Της Ιωάννας Λογάρου,
Eπηρεασμένος από την ιδιαίτερη σχέση του με τα όνειρα, ο Richard Linklater κατασκεύασε την animated ταινία Waking Life. Πιο συγκεκριμένα, ο Linklater συχνά βίωνε το λεγόμενο “lucid dreaming”, σύμφωνα με το οποίο ο ονειρευόμενος συνειδητοποιεί ότι ονειρεύεται και μπορεί να ελέγξει το περιβάλλον και τα δρώμενα του ονείρου του. Δεν ήταν, άλλωστε, λίγες οι φορές που ο Linklater αντιλαμβανόταν πως είναι ξύπνιος και ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα, ενώ βρισκόταν ακόμα σε κατάσταση ονείρου. Γι’ αυτό, λοιπόν, καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας ο πρωταγωνιστής (που παραμένει ανώνυμος) δεν γνωρίζει πότε ονειρεύεται και πότε όχι, βυθίζοντας τόσο τον εαυτό του όσο και εμάς σε μία ενδιάμεση κατάσταση ονείρου-πραγματικότητας. Στην ταινία ο πρωταγωνιστής συμμετέχει ή απλώς παρατηρεί συζητήσεις διαφόρων ανθρώπων, των οποίων τα ονόματα δεν αποκαλύπτονται απαραιτήτως. Οι συζητήσεις αυτές αφορούν φιλοσοφικά ζητήματα όπως αυτό του υπαρξισμού, της ελεύθερης βούλησης, των αναμνήσεων και του θανάτου.
Ωστόσο, ο πρωταγωνιστής, σε ορισμένες σκηνές, φαίνεται πως ξυπνά, αλλά, στη συνέχεια, υψώνεται στο ταβάνι και επιστρέφει στην ονειρική κατάσταση που χαρακτηρίζει ολόκληρη την ταινία. H έννοια αυτή, του «ξυπνήματος», έχει ερμηνευτεί από τις ανατολικές θρησκείες ως η φώτιση του ενός και η αφύπνισή του γύρω από μία παραπλανητική ζωή.
Αναλυτικότερα, στον Βουδισμό η ζωή χαρακτηρίζεται ως “waking sleep”, καθώς οι αντιλήψεις μας είναι απατηλές και η πραγματικότητα αγνοείται. Ας αναφερθούμε, λοιπόν, στην ιστορία του Σιντάρτα Γκαουτάμα, ο οποίος κάθισε σε ένα δέντρο που ονομάζεται Bodhi, αποφασίζοντας να παραμείνει εκεί έως ότου να λάβει μία βαθιά αίσθηση του πόνου. Όσο βρισκόταν εκεί, τη νύχτα η σκέψη του ήταν τόσο διαυγής και ήρεμη, που τον βοήθησε να αντιληφθεί ότι οι ρίζες του πόνου βρίσκονται στον εγωισμό και στην προσκόλληση σε διάφορες ιδέες. Αργότερα, ο δαίμονας Μάρα εμφανίστηκε προκαλώντας τον Σιντάρτα με τα βέλη πάθους του. Του μίλησε για επιθυμίες, υπερηφάνεια και φόβο επιδιώκοντας να αποσυναρμολογήσει την καθαρότητα σκέψης του Σιντάρτα. Εκείνος, όμως, ακουμπώντας το έδαφος και επιδεικνύοντας την εναρμόνισή του με το σύμπαν, απέρριψε τα βέλη του δαίμονα. Το επόμενο πρωί, ο Σιντάρτα ονομάστηκε Βούδας που σημαίνει “Awakened One”, καθώς αφυπνίστηκε, διαλευκάνοντας τις αιτίες του πόνου και την εγωκεντρική προσέγγιση που τείνουμε να έχουμε γύρω από τον κόσμο. Αυτή η αφύπνιση δεν απευθύνεται αποκλειστικά στον Σιντάρτα, αφού και όσοι αργότερα φωτίστηκαν και κατευθύνθηκαν κοντινότερα προς την αλήθεια ονομάστηκαν, επίσης, Βούδας (Amitabha Βούδας, Vairochana Βούδας, Medicine Βούδας).
Αν καταλάβουμε ότι η ζωή της εγρήγορσης ομοιάζει με όνειρο, μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις εμπειρίες μας ως παραπλανητικές και να μεταβούμε προς την «αφύπνιση», δηλαδή την κατάσταση της αληθινής ζωής. H ιδέα του διαλογισμού έγκειται στην προσπάθεια του ανθρώπου να ξυπνήσει από την άγνοια που επικρατεί στο όνειρο. Καθαρίζοντας, λοιπόν, τις σκέψεις του και αποκτώντας επίγνωση-διορατικότητα καλείται να καλλιεργήσει μια κατάσταση χαλαρής εγρήγορσης και, επομένως, να ισορροπεί συνεχώς μεταξύ των άκρων υπερδιέγερσης και ανησυχίας από τη μία πλευρά, και της υποδιέγερσης, της υπερβολικής χαλάρωσης, της ψυχικής νωθρότητας και του ύπνου από την άλλη.
