Της Σπυριδούλας Βλάχα,
Η ψυχική νόσος ανέκαθεν αποτελούσε αντικείμενο ενδιαφέροντος και προσέλκυε τα βλέμματα των επιστημόνων και μη. Ωστόσο, όλη αυτή η υπεραπασχόληση και η συχνή μετάδοση λανθασμένων πληροφοριών έχει οδηγήσει στη δημιουργία ενός στίγματος το οποίο συνοδεύει την ψυχική ασθένεια και δυσκολεύει σε μεγάλο βαθμό τη ζωή των ατόμων, τόσο σε επίπεδο θεραπείας όσο και σε επίπεδο πρόληψης και διάγνωσης.
Δεν είναι τυχαίο που το στίγμα αναφέρεται συχνά ως η «δεύτερη νόσος» του ατόμου, υπό την έννοια ότι μαζί με την πρωταρχική διαταραχή έχει να διαχειριστεί και το κοινωνικό βάρος που αυτή φέρει. Πρώτος μίλησε για το στίγμα το 1963 ο κοινωνιολόγος Erving Goffman, ο οποίος ανέφερε ότι αποτελεί ένα ανεπιθύμητο στοιχείο που προσδίδεται στα άτομα και οδηγεί στον κοινωνικό αποκλεισμό τους, αναγκάζοντάς τα να αποκρύπτουν το πρόβλημά τους. Σήμερα, θεωρείται ότι η έννοια του στίγματος αποτελείται από τρία βασικά χαρακτηριστικά: τα στερεότυπα, τις προκαταλήψεις και τις διακρίσεις. Το στερεότυπο αφορά μια γενικευμένη αρνητική πεποίθηση, που περιλαμβάνει υπεραπλουστεύσεις και υιοθετείται από μία κοινωνική ομάδα. Η προκατάληψη αποτελεί τη συναισθηματική αντίδραση που έπεται των στερεοτύπων, ενώ η διάκριση τη συμπεριφορική εκδήλωση των παραπάνω συναισθημάτων.
Ο πιο διαδεδομένος μύθος που συνοδεύει την ψυχική νόσο και συμβάλλει στη διαιώνιση του στίγματος είναι εκείνος της «επικινδυνότητας». Σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού υπάρχει η άποψη πως οι ψυχικά πάσχοντες είναι άτομα επικίνδυνα και δεν διστάζουν να κάνουν κακό στους άλλους. Κάτι τέτοιο, φυσικά, ενισχύεται σε σημαντικό βαθμό από τα Μ.Μ.Ε., στα οποία βλέπουμε είτε φαντασμαγορικές ταινίες να εκτυλίσσονται σε ψυχιατρεία με ήρωα τον γνωστό σε όλους «σχιζοφρενή δολοφόνο» είτε από την αλόγιστη χρήση χαρακτηρισμών όπως «ψυχοπαθής», «ψυχικά ασταθής», «σχιζοφρενής» και «ψυχάκιας», προκειμένου να γίνει αναφορά στους θύτες εγκλημάτων.
Η παραπάνω κατάσταση έχει ως αποτέλεσμα τα άτομα να αισθάνονται φόβο και άγχος στην πιθανότητα εμφάνισης μίας ψυχικής διαταραχής, με αποτέλεσμα να αποφεύγεται η διάγνωση σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού και η λήψη της κατάλληλης θεραπείας (φαρμακευτικής και ψυχοθεραπευτικής), θέτοντας σε ρίσκο την ψυχική υγεία πολλών ατόμων, αλλά και τον κοινωνικό αποκλεισμό όσων έχουν ήδη διαγνωσθεί. Η αλήθεια είναι, όμως, πως τα άτομα με ψυχική ασθένεια, και ειδικά όσα βρίσκονται στο φάσμα της ψύχωσης, βιώνουν τέτοια αποδιοργάνωση, η οποία τους προκαλεί έντονο φόβο και άγχος, μάλιστα περισσότερο από τον φόβο που αισθάνονται όσοι βρίσκονται απέναντί τους.
Όσον αφορά το κομμάτι της διάγνωσης, συχνά παρατηρείται μία υπερβολική τάση των ειδικών ψυχικής υγείας να ονοματίζουν τα ψυχικά συμπτώματα και να βιάζονται να προσδώσουν μία διάγνωση στο άτομο που βρίσκεται απέναντί τους. Αυτή, ωστόσο, η υπεργνωμάτευση και η προσπάθεια απόδοσης της παραμικρής ψυχικής «αστάθειας» σε ψυχική νόσο προσκολλώντας «ταμπέλες» στα άτομα, ενισχύει το στίγμα και, παράλληλα, προκαλεί μία αντιπάθεια προς τα επαγγέλματα του ψυχολόγου και του ψυχιάτρου. Η δεύτερη, μάλιστα, κάποια στιγμή στο παρελθόν έφτασε σε τόσο μεγάλο βαθμό, που δημιουργήθηκε το λεγόμενο «Αντιψυχιατρικό κίνημα» ή αλλιώς «Αντιψυχιατρική».
