Της Όλγας Καρύπη,
Πίσω στον 4ο αιώνα μ.Χ., η Βυζαντινή Αυτοκρατορία δεν είχε ακόμη γνωρίσει την ακμή και την άνθηση που τη χαρακτήριζε και την κατέστησε αλησμόνητη στο πέρασμα των αιώνων. Εκεί, γύρω στο 376-377, οι Ούννοι, μια νομαδική φυλή, χωρίς μόνιμα στρατόπεδα που διέμενε σε κατούνες, ξεκίνησαν να κατεβαίνουν και να κυριαρχούν σε μεγάλα και σημαντικά τμήματα γης, όταν έκριναν πως αυτό τους συνέφερε. Από μια τέτοια επιδρομή θέλησαν να γλιτώσουν οι γοτθικοί πληθυσμοί. Οι βάρβαροι Ούννοι ήταν, πλέον, μια υπολογίσιμη δύναμη που τους απειλούσε. Αυτό ήταν το κομβικό γεγονός που έστρεψε τους Γότθους να ζητήσουν τη βοήθεια των Βυζαντινών.
Όταν, λοιπόν, οι Γότθοι στρατηγοί, Φριτιγέρνης και Αλβίβος, αποφάσισαν να διασχίσουν τον Δούναβη ποταμό κατά μήκος, για να φτάσουν στα εδάφη της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, έπρεπε να ζητήσουν τη βοήθεια του Ουάλη, του τότε Αυτοκράτορα. Εφόσον, εκείνος έδινε την άδειά του, τότε θα μπορούσαν να συνεχίσουν το ταξίδι τους, που ήταν η μοναδική διέξοδός τους προς τη σωτηρία και τη διαφυγή από τους Ούννους. Ο Αυτοκράτορας Ουάλης, ωστόσο, επέτρεψε μονάχα στον Φριτιγέρνη και όσους τον ακολουθούσαν να παραμείνουν και να εγκατασταθούν σε μια περιοχή νότια του Δούναβη. Αυτή ήταν μια στρατηγική απόφαση του Αυτοκράτορα, που μπορεί να ερμηνευθεί διττά. Αρχικά, έδινε μια χείρα βοήθειας στους απεγνωσμένους Γότθους και κατά δεύτερον και πιο σημαντικό, με αυτή τη μετακίνηση θα αυξανόταν ο πληθυσμός της περιοχής και, κατ’ επέκταση, και ο στρατός του.
Όμως, οι Γότθοι δεν ακολούθησαν ακριβώς την αυτοκρατορική απόφαση και μαζί με τους Θερβίγγους κατέφθασαν στη βυζαντινή επικράτεια κατά μεγάλους αριθμούς. Όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό, μια ελεγχόμενη πληθυσμιακή μεταφορά προς την εύρεση ενός ασφαλέστερου τόπου διαμονής γρήγορα έγινε μια εισβολή μαζών, που οι Βυζαντινοί δεν είχαν τη δυνατότητα να ελέγξουν. Δεν ήταν, όμως, αυτό το μοναδικό πρόβλημα που αφορούσε τώρα πια τους Βυζαντινούς. Οι Γότθοι έφεραν μαζί τους τον οπλισμό τους, κάτι που στην αρχή είχε συμφωνηθεί να μην γίνει. Όμως, ο κανόνας αυτός του Αυτοκράτορα δεν τηρήθηκε και έτσι δεν παραδόθηκαν τα όπλα, έπειτα από χρηματική δωροδοκία στους αρμόδιους.
Τότε, ξεκινάει και το χρονικό της μάχης της Μαρκιανούπολης. Ο Φριτιγέρνης ζήτησε βοήθεια και τρόφιμα, αφού οι πόροι δεν επαρκούσαν για μια τέτοια μερίδα πληθυσμού σε μια τόσο μικρή περιοχή. Ο Ουάλης αρνήθηκε και τους παρότρυνε να πάνε στη Μαρκιανούπολη, καθώς εκεί θα μπορούσαν να βρουν ευκολότερα τροφή. Κάποιοι Γότθοι, εξαντλημένοι από την πείνα, αποφάσισαν να κάνουν και αυτό το μακρύ ταξίδι, μήπως καταφέρουν και σωθούν αυτή τη φορά από την πείνα.
Ωστόσο, τη στιγμή που κατέφθασαν ταλαιπωρημένοι και πεινασμένοι οι Γότθοι, οι Βυζαντινοί τους απαγόρευσαν την είσοδο. Προσπάθησαν, μάλιστα, να τους εκμεταλλευτούν οικονομικά, πουλώντας τους τροφή σε ακραία υψηλές τιμές. Η ταπείνωση, όμως, από μέρους των Βυζαντινών συνεχίστηκε, ζητώντας για αντάλλαγμα ακόμη και τα παιδιά των Γότθων που ήταν μαζί τους. Αυτό ήταν κάτι που εξόργισε τους Γότθους, ειδικότερα μετά και από την αποτυχημένη προσπάθεια του κόμη της Θράκης, Λουπικίνιου, να δολοφονήσει τους επικεφαλής τους εν ώρα διαπραγματεύσεων. Αλλά για κακή τύχη των Βυζαντινών, ο Φριτιγέρνης σώθηκε και τότε άλλαξε όλη η ρώτα της ιστορίας. Οι Γότθοι εξεγέρθηκαν ενάντια στους Βυζαντινούς, έσφαξαν τα μέλη της φρουράς της Μαρκιανούπολης και έκαναν επιδρομή στην ευρύτερη περιοχή. Οι Βυζαντινοί κατάφεραν να υπερασπιστούν μόνο κάποια οχυρά φρούρια με την επαρχία να μένει στο έλεος των βαρβάρων.
Έτσι, ξεκίνησε ο κύκλος των Γοτθικών Πολέμων, με τους Γότθους πλέον να αντιλαμβάνονται τη δύναμη που είχαν στα χέρια τους και να ταλαιπωρούν την αυτοκρατορία με επιδρομές για πολλά ακόμα χρόνια.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Μάχη Μαρκιανουπόλεως, byzantium.gr, Διαθέσιμο εδώ
- Heather, Peter (2005), The Fall of the Roman Empire, A New History of Rome and the Barbarians, Oxford and New York: Oxford University Press.