11.1 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΤα δικαστικά αρχεία του Augsburg

Τα δικαστικά αρχεία του Augsburg


Της Κωνσταντίνας Τζανουδάκη,

Κατά τη διάρκεια του 16ου αιώνα, η Ευρώπη κλονίζεται από τη θρησκευτική μεταρρύθμιση. Το κίνημα του Λούθηρου που έβρισκε οπαδούς στους δυσαρεστημένους της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και στους Γερμανούς αυτοκράτορες, οι οποίοι επιθυμούσαν την ανεξαρτητοποίησή τους από την παπική εξουσία, είχε τεράστια απήχηση, καθώς αμφισβητούσε την υπάρχουσα κοινωνική οικονομική και πολιτική πραγματικότητα. Οι βασικές αρχές του Λουθηρανισμού συνοψισμένες ως «Ομολογία της Αυγούστας», υποβλήθηκαν με υπόμνημα στη Δίαιτα που συγκλήθηκε στη γερμανική πόλη της Αυγούστας το 1530. Έπειτα από εμφυλίους πολέμους, αφού η πόλη, ως σημαντικότατο εμπορικό και κατασκευαστικό κέντρο, πέρασε στο προτεσταντικό στρατόπεδο, ο αυτοκράτορας αναγκάστηκε να συμβιβαστεί με την Ειρήνη της Αυγούστας το 1555. Αναγνωρίστηκε ο Λουθηρανισμός και ο κάθε ηγεμόνας μπορούσε να υποβάλλει το δόγμα που ήθελε στην περιοχή που κυριαρχούσε.

Ο Μαρτίνος Λούθηρος, θεμελιωτής του Προτεσταντισμού. Πηγή εικόνας: gazzettinodelgolfo.it

Η Αυγούστα, ή αλλιώς στα γερμανικά το Augsburg, του 16ου αιώνα, εκπροσωπεί την μετάβαση ελέγχου των ηθών των πολιτών από την καθολική εκκλησία στις νέες προτεσταντικές αρχές. Αξιοσημείωτο είναι ότι τα δικαστικά αρχεία της πόλης μας αποκαλύπτουν πολλές πληροφορίες για την ιδιωτική ζωή των ζευγαριών. Είναι μια περίοδος ασάφειας, για αυτό οι προτεσταντικές αρχές είναι ιδιαίτερα αυστηρές, προκειμένου να επιβληθούν. Αυτό φαίνεται και στα νέα «δικαστήρια των ηθών». Το 1537, ιδρύονται δύο δικαστήρια, το πειθαρχικό και το συμβούλιο γάμου. Στόχος ήταν ο καθολικός έλεγχος στη σεξουαλική ζωή των κατοίκων, και όχι μόνο ο έλεγχος στα δημόσια ατοπήματα, όπως η εξύβριση. Η απολυταρχική μορφή εξουσίας προκειμένου να νομιμοποιηθεί, παρουσιάστηκε ως απότοκος της θείας βούλησης.

Σύμφωνα με αρχεία των δικαστηρίων, οι ανακρινόμενοι έπρεπε να απαντήσουν σε συγκεκριμένα ερωτήματα σε τρίτο πρόσωπο, τα οποία διατυπώνονταν από την αρχή και δεν μεταβάλλονταν κατά τη διάρκεια της ανάκρισης. Αυτό είχε ως σκοπό να μην μπορούν να πλάσουν την δική τους ιστορία, προκειμένου να επωφεληθούν από τις αποφάσεις των ανακριτών, όπως γίνονταν, για παράδειγμα, σε γαλλικά δικαστήρια της ίδιας περιόδου. Παρά τις προθέσεις για αυστηρό έλεγχο της ιδιωτικής ζωής των πολιτών, στην πλειοψηφία των καταθέσεων οι μάρτυρες και οι κατηγορούμενοι μιλούν με υπεκφυγές για τα ατοπήματα και την ερωτική ζωή των κατοίκων. Η παντελής αποσιώπηση για τις πράξεις ενός ατόμου, το καθιστούσε αμέσως ύποπτο στις αρχές.

Όσον αφορά τις περιπτώσεις βιασμού, ήταν αρκετές αυτές που έφταναν μέχρι τα δικαστήρια. Μέχρι το 1537, ο βιασμός άνηκε στα εγκλήματα βίας και μια γυναίκα, η οποία ήταν θύμα βιασμού, μπορούσε να οδηγήσει τον βιαστή της στην ποινή του θανάτου. Μετά το 1537, οι νέες ρυθμίσεις σύνδεσαν τον βιασμό με τα εγκλήματα λαγνείας και η ποινή ήταν η φυλάκιση τεσσάρων εβδομάδων, η οποία μάλιστα μπορούσε μερικώς να εξαγοραστεί. Για τις αρχές, αυτό εντάσσεται στην συνολική προσπάθεια για έλεγχο και ακριβοδίκαιο διαμερισμό των ευθυνών. Στις προτεσταντικές κοινωνίες, παρόλο που τα σεξουαλικά ατοπήματα θεωρούνταν κυρίως προϊόντα ανδρικής θέλησης, προσπάθησαν να βελτιώσουν την θέση του άνδρα επιτρέποντας την έκφραση της γυναικείας σεξουαλικότητας. Η γυναίκα καθ΄ όλη τη διάρκεια της πρώιμης νεότερης περιόδου θεωρείται ένα «παράλογο όν», απόγονος της Εύας που είναι επιρρεπής στην αμαρτία και υποταγμένη στις αισθήσεις του σώματος. Οι ιατρικές διατριβές βασισμένες στην παραδοσιακή θεώρηση την παρουσίαζαν σεξουαλικά ακόρεστο και διανοητικά ασταθές όν.

