διέπουν την απονομή της Δικαιοσύνης είναι απρόσωποι και ο σεβασμός τους δεν είναι α λα καρτ. Ως προς το ποινικό και δικαστικό σκέλος της υποθέσεως, δεν υπάρχει κάτι άλλο να λεχθεί πλην του ότι πρόκειται για μια σοβαρή καταγγελία υπό διερεύνηση, για την οποία έχει ζητηθεί η άρση της ασυλίας του καταγγελλομένου ευρωβουλευτή.
Αυτό που δύναται να τεθεί στη βάσανο της ανάλυσης και της κριτικής είναι το πολιτικό σκέλος: Πολιτικά, λοιπόν, έχουμε ένα μεγαλοπρεπέστατο ξεμπρόστιασμα του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Όχι γιατί ένα στέλεχός του καταγγέλθηκε για σοβαρά ποινικά αδικήματα. Αυτό μπορεί να συμβεί σε όλα τα κόμματα. Ούτε γιατί η γραμμή σε σχέση με τη γνώση της καταγγελίας πριν αυτή δει το φως της δημοσιότητας ήταν «κάποιος, κάτι, κάπου άκουσε». Εδώ που τα λέμε, κάθε κόμμα έτσι θα αντιδρούσε εάν μαθευόταν ότι στέλεχός του βαρύνεται με μια τέτοια καταγγελία εδώ και τρία χρόνια. Αυτό που εξευτελίζει πλήρως το αφήγημα του δήθεν ηθικού πλεονεκτήματος, είναι η χυδαία αντιμετώπιση της καταγγέλλουσας από όλο το σύστημα του κόμματος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Καταρχάς, διέρρευσαν τα στοιχεία της. Φυσικά αυτό δεν συνέβη τυχαία. Στόχος ήταν να γνωστοποιηθούν οι ιδιότητές της ως εργαζομένη στην Κομισιόν και ως στέλεχος του ΠΑ.ΣΟ.Κ., προκειμένου να χαραχθεί η γραμμή της πολιτικής συνωμοσίας εναντίον των ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και Γεωργούλη ενόψει των εθνικών εκλογών.
Στη συνέχεια, διάφορα στελέχη και υποψήφιοι βουλευτές του αποκάλυψαν την πραγματική ποιότητα της πολιτικής συγκρότησης κι, εν γένει, του χαρακτήρα τους. Κοινοποιώντας ακόμα και δημοσιεύματα περιθωριακών φυλλάδων επαγγελματιών συκοφαντών, επιχείρησαν την ηθική δολοφονία της Χρονοπούλου. Διότι στον αξιακό πυρήνα του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., τον έμπλεο αυταρχισμού όποιος δεν είναι μαζί του είναι ένα άτομο που δεν δικαιούται να απολαμβάνει τα ίδια δικαιώματα με τους πιστούς του. Μπροστά στα συμφέροντα του κόμματος κάμπτονται ακόμα πιο εύκολα οι ψευδεπίγραφες ευαισθησίες. Αν στη θέση του Γεωργούλη βρισκόταν ένα στέλεχος της Ν.Δ. και του ΠΑ.ΣΟ.Κ., αυτό θα είχε λιντσαριστεί διαδικτυακά ήδη από τον διαδικτυακό όχλο των πληρωμένων και μη “trolls” της Κουμουνδούρου. Σήμερα, ο όχλος αυτός λιντσάρει την καταγγέλλουσα, επειδή τυγχάνει πολιτική αντίπαλος. Αυτός είναι ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. κι όποιος αρνείται ακόμη και σήμερα να το παραδεχτεί απλά ενστερνίζεται τις μεθόδους της πολιτικής αλητείας που αυτός εφαρμόζει. Δεν υφίστανται, πλέον, «γελαστοί και γελασμένοι»…
Από την άλλη, αξίζει κάποιος αν σταθεί στην υποκρισία που διακατέχει τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και τον λεγόμενο καλλιτεχνικό χώρο; Οι ιεραπόστολοι της πολιτικής ορθότητας, οι μαινάδες της κεκαλυμμένης αυτής δικτατορίας, που έχουν κατακρεουργήσει τις ζωές ανθρώπων, οι οποίοι βρέθηκαν να διαδραματίζουν ρόλο αρνητικού πρωταγωνιστή σε παρόμοιας υφής υποθέσεις, τώρα θυμήθηκαν το τεκμήριο της αθωότητας! Οι δικαστές και οι εισαγγελείς των τηλε-κουτσομπολάδικων κομπιάζουν να εκφέρουν άποψη, διότι ο εμπλεκόμενος είναι φίλος τους ή εν πάση περιπτώσει ένα άτομο που δεν θέλουν να πετάξουν στα σκυλιά. Η κλίκα που διαφεντεύει το Σωματείο των Ηθοποιών ανακάλυψε, επίσης, το αξίωμα ότι όλοι είναι αθώοι μέχρι αποδείξεως του εναντίου. Είναι οι ίδιοι, όμως, που υιοθετούσαν άκριτα οποιαδήποτε καταγγελία το προηγούμενο διάστημα, που διέγραφαν συναδέλφους τους, που γίνονταν μόνιμοι θαμώνες στα τηλεοπτικά παράθυρα κατάπτυστων εκπομπών, δίδοντας «προοδευτικά» διαπιστευτήρια κι εκμεταλλευόμενοι την προβολή τους ποικολοτρόπως.
Από εκεί και πέρα, είναι πασιφανές ότι το χάσμα του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. με το ΠΑ.ΣΟ.Κ. βαθαίνει. Πρόκειται για το αντίστοιχο φαινόμενο που έλαβε χώρα με την υπόθεση των υποκλοπών κι επηρέασε τη σχέση της Χαριλάου Τρικούπη με τη Ν.Δ. Είναι ακόμα πιο δύσκολο, πλέον, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. να συνεργαστεί μ’ ένα κόμμα, το οποίο επιχείρησε να εξευτελίσει με αυτόν τον τρόπο ένα στέλεχός του και πιθανότατα υποψήφια βουλευτή Επικρατείας του. Το κάψιμο τω γεφυρών με το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και η γενικότερη φθορά του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. από την υπόθεση ενισχύει τη Ν.Δ., η οποία, ούτως ή άλλως, παρουσιάζει σημάδια επανασυσπείρωσης. Ευκαιρία, όμως, αποτελεί αυτή η εξέλιξη για το ΠΑ.ΣΟ.Κ., προκειμένου να καταστήσει σαφές στον κόσμο της λεγομένης κεντροαριστεράς, ότι δεν έχει και δεν θα μπορούσε ποτέ να έχει σχέση με τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και να θέσει προ των ευθυνών του κάθε πολίτη, ο οποίος αυτοπροσδιορίζεται σε αυτόν τον χώρο. Όπως προαναφέρθηκε, «γελαστοί και γελασμένοι» δεν υφίστανται πλέον…