9.4 C
Athens
Κυριακή, 24 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΣκριπτόρια και Μοναχοί-Αντιγραφείς: Μια επίπονη διαδικασία

Σκριπτόρια και Μοναχοί-Αντιγραφείς: Μια επίπονη διαδικασία


Του Γεωργίου Θεοδωρόπουλου,

Η διευθύντρια της Γενναδείου Βιβλιοθήκης της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών, Μαρία Γεωργοπούλου, σημειώνει σε σχετικό της άρθρο πως: «Η χριστιανική θρησκεία, έχει χαρακτηριστεί ως «θρησκεία του βιβλίου» αφού ο ίδιος ο Θεός απεικονίζεται σχεδόν πάντα με ένα βιβλίο στο χέρι σε αντίθεση με τους θεούς της αρχαιότητας. Εκείνοι που είχαν σχεδόν αποκλειστική πρόσβαση σε αυτά, αρχικά, ήταν οι μοναχοί, εξαιτίας της επιθυμίας του Καρλομάγνου να επιτευχθεί η μόρφωση του κλήρου, αφού με αυτόν τον τρόπο θα ήταν πιο εύκολο να γίνει εκχριστιανισμός ολόκληρης της Ευρώπης». Κατ’ επέκταση, όπως έχω αναφέρει και σε προηγούμενό μου άρθρο: «(ίσως) η μεγαλύτερη πράξη ευεργεσίας, για τον σύγχρονο άνθρωπο, σημειώθηκε κατά την διάρκεια του Μεσαίωνα και υπό την σκέπη του παντοδύναμου μηχανισμού των Μονών. Η προσφορά αυτή, δεν είναι άλλη από την πολυκάματη διάσωση -μέσω της αντιγραφής- του φιλοσοφικού, ιστορικού και λογοτεχνικού αμητού της αρχαιότητας». Η πνευματική προστασία και το ασφαλές περιβάλλον το οποίο εγγυούνταν οι Μονές, επέφεραν την αθρόα προσέλευση σε αυτές ανθρώπων προπαρασκευασμένων να αφοσιωθούν στον μοναστικό βίο.

Οι μοναχοί αυτοί, καταβάλλοντας κοπιώδη πνευματική και -πολύ περισσότερο- σωματική ενέργεια, μετετράπησαν εν αγνοία τους σε υπέρτατους σωτήρες του συνόλου των σωρευμένων γραπτών πολιτισμικών μνημείων, μέχρι και την εποχή τους. Οι παραγόμενοι χειρόγραφοι κώδικες ήταν προϊόντα παραγγελίας από οικονομικά εύρωστους πολίτες και ως εκ τούτου οι μοναχοί-αντιγραφείς όφειλαν να τα καλλωπίσουν με τον πλέον ευπρεπέστερο τρόπο (καλλιγραφική γραφή με αξιοπρόσεκτα πρωτογράμματα, μικρογραφίες και πολυτελή υλικά στάχωσης). Η αντιγραφική διαδικασία πραγματοποιούταν εντός των Μονών, από εκπαιδευμένες ομάδες μοναχών-αντιγραφέων και σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους, τα scriptoria.

Απεικόνιση του ευαγγελιστή Μάρκου. Πηγή εικόνας: xrixron.weebly.com

Τι ακριβώς, όμως, αντέγραφαν; Η μοναστηριακή κοινότητα του Αγίου Όρους, η Μονή Στουδίου και η Μονή Παμμακαρίστου στην Κωνσταντινούπολη, όπως και το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στην Πάτμο, είναι οι κυριότεροι θύλακες διάσωσης χειρογράφων με έργα πομπώδους σημασίας για την πνευματική και πολιτισμική χειραφέτηση του ανθρωπίνου γένους. Οι «Αφορισμοί» του Ιπποκράτους, οι «Βίοι Παράλληλοι» του Πλουτάρχου, η «Βοτανική» του Διοσκουρίδη, τα «Ειδύλλια» του Θεοκρίτου, το «Έργα και Ημέραι» του Ησιόδου, καθώς και η «Θεογονία» του ιδίου· είναι ένα ελάχιστο δείγμα από το πλήθος των χιλιάδων χειρογράφων κωδίκων που φυλάσσονται ευλαβικά στις βιβλιοθήκες των Μονών του εσωτερικού αλλά και του εξωτερικού.

