13.7 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΗ Σφραγιστική κατά τη βυζαντινή εποχή

Η Σφραγιστική κατά τη βυζαντινή εποχή


Του Δημήτρη Μαρνέζου,

Η χρήση σφραγίδων χρονολογείται από τα αρχαία χρόνια και αποτέλεσε πρακτική διαφόρων λαών ήδη από το 4.000 π.Χ.. Οι σφραγίδες ανήκουν στις άμεσες ιστορικές πηγές, όπως τα νομίσματα, οι επιγραφές, τα οικόσημα και όλα τα ανασκαφικά αρχαιολογικά ευρήματα. Οι Βυζαντινοί χρησιμοποιούν την λέξη σφραγίδα δανειζόμενοι τον αρχαίο ελληνικό όρο «σφραγίς», ενώ, επιπλέον, για τη σφραγίδα, δηλωτική είναι η ρωμαϊκής προέλευσης λέξη “bulla” (βούλλα). Η επιστήμη που μελετά και εξετάζει σε βάθος τις σφραγίδες ονομάζεται Σφραγιστική, Σφραγιδολογία ή και Σιγιλλογραφία και πρόκειται για βοηθητική επιστήμη της Ιστορίας και μέρος της Βυζαντινολογίας. Συγκεκριμένα, το ενδιαφέρον για την Βυζαντινή Σφραγιστική ώθησε ιδιώτες, αλλά και μουσεία να δημοσιεύσουν μικρές και μεγάλες συλλογές. Με τον τρόπο αυτό αυξήθηκε σημαντικά το ενδιαφέρον για τον συγκεκριμένο κλάδο που προσελκύει όλο και περισσότερους μελετητές να εντρυφήσουν σε αυτόν.

Αρχικά, για να κατανοήσει κανείς τη χρησιμότητα της σφραγίδας, θα πρέπει να τη νοήσει ως υποκατάστατο της σημερινής υπογραφής. Κάθε Βυζαντινός υπήκοος μπορούσε να κατέχει μία σφραγίδα, η οποία ήταν για τον καθένα μοναδική και προσέδιδε σε μία επιστολή ή σε ένα αντικείμενο εγκυρότητα και γνησιότητα. Η σφραγίδα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμη εκείνη την εποχή, διότι οι αναλφάβητοι πολίτες μπορούσαν να αναγνωρίσουν πολύ πιο εύκολα την απεικόνιση μίας σφραγίδας από την απεικόνιση μίας υπογραφής. Επιπλέον οι σφραγίδες ήταν απαραίτητες για την παροχή νομικής ισχύος σε μία επιστολή και για τη σφράγιση ενός γράμματος, με σκοπό την αποφυγή κατοχής από μη εξουσιοδοτημένο παραλήπτη.

Βυζαντινό μολυβδόβουλλο. Πηγή εικόνας: pemptousia.gr

Άξιο αναφοράς για την κατανόηση της Βυζαντινής Σφραγιστικής αποτελεί η διαδικασία σφράγισης, καθώς και τα υλικά που χρησιμοποιούνταν για την πραγμάτωσή της. Το «βουλλωτήριο» ήταν ένα μεταλλικό όργανο όμοιο με τανάλια, το οποίο χρησιμοποιείτο για την παραγωγή σφραγίδων. Αποτελείτο από δύο κεφαλές στις οποίες πάνω ήταν χαραγμένα από ικανούς τεχνίτες τα σχέδια του εμπροσθότυπου και του οπισθότυπου που θα αποτυπώνονταν στην σφραγίδα. Οι σφραγίδες ήταν φτιαγμένες από κερί, μόλυβδο, άργυρο και χρυσό ανάλογα το άτομο και την περίσταση. Οι πιο συχνές ήταν αυτές από μόλυβδο, τα λεγόμενα «μολυβδόβουλλα». Κατά τη διαδικασία σφραγίσματος έπρεπε να περαστούν οι δύο άκρες ενός νήματος (μήρινθος) μέσα από το αυλάκι ενός κενού μολυβένιου δίσκου. Στη συνέχεια, ο δίσκος, ο οποίος βρισκόταν μέσα στο βουλλωτήριο, χτυπιόταν από ένα βαρύ αντικείμενο (π.χ. σφυρί), αποτυπώνοντας την εγχάρακτη παράσταση αμφίπλευρα και ισοπέδωνε το αυλάκι του δίσκου μαζί με το νήμα που εμπεριείχε. Με αυτόν τον τρόπο μόνο αν κοβόταν το νήμα θα μπορούσε να ανοίξει κανείς με φυσικό τρόπο ένα γράμμα ή μία επιστολή.

Οι σφραγίδες χωρίζονται σε είδη ανάλογα με το υλικό από το οποίο είναι κατασκευασμένες. Όπως προαναφέρθηκε, τα υλικά αυτά είναι το κερί, ο μόλυβδος, ο άργυρος και ο χρυσός. Κέρινες σφραγίδες έχουν διασωθεί λιγότερες από ό,τι οι υπόλοιπες, εξαιτίας της ευαισθησίας του υλικού αυτού στο πέρασμα του χρόνου. Από την άλλη, τα μολυβδόβουλλα αποτελούν την πολυπληθέστερη κατηγορία, διότι διατηρούνται στον χρόνο και μπορούσε να τα χρησιμοποιήσει ο καθένας στη βυζαντινή επικράτεια. Τα αργυρόβουλλα χρησιμοποιούνταν μόνο από Δεσπότες της Ηπείρου και της Πελοποννήσου και αποτελούν εξαιρετικά σπάνιο εύρημα και τέλος, τα χρυσόβουλλα τα κατείχαν μόνο οι Αυτοκράτορες, ενώ το νήμα μέσα στις χρυσές σφραγίδες ήταν από πορφύρα ή μετάξι.

