Του Κωνσταντίνου Γκαμπή,
Ο πόλεμος είναι ένα συμβάν το οποίο στιγματίζει όσο τίποτα άλλο έναν λαό. Το τραύμα το οποίο προκαλεί δεν περιορίζεται μόνο στον θάνατο, τους τραυματισμούς, τον ψυχικό πόνο και τις υλικές καταστροφές, αλλά επεκτείνεται και στις κρατικές και κοινωνικές δομές, οι οποίες μεταλλάσσονται σε μορφές που μπορούν να ανακουφίσουν τον πληγέντα λαό ή να συνεχίζουν την εξαθλίωσή του και μετά το τέλος του πολέμου. Αυτό εξαρτάται αν μιλάμε για τον νικητή ή τον ηττημένο του πολέμου, αλλά και από την ισχύ της χώρας στη διεθνή σκηνή, την επιρροή δηλαδή που ασκούν ξένες Κυβερνήσεις και διεθνείς οργανισμοί ή εταιρείες πάνω της.
Τι είναι, όμως, ο πόλεμος; Σύμφωνα με τον Clausewitz, ο πόλεμος δεν είναι τίποτα άλλο παρά η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα. Αυτός ο ορισμός είναι κομβικής σημασίας για να κατανοήσουμε τι συμβαίνει, αλλά και τι θα συμβεί στην Ουκρανία.
Εδώ και μερικούς μήνες, έχει αρχίσει η συζήτηση για την «ανασυγκρότηση» της Ουκρανίας. Μία λέξη που μάλλον είχαμε να ακούσουμε από τον καιρό του πολέμου στο Ιράκ.
Αρχικά, πρέπει να παρατηρήσουμε την παραδοχή που εμπεριέχεται εδώ, δηλαδή ότι θα υπάρχει ανεξάρτητη Ουκρανία αφού λήξει ο πόλεμος. Τουλάχιστον αυτό υποθέτει η Δύση. Έπειτα, η άλλη παραδοχή είναι η ανασυγκρότηση ως άμεση συνέπεια του πολέμου (ή μάλλον της καταστροφής που προξένησε ο πόλεμος), η οποία πρόκειται και αυτή για συνέχιση της πολιτικής, κάτι το οποίο θα γίνει ξεκάθαρο παρακάτω.
Προτού αναλύσουμε τον τρόπο με τον οποίο θα πραγματοποιηθεί η ανασυγκρότηση, μπορούμε νομίζω πολύ απλά μέσω της αξιολόγησης προηγούμενων σύγχρονων ανασυγκροτήσεων κρατών να προβλέψουμε το πώς θα εξελιχθεί κι αυτή της Ουκρανίας. Θα μπορούσαμε να πάρουμε ως παραδείγματα εδώ το Ιράκ, τις χώρες που προέκυψαν μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας ή της Ε.Σ.Σ.Δ. κ.τ.λ. Χώρες οι οποίες έζησαν πολέμους πολύ πρόσφατα. Δε θα το κάνουμε όμως.
Πόλεμος είναι η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα και συγκεκριμένα βίαια μέσα. Πόλεμος είναι, επίσης, ένα συμβάν το οποίο στιγματίζει έναν λαό και τραυματίζει τη συλλογική συνείδησή του ανεπανόρθωτα. Με βάση τα παραπάνω προκύπτει ότι ο ρωσοουκρανικός πόλεμος, με τις κατεστραμμένες πόλεις και τα πεδία μάχης, είναι ένα είδος πολέμου, όχι όμως αναγκαία και το μοναδικό. Θα μπορούσαμε ίσως τότε να ισχυριστούμε ότι εδώ και πάνω από δέκα χρόνια στην Ελλάδα βιώνουμε μία άλλη –οικονομική– μορφή πολέμου. Η Ελλάδα, αρχικά, χρεοκόπησε (αν και δεν το είπε δημόσια ποτέ κανείς αυτό), γεγονός που κάλλιστα πρόκειται για έναν τρόπο με τον οποίο καταστρέφεται μία χώρα! Μετά ήρθαν τα μνημόνια, οι επιτηρήσεις και οι θεσμοί, προκειμένου να «ανασυγκροτήσουν» τη χώρα.
Αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία εδώ είναι η πολιτική που συνεπαγόταν η «ανασυγκρότηση», η οποία περιελάβανε τη μεταλλαγή θεσμών του κράτους και πρακτικών του, η οποία συνέβαλλε στην περαιτέρω εξαθλίωση του ελληνικού λαού και στην άσκηση βίας όχι μόνο μέσω της φτωχοποίησης, αλλά και οργάνων του κράτους, όπως η αστυνομία.