Ο πάπυρος (ως και τον 8ο αι.) και η περγαμηνή (ως και τον 17ο αι. όπου τελικώς το έντυπο βιβλίο επικράτησε ολοκληρωτικά του χειρογράφου) αποτελούν τα υλικά αποτύπωσης των σωζόμενων έργων της αρχαιότητας: των επικών ποιημάτων του Ομήρου, αλλά και των λυρικών του Πινδάρου, των τραγωδιών του Ευριπίδου, του Αισχύλου, του Σοφοκλέους, καθώς και των γεωγραφικών αναφορών του Πτολεμαίου και του Στράβωνος, όπως και πλείστων ακόμη. Επίσης, στο αρχείο των Μονών διασώζονται πρωτότυπα έργα της συγχρονίας και άλλα ανεκτίμητα γραπτά μνημεία, όπως νόμοι του βυζαντινού κράτους, αλλά και χρυσόβουλα ποικίλου περιεχομένου, υπογεγραμμένα μάλιστα δια χειρός του ιδίου του βυζαντινού αυτοκράτορα με το χαρακτηριστικό ερυθρό μελάνι.

Ωστόσο, πολύς λόγος έχει γίνει για την «παρεμβατική» τάση των χριστιανών αντιγραφέων ως προς την αλλοίωση του περιεχομένου των έργων και ίσως ακόμη και την ολοκληρωτική απόρριψή τους (και άρα την καταδίκη τους σε πλήρη αφανισμό από την ιστορία) μέσω της μη αντιγραφής. Είναι, όμως, απόλυτα ορθή αυτή η διαπίστωση ή η λαιμαργία για ακραία και καθ’ υπερβολή ιστορικά θεωρήματα μας υπαγορεύει άκριτα την εν λόγω συλλογιστική;

Χρυσόβουλο του τελευταίου βυζαντινού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου ΙΑ’ Παλαιολόγου. Πηγή εικόνας: timetoast.com

Κατ’ αρχάς, ας ξεδιαλύνουμε την καθημερινότητα του αντιγραφέα, ως μοναχού, η οποία ήταν καθ’ όλα συνυφασμένη με έναν μετανοητικό, εγκρατή και λιτό βίο∙ εργαλεία ενός προγεφυρώματος για την εξασφάλιση μιας θέσης στην του Θεού Βασιλεία. Επίσης, για την αρμονική συμβίωση εντός του κοινοβίου ήταν και είναι απαραίτητη η συνέπεια των οργανικών της μελών στις επιταγές ενός ευρύτερα αποδεκτού κώδικα λειτουργίας, σύμφωνα με τον οποίο ο καθείς επωμιζόταν και μια προκαθορισμένη αρμοδιότητα. Επί παραδείγματι, οι μοναχοί ήταν επιφορτισμένοι -όπως και σήμερα-, με εργασίες οίον την καλλιέργεια της γης (εφόσον τα μοναστήρια ήταν εν πολλοίς αυτάρκη), την παρασκευή των γευμάτων, την καθαριότητα και συντήρηση του χώρου, την περάτωση των γραφειοκρατικών υποθέσεων της Μονής, την φιλοτεχνία αγιογραφιών κ.α. Συνεπώς, πρέπει να αναλογιστούμε την ζωή ενός μοναχού ως μια διαπάλη παθών και μόχθου, σκοπεύοντας στην εξασφάλιση του «άρτου ημών του επιούσιου» και στην -εν παντί τρόπω- θέαση, επαφή και εξύμνηση του θείου.

