Της Δήμητρας Κούβελα,
Ο πασίγνωστος φυσιοδίφης, Charles Darwin, ή όπως είναι γνωστός στην ελληνική βιβλιογραφία ο Κάρολος Δαρβίνος, γεννήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 1809 στην αγγλική πόλη Shrewsbury και πέθανε στις 19 Απριλίου 1882, στο Downe της Αγγλίας. Η θεωρία του για την εξέλιξη των ειδών αποτέλεσε θεμέλιο για τις σύγχρονες μελέτες. Ο ισχυρισμός του ότι τα ζώα και το ανθρώπινο είδος «μοιράζονταν» κάποιον κοινό πρόγονο σόκαρε τη βικτωριανή κοινωνία, καθώς οι απόψεις του θεωρούνταν πολύ καινοτόμες για την εποχή.
Ο πατέρας του Κάρολου ήταν ο γιατρός Robert Waring Darwin και η μητέρα του η Susannah Wedgwood, η οποία απεβίωσε όταν ο Κάρολος ήταν ακόμα σε παιδική ηλικία, στα 8 του χρόνια, και ανετράφη από τις τρεις μεγαλύτερες αδερφές του. Ο Κάρολος άρχισε από νωρίς να εκδηλώνει το ενδιαφέρον του για το ανθρώπινο σώμα και τις λειτουργίες του, καθώς παρατηρούσε τη δουλειά του πατέρα του. Φοιτούσε στο σχολείο Anglican Shrewsbury School, ενώ εκείνην την εποχή οι θετικές επιστήμες θεωρούνταν απάνθρωπες στα δημόσια αγγλικά σχολεία. Όταν έγινε 16 χρονών, ο πατέρας του τον έστειλε να σπουδάσει ιατρική στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, ενώ έπειτα από 2 χρόνια φοίτησης φαινόταν να μην είχε αποκομίσει πολλά από τις σπουδές του, γεγονός που δεν ίσχυε, καθώς είχε την ευκαιρία να εμβαθύνει στις θετικές επιστήμες. Συγκεκριμένα, ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη χημεία αλλά, επίσης, έμαθε να αναγνωρίζει τα είδη των φυτών με βάση το σύγχρονο σύστημα και να ταριχεύει πτηνά.
Το 1828, ο Κάρολος άρχισε να φοιτά στο Christ’s College στο Cambridge. Το περιβάλλον ήταν εντελώς διαφορετικό και πλέον η εκπαίδευση που λάμβανε ήταν η κλασσική εκπαίδευση ενός νεαρού Άγγλου. Μετά από τρία χρόνια, πήρε το πτυχίο του στις τέχνες. Ύστερα, ο Κάρολος αποφάσισε να συμμετέχει στο ερευνητικό ταξίδι, με βάση τις συμβουλές του καθηγητή του John Stevens Henslow, στο νοτιότερο άκρο της Νότιας Αμερικής με το πλοίο Beagle. Το ταξίδι διήρκησε πέντε χρόνια και βοήθησε τον Κάρολο να ωριμάσει αλλά και να εμβαθύνει στην έρευνά του, με την εξερεύνηση της φύσης της Βραζιλίας και της ζούγκλας της καθώς και της οροσειράς των Άνδεων. Ο Κάρολος έκανε ανάβαση 1,2 χιλιομέτρων στους λόφους των Άνδεων, όπου είδε το ηφαίστειο Mount Osorno να εκρήγνυται στις 15 Ιανουαρίου 1835.
Η ενασχόλησή του και η ανακάλυψη απολιθωμάτων δημιούργησαν νέα ερωτήματα στην έρευνά του. Τα κατά καιρούς ταξίδια του στους λόφους στην περιοχή Bahía Blanca αλλά και νοτιότερα στο λιμάνι St. Julian οδήγησαν στην ανακάλυψη τεράστιων οστών από θηλαστικά. Πολλά από τα οστά αυτά αλλά και νεκροκεφαλές τα μετέφερε στο πλοίο και τον προβλημάτισαν ως προς την αιτία που οδήγησε αυτά τα είδη να εξαφανιστούν.