Βλέπουμε εδώ ότι το ελληνικό κράτος, προκειμένου να «ανακάμψει» από την οικονομική καταστροφή του, αναγκάστηκε (όντας ανίσχυρο) να ακολουθήσει την πολιτική «ανάκαμψης» που του επιβλήθηκε από την Ε.Ε. και το Δ.Ν.Τ.
Ποια είναι, όμως, αυτή η πολιτική για την οποία μιλάμε; Ο όρος της Naomi Klein «Καπιταλισμός της καταστροφής» (disaster capitalism) ταιριάζει απόλυτα εδώ. Δύο είναι οι κύριες αρχές του. Η πρώτη είναι η λιτότητα, δηλαδή μεγάλες περικοπές στις κρατικές παροχές όπως η υγεία, η παιδεία και οι υποδομές, με ταυτόχρονες αυξήσεις των υποχρεώσεων των πολιτών προς το κράτος και η δεύτερη είναι, φυσικά, η «απελευθέρωση των αγορών» και η στήριξή τους, το οποίο στην Ελλάδα συμπεριλάμβανε την ιδιωτικοποίηση της Δ.Ε.Η., των αερολιμένων και άλλων Δ.Ε.Κ.Ο., με τις συνέπειες να είναι γνωστές. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στο γεγονός ότι σε αυτά παραδείγματα εισήλθαν στις αγορές ξένες εταιρείες, οι οποίες μπορεί να είναι και (εν μέρει) κρατικές, όπως η Fraport. Πρόκειται, λοιπόν, για ένα πολύ σκληρό νεοφιλελεύθερο μοντέλο, που εφαρμόζεται στις «ανασυγκροτήσεις» κρατών, με συνέπεια πάντα να πλήττεται η μεσαία και η εργατική τάξη, αλλά και η εθνική ακεραιότητα μίας χώρας.
Έχει ήδη αποφασιστεί πως το μοντέλο αυτό θα εφαρμοστεί και στην Ουκρανία και αυτό μπορούμε να το διαπιστώσουμε από όσα έχουν συμβεί έως τώρα.
Πρώτα από όλα, η Ουκρανία είναι και αυτή μία πρώην σοσιαλιστική χώρα, η οποία έχει βιώσει το shock therapy που οδήγησε στη δημιουργία μίας ολιγαρχικής και νεοφιλελεύθερης Δημοκρατίας με αδύναμους και διεφθαρμένους πολιτικούς θεσμούς. Μία κατάσταση η οποία με τη λήξη του πολέμου θα επιδεινωθεί.
Η πρώτη αρχή του «καπιταλισμού της καταστροφής» που είδαμε – η λιτότητα – θα επιβληθεί στην Ουκρανία, προκειμένου να καλύψει τις απαιτήσεις των δανειστών της, όπως ακριβώς έγινε και στην Ελλάδα. Κάποιος θα μπορούσε να ρωτήσει σε αυτό το σημείο, σε ποιόν και γιατί χρωστάει η Ουκρανία;
«Υπάρχουν 2 τρόποι να κατακτήσεις και να σκλαβώσεις μία χώρα. Ο ένας είναι με το ξίφος. Ο άλλος με το χρέος». Αυτή η φράση αποδίδεται στον δεύτερο Πρόεδρο των Η.Π.Α., John Adams. Το δόγμα αυτό τόσο η γενέτειρά του, όσο και η υπόλοιπη Δύση το ακολουθεί πιστά. Με αυτό στο νου τους λοιπόν, αλλά επικαλούμενοι την αλληλεγγύη, οι Ευρωπαίοι το 2022 έδωσαν συνολικά € 19,7 δις στην Ουκρανία, από τα οποία τα € 16,7 δις ήταν δάνεια. Μάλιστα, € 3,1 δις από αυτά στάλθηκαν μέσω του λεγόμενου Ευρωπαϊκού Μηχανισμού για την Ειρήνη Ουσιαστικά, αυτό σημαίνει πως τα λεφτά που δόθηκαν δεν διοχετεύτηκαν πραγματικά στην Ουκρανία, αλλά χρησιμοποιήθηκαν για να πληρωθεί η ευρωπαϊκή στρατιωτική βιομηχανία, δηλαδή για την αγορά όπλων. Για το 2023, η Ε.Ε. σκοπεύει να δανείσει άλλα € 18 δις, τα οποία θα πρέπει να αποπληρωθούν μέσα σε 35 χρόνια, ξεκινώντας από το 2033. Φυσικά, στη διαδικασία δανειοδότησης συμμετέχουν χώρες και οργανισμοί εκτός Ε.Ε., όπως οι Η.Π.Α και το Δ.Ν.Τ, το οποίο εκτός από τα δικά του δάνεια έχει δημιουργήσει ένα πρόγραμμα επιτήρησης στην Ουκρανία (Program monitoring with board involvement όπως το αποκαλεί το ίδιο). Ενδεικτικά, το 2021 η Ουκρανία αποπλήρωσε στο Δ.Ν.Τ. $ 1,3 δις, ενώ για το έτος 2022-2023 εκτιμάται ότι θα αποπληρώσει $ 2,7 δις. Όσο συνεχίζεται ο πόλεμος, τόσο θα μεγαλώνουν και οι δανειακές υποχρεώσεις της χώρας.