Εν συναρτήσει των προαναφερθέντων, καλούμαστε να ανασυνθέσουμε τα της αντιγραφικής διαδικασίας, η οποία όπως φαίνεται δεν είχε καθόλου ασύνθετη δομή. Αυτό το εγχείρημα των ιστορικών καθίσταται εφικτό με συνεπικουρία των οικείων απεικονίσεων των Ευαγγελιστών, οι οποίοι αγιογραφούνται κυρίως στα υπό του τρούλου λοφία των καθεδρικών ναών ή ενίοτε στις μικρογραφίες των χειρογράφων, να συνθέτουν τα Ευαγγέλιά τους. Τα εξαγόμενα συμπεράσματα συνοψίζονται στο ότι κατά τους πρώιμους χριστιανικούς χρόνους οι αντιγραφείς έγραφαν σταυροπόδι, τοποθετώντας μια ξύλινη πινακίδα ή τον ίδιο τον πάπυρο επί του ενδύματός τους.

Ας φανταστούμε, λοιπόν, τον αντιγραφέα να είναι καθήμενος σε έναν δίφρο και να ακουμπά τα κάτω άκρα του σε κάποιο υποπόδιο, ώστε το σώμα του να σχηματίζει μια ορθή γωνία για την καλύτερη στήριξη του πίνακα με την γραφική ύλη (θα πρέπει να σημειώσουμε πως – αναφορικά πάντοτε με τους αντιγραφείς – η χρήση αναλογίου ή επικλινούς τραπεζίου εισήχθη από την Δύση στην Ανατολή κατά τον 9ο αι. ενώ εντατικοποιήθηκε τον 12ο αι.). Στο δεξί του χέρι κρατά την γραφίδα και με το αριστερό συγκρατεί την πινακίδα, ενώ παρακείμενα βρίσκεται ένα αναλόγιο με το αντίβολο (κείμενο προς αντιγραφή) και μπροστά του ένα ερμάριο με τα όργανα γραφής. Χαρακτηριστική του προφανούς σωματικού άλγους είναι μια φράση την οποία ανιχνεύει από ένα χειρόγραφο ο καθηγητής του ιστορικού Πανεπιστημίου της Πάδοβας, Ελπίντιο Μιόνι: «Κάλαμος μ’ έγραψε, δεξιά χείρ και γόνυ». Η πολύωρη και σχολαστική εργασία της αντιγραφής απαιτούσε, λοιπόν, περίσσια σωματική αντοχή, καθώς με το διαρκές σκύψιμο της πλάτης και την βύθιση των πλευρών στην κοιλιά, το σώμα υφίσταντο σφοδρή ταλαιπωρία.

Ο αντιγραφέας στο βασίλειό του στο σκριπτόριο. Έτσι διασώθηκαν επιτεύγματα της αρχαίας σκέψης μέσα από το χάος τόσων αιώνων. Πηγή εικόνας: kathimerini.gr

Πλην, όμως, της σωματικής καταπόνησης, η αντιγραφή ενός χειρογράφου ενείχε και μια διανοητική διάσταση, καθώς εκείνο αυτοτροφοδοτούταν πνευματικά από τον ίδιο τον αντιγραφέα. Ο τελευταίος, κύριος του αναληφθέντος χειρογράφου, προσέθετε ακούσια -τρόπω τινά- στην αντικειμενική διάσταση τού συγγραφέα και μια τρίτη περισσότερο υποκειμενική. Έτσι, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις γραμματικών, λεξιλογικών ή συντακτικών λαθών στα αντιγραφόμενα κείμενα. Τα σφάλματα αυτά θα πρέπει να λογίζονται εν αναφορά προς τους πολλαπλής φύσης περιορισμούς στους οποίους πιθανόν να υπόκειται ο μοναχός-αντιγραφέας. Ως εκ τούτου, δεν πρέπει να λογιζόμαστε τον αντιγραφέα ως ένα υποκείμενο ουδέτερα φορτισμένο, καθότι διακρίνουμε τριών ειδών ανασταλτικών παραγόντων.