Πριν το ταξίδι αυτό λάβει τέλος, ο Κάρολος είχε τελειώσει το ημερολόγιό του 770 σελίδων, είχε συμπληρώσει 1750 σελίδες με σημειώσεις και είχε σχεδιάσει 12 καταλόγους των 5.436 ευρημάτων του (οστά, δέρματα, κουφάρια). Ωστόσο, ακόμα είχε στο μυαλό του ερωτήματα σχετικά με τα είδη του ζωικού βασιλείου που δεν είχε επιλύσει.
Το 1854, κατάφερε να λύσει τον τελευταίο κύριο προβληματισμό του: τη διακλάδωση των ειδών. Παραλλήλισε τη θεωρία της φυσικής επιλογής, στην οποία η πάλη για επιβίωση δημιουργεί τη διακλάδωση των ειδών, με τον διαχωρισμό της εργασίας στο εργοστάσιο: «Ο ανταγωνισμός στη φύση θα ωφελήσει εκείνους που μπορούν να εξειδικευτούν. Τα είδη μπορούν να διαφοροποιηθούν, όπως μπορούν και οι έμποροι στην ίδια περιοχή». Τον επόμενο χρόνο, ο Κάρολος διεξήγαγε ένα πείραμα με σπόρους σε θαλάσσιο νερό, προσπαθώντας να αποδείξει ότι μπορούν να επιβιώσουν σε αυτή την κατάσταση, ώστε να βρεθούν σε νησιά και να αρχίσουν να διαφοροποιούνται σε είδη. Επίσης, έκανε πειράματα με νεοσσούς περιστεριών, προσπαθώντας να συμπεράνει εάν οι νεοσσοί έμοιαζαν περισσότερο με τους παλαιότερους προγόνους τους ή με τους γονείς τους.
Τον Απρίλιο του 1856, άρχισε να συγγράφει το τρίπτυχο “Natural Selection”, όπου συνέχισε τη συγγραφή του ακόμα και κατά τη γέννηση του 10ου και τελευταίου παιδιού του. Παρ’ όλο που τη δεκαετία του ’30 ο Κάρολος θεωρούσε ότι τα είδη προσαρμόζονταν τέλεια στο περιβάλλον, πλέον θεωρούσε ότι κάθε νέα μορφή ήταν ατελής, με κύριο γνώμονα την αέναη προσπάθεια του είδους για επιβίωση. Ο Δαρβίνος άρχισε να συγγράφει ένα κεφάλαιο στο βιβλίο του με την ονομασία “Origin of Species by Means of Natural Selection”, ή “The Preservation of Favoured Races in the Struggle for Life”, το οποίο εν τέλει θεωρείται περισσότερο «προσιτό» στο κοινό.
Όταν το βιβλίο εκδόθηκε, στις 22 Νοεμβρίου 1859, οι περισσότεροι επιστήμονες δεν συμφώνησαν με τη θεωρία που υποστήριζε. Ο τύπος, από την άλλη, είχε καταλήξει αυθαίρετα στο συμπέρασμα ότι ο Δαρβίνος υποστήριζε ότι οι άνθρωποι προέρχονταν από τους πιθήκους και ότι αρνείται την αθανασία της ανθρώπινης φύσης. Ο βιολόγος Huxley, καλός φίλος του Δαρβίνου, υποστήριξε το έργο και τη θεωρία του, γράφοντας τρεις αναφορές του Origin of Species, αλλά και μέσω της παρουσίας του στο συμβούλιο της Οξφόρδης του Βρετανικού Συνδέσμου της Εξέλιξης των Επιστημών, το 1860.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Charles Darwin, britannica.com, διαθέσιμο εδώ
- Charles Darwin, education.nationalgeographic.org, διαθέσιμο εδώ
- The Evolution of Charles Darwin, smithsonianmag.com, διαθέσιμο εδώ
- Κάρολος Δαρβίνος, sansimera.gr, διαθέσιμο εδώ