Προφανώς, φαντάζει δύσκολο μία οικονομία ρημαγμένη από τον πόλεμο να μπορέσει να ξεπληρώσει τα δάνεια αυτά που πήρε, ενώ πολεμούσε για την ανεξαρτησία της. Δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας όμως, γιατί το σύστημα, όπως έχει αποδειχθεί και στην περίπτωση της Ελλάδας, μπορεί και διαχειρίζεται τέτοιες καταστάσεις, κρίσεις χρέους όπως τις αποκαλεί το ίδιο ή εξαθλίωση και εξανδραποδισμό ενός λαού όπως την αποκαλούμε εμείς.
Ας δούμε συνοπτικά τι έχει νομοθετήσει ήδη η Ουκρανία για τους εργαζομένους. Τον περασμένο Αύγουστο πέρασε από το Κοινοβούλιο ο νόμος 5371, ο οποίος είχε προταθεί για πρώτη φορά μόλις τον Απρίλιο, αλλά δεν είχε περάσει. Σύμφωνα με αυτόν τον νόμο λοιπόν, όσοι δουλεύουν σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις (με λιγότερους από 250 εργαζομένους), περισσότεροι δηλαδή από το 70% του εργατικού δυναμικού της χώρας, εξαιρούνται από την υπάρχουσα νομοθεσία, που σημαίνει ότι δε μπορούν πλέον να διαπραγματευτούν συλλογικά μέσω των ενώσεων με τα αφεντικά τους, αλλά μόνο ατομικά, ενώ, επιπλέον, δίνει τη δυνατότητα στις εταιρείες να θέτουν σε διαθεσιμότητα τους υπαλλήλους τους αυθαίρετα. Αυτός ο νόμος πέρασε τη στιγμή που η ίδια η ουκρανική Κυβέρνηση υπολογίζει πως το 60%-80% των Ουκρανών θα βρεθούν κάτω από το όριο της φτώχειας. Επιπλέον, λέγεται ότι η Κυβέρνηση σχεδιάζει να συρρικνώσει κατά πολύ το κράτος-πρόνοιας, μία πολύ σημαντική πηγή εσόδων για τους ηλικιωμένους και όχι μόνο. Και πάλι εδώ, υπάρχει το προηγούμενο της χώρας μας.
H Υπουργός Οικονομικής Ανάπτυξης της Ουκρανίας, Yulia Svyrydenko, τον Μάρτιο του 2022 είχε δηλώσει πως το κόστος του πολέμου για την Ουκρανία ήταν $ 564,9 δις, λαμβάνοντας υπόψιν τόσο τις υλικές καταστροφές, όσο και τη χαμένη οικονομική ανάπτυξη, ενώ το απαιτούμενο ποσό για την ανασυγκρότηση ανέρχεται στα $ 750 δις. Αν αληθεύει ή έστω πλησιάζει σε αυτό το νούμερο το κόστος της ανασυγκρότησης, τότε μπορούμε να φανταστούμε το πόσο ελκυστική ακούγεται αυτή η «ευκαιρία» για τις δυτικές εταιρείες.
Αναφορικά, λοιπόν, με τους ιδιώτες επενδυτές, η ουκρανική Κυβέρνηση συνεργάζεται με την WWP, μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες χαρτοφυλακίου στον τομέα των επικοινωνιών παγκοσμίως, για τη δημιουργία και προώθηση της ιστοσελίδας Advantage Ukraine, την οποία αν την επισκεφθεί κάποιος το πρώτο πράγμα που θα αντικρίσει είναι μία από αυτές τις γραφικές φωτογραφίες του Zelenskyy, ντυμένο στα χακί και δίπλα του τη φράση «Η μεγαλύτερη ευκαιρία στην Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο». Η καμπάνια αυτή υπόσχεται στους πιθανούς επενδυτές προνόμια, όπως δεκάχρονη απαλλαγή από τους εταιρικούς φόρους και έως 500 άδειες για δραστηριότητες σε χώρους δημοσίων επιχειρήσεων, όπως η στρατιωτική βιομηχανία, ο ενεργειακός τομέας, οι υποδομές και πολλά ακόμα.