Η εικονογράφηση του εμπροσθότυπου και του οπισθότυπου των σφραγίδων αποτελεί ένα σύνθετο ζήτημα στη ζωή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, καθώς υπήρχε διαφοροποίηση από εποχή σε εποχή. Παρά ταύτα, μπορούν να διακριθούν σε δύο βασικές κατηγορίες. Τις σφραγίδες με θρησκευτικό και μη θρησκευτικό περιεχόμενο. Οι πρώτες κατά σειρά αποτελούν και τις περισσότερες, γεγονός λογικό αν αναλογιστεί κανείς την έντονη θρησκευτικότητα που διακατείχε την Αυτοκρατορία από την αυγή της έως και την πτώση της. Στις θρησκευτικές απεικονίσεις πριν και μετά την περίοδο της Εικονομαχίας (726-787, 815-843), παρατηρούνται θέματα από τη χριστιανική λατρεία. Το πιο πολυσύχναστο και αγαπημένο φαίνεται να ήταν η μορφή της Παναγίας που παρουσιαζόταν είτε σε προτομή είτε σε όρθια στάση και περιβάλλονταν από ποικίλα διακοσμητικά στοιχεία, όπως σταυρούς, αστέρια, δέντρα και επιγραφές.

Αρχάγγελος Μιχαήλ σε μολυβδόβουλλο. Πηγή εικόνας: pemptousia.gr

Κατά τη διάρκεια της δεύτερης φάσης της Εικονομαχίας, αντιθέτως, περιβάλλονταν από σταυρόσχημα μονογράμματα επικλήσεως (ΘΕΟΤΩΚΕ ΒΟΗΘΕΙ). Ο Χριστός παραδόξως δεν χρησιμοποιείται συχνά στην εικονογράφηση των σφραγίδων παρά μόνο ως βρέφος μαζί με τη Θεοτόκο. Στη διάρκεια της Μακεδονικής Δυναστείας μόνο συναντάται στα χρυσόβουλλα ως Χριστός Παντοκράτορας ή ως Χριστός Εμμανουήλ. Κατόπιν, οι ευαγγελικές σκηνές είναι αρκετά σπάνιες, καθώς ήταν δύσκολη η χάραξη τριών ή και περισσότερων προσώπων. Μερικές από αυτές που σώζονται είναι η Κοίμηση της Θεοτόκου, ο Ευαγγελισμός και η Σταύρωση. Στη συνέχεια, αρκετές είναι οι απεικονίσεις Αγίων. Αυτό εξηγείται, διότι κάποιος επέλεγε να απεικονίσει έναν ομώνυμο άγιο ή κάποιον προστάτη άγιο της περιοχής του. Πάντοτε μαζί με τον άγιο αναγράφονταν και το όνομά του, αλλά και η ιδιότητα, αν είχε. Οι πιο δημοφιλείς ήταν ο Άγιος Νικόλαος και ο Αρχάγγελος Μιχαήλ.

Η απεικόνιση μη θρησκευτικών θεμάτων, παρόλο που έπαιζε δευτερεύοντα ρόλο στη Βυζαντινή Σφραγιστική, παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία, άξια παράθεσης. Οι Αυτοκράτορες παίζουν τον κύριο ρόλο και απεικονίζονται πάντοτε κατ’ ενώπιον, όρθιοι, ολόσωμοι ή σε προτομή, ενώ στο κεφάλι φορούν στέμμα, το οποίο στην κορυφή του έχει σταυρό. Εν συντομία, τα υπόλοιπα θέματα που παρουσιάζονται στις σφραγίδες είναι αετοί και άλλα ζώα (λιοντάρια, λύκοι, ελάφια, φίδια), διακοσμητικά σχέδια, όπως κουκίδες, αστέρια και σχέδια με βάση τον σταυρό και σταυρόσχημα ή κιβωτιόσχημα μονογράμματα.

Εν κατακλείδι, η Σφραγιστική αποτελεί ένα πολύ σημαντικό μέρος της Βυζαντινολογίας που εμπεριέχει ποικίλες πληροφορίες για όλους τους αιώνες της Αυτοκρατορίας. Η μελέτη των σφραγίδων δεν είναι ένα μεμονωμένο γεγονός, αλλά ένα υλικό κατάλοιπο που, όπως αποδεικνύεται, μαρτυρά τις τάσεις, τις συνήθειες, αλλά και τις συνθήκες που επικρατούσαν στο Βυζάντιο από αιώνα σε αιώνα.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Λουγγής, Τηλέμαχος Κ. & Λαμπαδά, Δέσποινα (2017), Βυζάντιο ιστορία και πολιτισμός, Αθήνα: Εκδόσεις Ηρόδοτος.
  • Τσουγγαράκης, Δημήτρης (1999), Εισαγωγή στην βυζαντινή σφραγιδογραφία, Αθήνα: Εκδόσεις Κανάκη.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Δημήτρης Μαρνέζος
Δημήτρης Μαρνέζος
Γεννήθηκε το 2000 στο Αγρίνιο Αιτωλοακαρνανίας και είναι φοιτητής στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Τα ενδιαφέροντά του είναι ο αθλητισμός, η ανάγνωση λογοτεχνικών και επιστημονικών βιβλίων και η συγγραφή.