Της Κωνσταντίνας Λέφα,
«Ξεκίνησα αντικαταθλιπτική αγωγή», είναι μία φράση που θα προκαλέσει απορία και ανησυχία, ακούγοντάς την από τον διπλανό μας. Αντίστοιχα, η φράση «με μισό Xanax, λειτουργώ», δεν θα προξενήσει κανένα ύφος ταραχής στο κλίμα της θλίψης, τόσο για τον γνώστη όσο και για τον μη, που θεωρεί ότι η συνεδρία με τον ψυχίατρο αποτελεί ακόμα κοινωνικό «ταμπού», σαν όλο αυτό να απέχει από τη νόρμα της εποχής.
Είναι πλέον «κοινό μυστικό», ότι τα ψυχοφάρμακα –εννοώντας, κατά βάση, τα ηρεμιστικά, αλλά και τα αντικαταθλιπτικά και αγχολυτικά– έχουν ξεφύγει από το πλαίσιο της ψυχικής υγείας. Ας πάρουμε, ωστόσο, το γνωστό σε όλους μας Xanax (αλπροζολάμη), που είναι το κατ’ εξοχήν σύνηθες παράδειγμα. Τα Xanax, λοιπόν, έχουν καταντήσει να βρίσκονται σε βάζα της τραπεζαρίας δίπλα από το Depon, και στις τσάντες των ανθρώπων, που, συνήθως, διακατέχονται από έντονους ρυθμούς ζωής, που βιώνουν κάποια συναισθηματικά έντονη συνθήκη, χωρίς απαραίτητα να έχουν διαγνωσθεί με κάποια ψυχική νόσο. Πρόκειται για ουσία αρκετά εθιστική, αν δεν τη λάβεις με τις αντίστοιχα σωστές οδηγίες, που έχει την τάση να φέρνει τον άνθρωπο σε μία κατάσταση «νιρβάνας». Η βασική απορία είναι η εξής, όμως: πώς βρίσκεται ένα τέτοιο φάρμακο στα χέρια τόσων ανθρώπων;
Κάνοντας μια τέτοια αναζήτηση απάντησης ανάμεσα σε πολλούς χρήστες, διαπιστώνεται ότι πολλοί καταχρώνται ένα τέτοιο χάπι, επειδή έχουν κάποιο «γνωστό» γιατρό που τα συνταγογραφεί ή φαρμακοποιό, αλλά ακόμα και από άτομα του κοινωνικού τους περίγυρου που τα μοιράζονται. Βέβαια, έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο να δίνονται και χωρίς ιατρική συνταγή, με αντάλλαγμα κάποια χρηματική αμοιβή. Σε αυτό το σημείο, να επισημανθεί ότι τέτοια παρεμφερή φαρμακευτικά προϊόντα –βλέπε Xanax, Tavor, Lexotanil– συνταγογραφούνται αυστηρά και, μάλιστα, από πολλαπλές ειδικότητες γιατρών και για διάφορες παθήσεις που σχετίζονται με το στρες, κι όχι μόνο από ψυχίατρους για ψυχικές νόσους, ενώ το δοσολογικό σχήμα αφορά μέγιστη λήψη 3 φορές την ημέρα για 3 μήνες δια του στόματος, σε mg που αναλογούν στο σωματικό βάρος του καθενός. Βέβαια, όπως εύκολα συμπεραίνει κάποιος, τίποτα απ’ αυτά δεν τηρείται, αφού υπάρχουν παραδείγματα ανθρώπων που τα λαμβάνουν χρόνια.
Ειδικοί του τομέα υγείας υπογραμμίζουν ότι τέτοια χάπια συνταγογραφούνται «σαν καραμέλες», χωρίς σοβαρό λόγο, ενώ οι άνθρωποι που τα καταναλώνουν χρόνια έχουν στην όψη τους ένα βλέμμα απλανές και θολό, με αργές κινήσεις και κατατονικότητα, ενώ επηρεάζουν την κρίση και τον αυτοέλεγχο. Αρκετοί δε, επισημαίνουν ότι πολλοί καταφεύγουν σε αυτά, χωρίς να τους τα έχει συστήσει γιατρός. Κάτι τέτοιο, σημαίνει ότι ο γενικός πληθυσμός αδυνατεί να αντιμετωπίσει κατάματα ένα «πρόβλημα» και να παλέψει με τον εσωτερικό του κόσμο, ώστε να το λύσει, ενώ κάτι τέτοιο σχετίζεται και με τη μη αποδοχή κάποιας ψυχικής διαταραχής, λόγω προσωπικού και κονωνικού φόβου. Φαρμακοποιοί αναφέρουν ότι το πιο θλιβερό από όλα είναι η λήψη από νέους ανθρώπους, π.χ. από άτομα 18 ετών, επειδή έχουν άγχος για τις εξετάσεις, ενώ οι διάφοροι γιατροί τα «σκορπούν» παντού και, δικαίως, όλο αυτό χαρακτηρίζεται ως «κατάντια», αφού δεν είναι λίγοι αυτοί που πηγαίνουν «μαστουρωμένοι» από την υπερβολική επιθυμία να τα παραλάβουν ή που τα λαμβάνουν μαζί με αλκοόλ και ναρκωτικά.
Δικαίως, λοιπόν, χαρακτηριζόμαστε, τελικά, ως «η γενιά του Xanax». Κανείς δεν αμφισβήτησε την ευεργετικότητα των αντικαταθλιπτικών και των ηρεμιστικών, αλλά η τάση μας για νορμαλοποίηση του να τα κυκλοφορούμε στις τσέπες με τις χούφτες είναι το λιγότερο εξευτελιστική. Ώρα, λοιπόν, για ενημέρωση.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Αθήνα, πόλη του Xanax, lifo.gr, διαθέσιμο εδώ
- Ψυχική νόσος, στίγμα και αυτοφαρμάκευση: Μήπως κάνουμε κάτι πολύ λάθος;, in.gr, διαθέσιμο εδώ