Στο νεοφιλελεύθερο αυτό κλίμα, το Υπουργείο Οικονομικών, με σκοπό την εκπόνηση ενός σχεδίου για την ανοικοδόμηση της χώρας – στηριζόμενο στον ιδιωτικό τομέα – υπέγραψε ένα μνημόνιο συνεργασίας με την BlackRock, μία εκ των κορυφαίων διαχειριστών επενδύσεων στον κόσμο, η οποία διαχειρίζεται περίπου $ 9 τρις. Ένα ιστορικό βυθισμένο στα σκάνδαλα και την ανηθικότητα, με την παγκόσμια καμπάνια Corporate Accountability να την περιλαμβάνει στο λεγόμενο Corporate Hall of Shame για το 2022 (μία λίστα στην οποία ψηφίζονται οι χειρότερες εταιρείες στον κόσμο). Παράλληλα, o CODEPINK, ένας οργανισμός που ηγείται από γυναίκες εναντίον κυρίως των πολέμων, έχει ξεκινήσει ειδική καμπάνια εναντίον της BlackRock.
H BlackRock δεν είναι, όμως, η μόνη εταιρεία. Η Wall Street έχει ρίξει στη μάχη όλα τα βαριά χαρτιά της, όπως τη JP Morgan και τη Goldman Sachs, οι οποίες ενδιαφέρονται για την ευκαιρία που παρουσιάζεται στην Ουκρανία. Φυσικά, πέρα των μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, υπάρχουν κατασκευαστικές κι άλλες εταιρείες, ευρωπαϊκές και αμερικάνικες, που περιμένουν με ανυπομονησία τη λήξη του πολέμου. Ας μην ξεχνάμε, βέβαια, τη στρατιωτική βιομηχανία, η οποία αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να συμβαδίσει με την τεράστια ζήτηση όπλων που δημιουργήθηκε.
Υπάρχει πλήρης ταύτιση της πολιτικής που ακολούθησε η Δύση για να αντιμετωπίσει την ελληνική κρίση χρέους, αλλά και για να ανασυγκροτήσει κράτη μετά από πολέμους, όπως μετά τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία και τον πόλεμο του Ιράκ, με την πολιτική που ακολουθεί στην Ουκρανία. Μία ιδεολογική προσέγγιση, η οποία κυριαρχεί όχι μόνο στον πόλεμο που επιτρέπει την εμφάνιση της πιο ακραίας μορφής της, αλλά και στην αντιμετώπιση όλων των ειδών κρίσεων, όπως η κρίση του ’08 και αυτή του Covid-19.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ένας ιμπεριαλιστικός πόλεμος, όχι μόνο επειδή η Ρωσία έχει βλέψεις αυτοκρατορίας, αλλά και επειδή οι δυτικές οικονομικές ελίτ επιβάλλουν τα συμφέροντά τους στη χώρα. Αυτή η πολιτική της Δύσης δεν προδίδει μόνο τη ζημιά που προκαλεί σε τρίτα κράτη, τα οποία δε θεωρεί αρκετά «δυτικά», αλλά και την ανάγκη που έχει ο σύγχρονος καπιταλισμός για αποικιοκρατική εκμετάλλευση, για να μπορεί να στηρίζει τη διαιώνισή του. Αυτή τη στιγμή οι δυτικές οικονομίες είναι ένα παράσιτο, το οποίο ξεδιάντροπα κλέβει όχι μόνο τις πλουτοπαραγωγικές πηγές άλλων κρατών, αλλά και τις ζωές των κατοίκων τους.
Η ανασυγκρότηση της Ουκρανίας, μαζί με την αντιμετώπιση κάθε άλλου είδους κρίσης, αλλά και η γενική λειτουργία μίας οικονομίας σήμερα, στηρίζεται στην εκμετάλλευση. Το συμπέρασμα αυτού του άρθρου δεν είναι η αποκήρυξη του καπιταλισμού, αλλά η κριτική στην απληστία όλων μας, η οποία εκδηλώνεται μέσω του συστήματος της αγοράς. Όλοι, είτε είμαστε διευθυντές πολυεθνικών είτε απλοί καταναλωτές, έχουμε έστω κάποιο ψήγμα απληστίας. Αυτό είναι δύσκολο να το αλλάξουμε. Το «εύκολο» που μπορεί να γίνει είναι η συστηματική αλλαγή, ώστε να περιορίζεται η απληστία (μια καλή αρχή θα ήταν η ορθότερη ρύθμιση των τραπεζών) και να προωθείται η βιώσιμη οικονομική δραστηριότητα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Commodifying War: The Political Economy of Disaster Capitalism in Ukraine and Beyond, διαθέσιμο εδώ
- Ukraine’s debts to Western banks are destroying its social safety net, διαθέσιμο εδώ
- Η Wall Street θησαυρίζει από τον πόλεμο στην Ουκρανία, διαθέσιμο εδώ