Η Aντιψυχιατρική εμφανίστηκε τη δεκαετία του 1960 και αμφισβήτησε έντονα την Ψυχιατρική και ό,τι αυτή εκπροσωπεί. Συγκεκριμένα, το κίνημα αυτό χαρακτήρισε την Ψυχιατρική ως «ψευδοεπιστήμη», η οποία δεν έχει επιστημονική βάση, αφού δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία ότι μπορεί να υπάρξει διαταραχή στον εγκέφαλο. Επιπλέον, εμφάνισε έντονη αντίθεση ως προς τον ορισμό και την ταξινόμηση των ψυχικών διαταραχών, καθώς ο κατάλογος των ψυχικών ασθενειών δεν προέκυψε μέσω κάποιας αυστηρής «επιστημονικής» μεθόδου, αλλά απλώς μετά από ψήφισμα συγκεκριμένων Αμερικανών ψυχιάτρων. Ακόμα, το κίνημα, παρουσίασε μεγάλη εναντίωση απέναντι στα ψυχιατρικά φάρμακα, αμφισβητώντας την αποτελεσματικότητα των φαρμάκων και υποστηρίζοντας την αποδοτικότητα της ψυχοθεραπείας.
Στην ουσία, το κίνημα της αντιψυχιατρικής αρνήθηκε να θεωρήσει την ψυχική ασθένεια ως κάτι βιολογικό, αλλά ως κάτι το οποίο πηγάζει από τις κοινωνικές και πολιτισμικές νόρμες, με βάση τις οποίες ορίζεται το «κανονικό» και το «αποκλίνον ή μη φυσιολογικό». Κατηγόρησε την Ψυχιατρική ότι αντιμετώπιζε τα άτομα ως τις ψυχικές τους νόσους, στερώντας τους τα ανθρώπινα γνωρίσματα και την ατομικότητά τους και προσδίδοντας στον ψυχίατρο κάθε εξουσία, ώστε να συμπεριφερθεί με τον οποιονδήποτε τρόπο στον ψυχικά πάσχοντα. Αν και σήμερα το κίνημα αυτό έχει υποχωρήσει, η επιρροή του είναι ακόμη εμφανής, καθώς έθεσε τις βάσεις για γόνιμο προβληματισμό σχετικά με την αλόγιστη χρήση ψυχιατρικών φαρμάκων και ιδρυματοποίησης, την ελευθερία και τα δικαιώματα του ψυχικά ασθενούς ατόμου, ζητήματα δικαιοσύνης και τη μείωση του στίγματος.
Συνεπώς, η ψυχική ασθένεια έχει προκαλέσει μία πληθώρα απόψεων σχετικά με κάθε πτυχή της. Το στίγμα είναι κάτι το οποίο, δυστυχώς, συνεχίζει να συνοδεύει τα άτομα με κάποια ψυχική διαταραχή λόγω άγνοιας, αλλά και λόγω της υπερ-ιατρικοποίησης και αντιμετώπισης των ατόμων με έναν υπερβολικά απόλυτο και, συχνά, απάνθρωπο τρόπο. Το αντιψυχιατρικό κίνημα, προσέφερε ένα εύφορο έδαφος σχετικά με τη μείωση του στίγματος, καθώς και για τη διαπραγμάτευση ζητημάτων, που μέχρι τότε θεωρούνταν δεδομένα.
Όπως και να έχει, η ψυχική νόσος είναι κάτι για το οποίο δεν θα έπρεπε να ντρέπεται ούτε να φοβάται κανείς, αλλά να αντιμετωπίζεται από όλους –κοινωνικό περίγυρο και ειδικούς– ως κάτι ανθρώπινο και φυσιολογικό να συμβαίνει μέσα σε ένα παράλογο περιβάλλον. Από εκεί και πέρα, η θεραπεία χρειάζεται να είναι εξίσου ανθρώπινη και να έχει ως πρωταρχικό σκοπό της τη βελτίωση και τη μείωση του πόνου του ατόμου.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Το στίγμα της ψυχικής διαταραχής: Η ”δεύτερη νόσος”, psyxiatros.gr, διαθέσιμο εδώ
- Στίγμα και ψυχική ασθένεια, iatronet.gr, διαθέσιμο εδώ
- Το αντιψυχιατρικό κίνημα και η αναγέννηση του: η προσέγγιση που άλλαξε τον τρόπο που βλέπουμε τις ψυχιατρικές διαταραχές, psychologynow.gr, διαθέσιμο εδώ