Το εξώφυλλο της Ομολογίας. Πηγή εικόνας:wikipedia.org

Στις δίκες της πόλης Αυγούστας, οι γυναίκες που οδηγήθηκαν σε έναν δικαστικό αγώνα για ζητήματα σεξουαλικών αδικημάτων έκαναν επίκληση στην τιμή τους. Σύμφωνα με την νομοθεσία, η γυναικεία τιμή είχε υψηλό αντίτιμο, ανάλογα με το αδίκημα, την κοινωνική θέση και την υπόληψη της γυναίκας. Η γυναίκα, συλλογιζόμενη τη ψυχική και κατά κόρον κοινωνική ζημιά, όριζε το ύψος της αποζημίωσής της. Στην πραγματικότητα, όμως, η εξαγορά της τιμής μπορούσε να καταστήσει μια γυναίκα πόρνη, για αυτό σε πολλά δικαστικά αρχεία της Αυγούστας φαίνεται η άρνηση των γυναικών να αμαυρώσουν την τιμή τους, προκειμένου να λάβουν χρηματική αποζημίωση. Το μόνο που δεν ήταν υπό διεκδίκηση γιατί καθορίζονταν από τις αρχές ήταν τα έξοδα για την ανατροφή των παιδιών, εάν υπήρχαν. Αντίθετα, οι πιο συχνές απαντήσεις των κατηγορουμένων στις κατηγορίες των γυναικών είναι εκφράσεις όπως «υποτάχθηκε στη θέλησή του», «υλοποίησε τη θέλησή του πάνω της», «υλοποίησε τη θέλησή του μαζί της». Ο όρος «θέληση» τονίζει απλά την ανωτερότητα των ανδρών, την κυριαρχία τους πάνω στο γυναικείο φύλο και την εμφάνιση της γυναίκας ως παθητικό αντικείμενο των ανδρικών ορμών, χωρίς αυτό να έχει στόχο την απενοχοποίση των γυναικών. Σε διαφορετική τιμή ο άνδρας γελοιοποιούνταν και οι απαντήσεις του θεωρούνταν ψευδείς.

Σε περιπτώσεις απιστίας, τα δικαστικά αρχεία της πόλης δείχνουν ότι η απατημένη σύζυγος δεν έβγαινε κερδισμένη από μια δικαστική μονομαχία με τον σύζυγό της. Η ανδρική απιστία δεν ήταν αρνητικά επιφορτισμένη και δεν θεωρούνταν αιτία διάλυσης ενός γάμου. Παράλληλα, η γυναίκα θα κατηγορούνταν για τη ζηλόφθονη φύση της, η οποία θεωρούνταν ικανή να βλάψει την πνευματική και σωματική ακεραιότητα του άνδρα. Αντίθετα, αυτοί μπορούσαν να καλέσουν ενώπιον του δικαστηρίου τον εραστή της γυναίκας τους και να ασκήσουν βία σε αυτόν ή στην ίδια. Συχνό, έως καθημερινό, φαινόμενο ήταν οι διενέξεις μεταξύ των ανδρών στους δρόμους της Αυγούστας.

Οι πληροφορίες που παίρνουμε από αυτή την πόλη του 16ου αιώνα αποκαλύπτουν πως επενέβαινε η εξουσία στην ιδιωτική ζωή των ζευγαριών, αλλά και τις έντονες σχέσεις ανισότητας σε όλα τα στρώματα της πατριαρχικής κοινωνίας.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Wiesner-Hanks E. Merry, (2008), Πρώιμη Νεότερη Ευρώπη 1450-1789, Αθήνα: Ξιφαράς.
  • Κρεμμυδάς, Βασίλης & Πισπιρίγκου, Φούλα (1985), Ο μεσαιωνικός κόσμος, Βυζάντιο, μουσουλαμανικός κόσμος, ευρωπαϊκή φεουδαρχία. Αθήνα: Εκδόσεις «γνώση».

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνα Τζανουδάκη
Κωνσταντίνα Τζανουδάκη
Γεννήθηκε τον Οκτώβρη του 2002 στην Αθήνα, όπου μεγάλωσε και σπουδάζει στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΕΚΠΑ. Το ενδιαφέρον της επικεντρώνεται κυρίως στη νεότερη και σύγχρονη Ιστορία, τόσο σε παγκόσμιο όσο και σε ελληνικό επίπεδο. Επιπλέον, της αρέσουν πολύ τα ταξίδια και ασχολείται με τον αθλητισμό.