Πρωτεύων, εκείνος των σωματικών δεσμεύσεων, δηλαδή η ηλικιακή του κλίμακα και κατ’ επέκταση η καθ’ αυτή ευθυγράμμιση της ικανότητας να οράται το πρωτότυπο κείμενο και να έχει σταθερό το χέρι αποτύπωσης των γραφομένων. Ακολούθως, καθοριστική επιρροή ασκεί και το κατά πόσο η ψυχολογία του αντιγραφέα παραμένει ανεπηρέαστη κατά την ώρα εκείνη, καθώς αν αυτός ταλανίζεται από προσωπικά ζητήματα είναι βέβαιο πως θα αντιμετωπίσει το κείμενο με βιασύνη ή οκνηρία. Τρίτον -μα διόλου ήσσονος σημασίας-, αποτελεί το δεδομένο γνωστικό υπόβαθρο του αντιγραφέα καθώς και η κεκτημένη γραμματειακή του μόρφωση, δηλαδή κατά πόσο είναι σε θέση να επιτελέσει την πιστή αποκρυπτογράφηση του αντιβόλου, την διόρθωση τυχόν λαθών και την κατανόηση των διαφόρων συμβόλων.

Ένας υπεύθυνος, ψυχοσωματικά άρτιος και μορφωτικά καταρτισμένος αντιγραφέας, οφείλει να τηρήσει μια απαρέγκλιτη πολιτική κατά την διαδικασία της αντιγραφής, η οποία διακρίνεται σε τέσσερα επιμέρους στάδια: α) την υπεύθυνη αποκρυπτογράφηση του αντιβόλου, μελετώντας και αποκαθιστώντας τις πιθανές φθορές του χρόνου επί του πρωτοτύπου χειρογράφου· β) την απομνημόνευση του κειμένου που έχει μόλις αναγνώσει για την ταχύτερη και πληρέστερη αντιγραφή του, γ) την εσωτερική υπαγόρευση του αντιγραφομένου κειμένου και δ) αυτή καθ’ αυτή την πράξη της αντιγραφής.

Εσωτερικό Βιβλιοθήκης Μονής Βατοπαιδίου. Πηγή εικόνας: vatopedi.gr

Παρ’ όλη την υπευθυνότητα του δρώντος, το ανθρώπινο σφάλμα δύναται να υπεισέλθει σε κάποιο από τα ανωτέρω στάδια αντιγραφής. Έχει γίνει ήδη λόγος για την εγγενή αδυναμία του αντιγραφέα, η οποία μπορεί να αφορά το πεπερασμένο της ηλικίας του και άρα την κακή μνήμη ή το νεαρό αυτής και άρα την επίδειξη επιπόλαιας διάθεσης. Ωστόσο, το εγχείρημα ευκόλως μπορεί να αποβεί σφαλερό, εξαιτίας εξωτερικών συνθηκών και τριτογενών παραγόντων όπως ο ανεπαρκής φωτισμός ή και η παντελής απουσία του κατά τις νυχτερινές ώρες, αναγκάζοντας τον αντιγραφέα να εργαστεί κάνοντας χρήση καντηλιού. Επίσης, όπως προαναφέρθηκε, τα χειρόγραφα βιβλία προορίζονταν για πώληση σε επιφανείς προσωπικότητες του δημοσίου βίου και η θεματολογία τους εναρμονιζόταν πλήρως με την ζήτηση, η οποία με την σειρά της καθόρισε και το ποια έργα της αρχαιότητας επιβίωσαν μέσω της αντιγραφής και ποια όχι.