Πέρα από την ιδέα των ονείρων που ταξιδεύει σε όλη την ταινία και προβληματίζει τόσο τον πρωταγωνιστή όσο και τον θεατή, ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι συζητήσεις των ανθρώπων που είναι διαφορετικές σε κάθε σκηνή. Μία από τις γνωστότερες, ίσως, σκηνές της ταινίας απεικονίζει ένα ζευγάρι, την Σελίν και τον Τζέσι να συζητούν για τον θάνατο και τις αναμνήσεις. Αφού παραθέσουν και οι δύο τις σκέψεις τους, οδηγούνται στο συμπέρασμα πως μία ιδέα που δημιουργείται-εφευρίσκεται, στην ουσία συνιστά μία ανακάλυψη, κάτι, δηλαδή, ήδη υπαρκτό. Αναλογικά, λοιπόν, και οι αναμνήσεις αφορούν συσσωρεύσεις προηγούμενων αναμνήσεων που καταφτάνει ο άνθρωπος του τώρα. Η θεωρία αυτή αποτυπώνεται με ακρίβεια με την έννοια του «συλλογικού ασυνείδητου» που εισήγαγε ο ψυχαναλυτής Carl Jung. Εν αντιθέσει με τον Sigmund Freud, που στήριζε ότι το ασυνείδητο διαμορφώνεται ανάλογα με τις προσωπικές εμπειρίες του καθενός, ο Jung πίστευε ότι ένα μέρος του ασυνείδητου είναι κληρονομήσιμο και αφορά εμπειρίες της ανθρωπότητας συλλογικά.
Σύμφωνα με το αρχέτυπο του Jung, πέρα από το προσωπικό ασυνείδητο που αφορά καταπιεσμένες επιθυμίες ή ξεχασμένες μνήμες του συνειδητού, υψηλή σημασία κατέχει και το συλλογικό ασυνείδητο. Αποτελεί το βαθύτερο επίπεδο της ψυχής και αποτελείται από εκατοντάδες αρχέτυπα. Τα αρχέτυπα αυτά συσκευάζουν μοτίβα εικόνων και δημιουργούν την έμφυτη προδιάθεση του ανθρώπου για πράξεις και σκέψεις με έναν καθορισμένο τρόπο. Τα αρχέτυπα τα αντιλαμβανόμαστε ενστικτωδώς, μιας και σύμφωνα με τον Jung αποτελούν παρόμοιες δομές της ψυχής που είναι κοινές για όλους. Βάσει των αρχετύπων, άνθρωποι μεγαλωμένοι σε διαφορετικό υπόβαθρο και πολιτισμό μπορεί να έχουν τις ίδιες απόψεις και σκέψεις με άλλους που δεν έχουν γνωρίσει. Η έκφραση αυτών των σκέψεων ή και δράσεων μπορεί να εκδηλωθεί είτε πρακτικά είτε σε όνειρα.
Για τον Jung η ιδέα του συλλογικού ασυνείδητου προκλήθηκε από ένα όνειρό του, στο οποίο ο ίδιος βρισκόταν σε ένα πολυώροφο σπίτι. Το ισόγειο του σπιτιού αυτού ήταν σκοτεινό, κρύο με υγρασία και αναπαριστά το προσωπικό ασυνείδητο. Ο πρώτος όροφος ήταν οργανωμένος και καλαίσθητα διακοσμημένος, για αυτό συμβολίζει το ατομικό συνειδητό. Τέλος, στο υπόγειο του σπιτιού επικρατούσε η διακόσμηση πρωτόγονης κουλτούρας και βρίσκονταν αρχαία κρανία. Συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι το υπόγειο σχετίζεται με το συλλογικό ασυνείδητο, το οποίο μας προσφέρει ένα ευρύ πεδίο γνώσεων και εμπειριών και έχοντας πρόσβαση σε αυτό μπορούμε να αποκτήσουμε και οι ίδιοι αναμνήσεις ενταγμένες στο ιδεώδες της ανθρωπότητας.
Ο πρωταγωνιστής της ταινίας παρευρίσκεται και ορισμένες φορές συμμετέχει σε συζητήσεις φιλοσοφικού περιεχομένου, προσφέροντας μας τροφή για σκέψη για πληθώρα θεμάτων. Παρόλο που σε μερικές συζητήσεις οι συμμετέχοντες πραγματεύονται την ιδέα του θανάτου, συνολικά, η ταινία συνδέεται με τη γέννηση, τη δημιουργία. Μέσα από τη συναναστροφή και τον συλλογικό προβληματισμό, οι σκέψεις πλέουν σε μία κοινή πορεία και τονίζουν την ανάγκη της ανθρωπότητας για ένωση. Όταν ο άνθρωπος απαλλάσσεται από το «εγώ», μαθαίνει να διαχειρίζεται φοβίες ή πόθους που του προκαλούν πόνο. Έτσι, επέρχεται η λεγόμενη φώτιση που αναφέρθηκε παραπάνω αναφορικά με τον βουδισμό. Μιας και η ταινία επιδιώκει να λάβει τη διάσταση ονείρου, η σχέση της με τις ιδέες του βουδισμού είναι εμφανής, μιας και τα όνειρα για τη θρησκεία αυτή θεωρούνται ως εργαλεία για τη διεύρυνση της συνείδησης και την απόκτηση αυτοελέγχου. Όταν αυτά επιτευχθούν, o άνθρωπος απαλλάσσεται από την άγνοια, κατανοεί την αληθινή φύση της πραγματικότητας κι έτσι ακολουθεί η φώτιση.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