Τέλος, καταφανές αποτελεί πως οι Μονές συνιστούσαν χώρο μορφωτικής διεργασίας και αγωγής του πνεύματος των κατελθόντων σε αυτές, αφού «εκ των περιβόλων των μονών, ως από κοιλίας δουρείου ίππου, την Ελληνικήν παιδείαν διδαχθέντες και εις τα νάματα της Χριστιανικής αρετής λουσθέντες, εξεπήδησαν άνδρες, οίτινες στύλοι της εκκλησίας και του έθνους ημών εγένοντο». Λαμβάνοντας υπόψη όλα όσα αναλύθηκαν, είναι άτοπο να αποδώσουμε (συλλήβδην) την δεδομένη μη πιστότητα των νοημάτων ή την έκπτωση ορισμένων γραμματειακών έργων, σε δόλια πρόθεση του αντιγραφέα, η οποία – κατά κάποιους – υπαγορευόταν από την επίσημη Εκκλησία. Η διαχρονική συμβολή των μονών στον οικουμενικό πολιτισμό, κρίνεται μεγίστη, καθώς σύμφωνα με τον σπουδαίο βυζαντινολόγο Ι. Καραγιανόπουλο: «ανάμεσα εις τας προσευχάς και τας ψαλμωδίας εύρε πάντοτε τον καιρόν (ο μοναχισμός) να καταγίνη με την αντιγραφήν και την διάσωσιν των θησαυρών της τόσον ξένης προς αυτόν αρχαιότητας».


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Γεωργοπούλου Μαρία, Θρησκευτικά μεσαιωνικά βιβλία, historical-quest.com, Διαθέσιμο εδώ
  • Καραγιαννόπουλος Ε. Ιωάννης (1990), Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, τόμος 2, Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Βάνιας.
  • Κουκουλές Φαίδων (1955), Βυζαντινών βίος και πολιτισμός, Αθήνα: Παπαζήση.
  • Λέκκος Ευάγγελος (1995), Τα ελληνικά μοναστήρια, Αθήνα: Ελεύθερος Τύπος.
  • Ραμπώ Άλφρεντ, (2007), Σπουδές πάνω στην Βυζαντινή Ιστορία, Αθήνα: Στοχαστήςy.
  • Beckwith John (2001), Early Mediaval Art, London: Thames & Hudson.
  • Kazhdan P. Alexander, Wharton Ann (1997), Αλλαγές στον Βυζαντινό Πολιτισμό, Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης.
  • Nicholas David (2005), Η εξέλιξη του μεσαιωνικού κόσμου. Κοινωνία, διακυβέρνηση και σκέψη στην Ευρώπη 312-1500, Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης.
  • Ostrogorsky Georg (2001), , Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, Βιβλιοθήκη Βυζαντινής Ιστορίας και Φιλολογίας, Αθήνα: Βασιλόπουλος.
  • Reynolds L.D., Wilson N.G (2001), Αντιγραφείς και Φιλόλογοι: Το ιστορικό της παράδοσης των κλασικών κειμένων, Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης.
  • Thompson Edward Maunde (2021), Εισαγωγή στην Ελληνική και Λατινική Παλαιογραφία, Αθήνα: Καρδαμίτσα.
  • Vasiliev Alexandrovich Alexandre, (1995),Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (324 – 1453), Αθήνα: Πάπυρος.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γεώργιος Ι. Θεοδωρόπουλος
Γεώργιος Ι. Θεοδωρόπουλος
Γεννηθείς το 2002 στην Αθήνα και σπουδάζων Ιστορία στο αντίστοιχο τμήμα του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Τα επιστημονικά του ενδιαφέροντα άπτονται της περιόδου της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, του Δυτικού Μεσαίωνα και των Πρώιμων Νεώτερων χρόνων. Στον ελεύθερό του χρόνο, ασχολείτο με την συγγραφή ιστορικών θεμάτων, ενώ αρέσκεται να μελετά ζητήματα Φιλοσοφίας της Ιστορίας. Φιλοδοξεί να εντρυφήσει περαιτέρω στην επιστήμη της Ιστορίας και να διαγράψει μια επιτυχή ακαδημαϊκή πορεία. Τέλος, είναι λάτρης της παράδοσης και ασχολείτο επί σειράν ετών με την παραδοσιακή μουσική και το χορό.