Της Μιχαέλας Αθηνιώτη,
«Εγώ όταν μεγαλώσω, θα γίνω κτηνίατρος και θα σώζω σκυλάκια και γατάκια», «Όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω αστυνομικός, να είμαι δυνατός και να πιάνω τους κλέφτες», «Όνειρό μου είναι όταν μεγαλώσω να γίνω μια όμορφη μπαλαρίνα».
Μεγαλώνοντας, ο κάθε άνθρωπος περνάει από διάφορες φάσεις στη ζωή του, κατά τις οποίες αναδύεται ένα διαφορετικό όνειρο σχετικά με την επαγγελματική αποκατάστασή του, μετά την ενηλικίωση. Κάποια παιδιά, με σιγουριά εκδηλώνουν τα όνειρά τους, ενώ άλλα, με αμφιβολία διστάζουν, αλλά όταν ερωτώνται τη κλασική ερώτηση-κλισέ: «Τι θες να γίνεις όταν μεγαλώσεις;», υποστηρίζουν θερμά και με πάθος το σχέδιο που έχουν για το μέλλον, ακόμα και αν χρειάζεται να αντιμετωπίσουν μια λίγο υποτιμητική άποψη του συνομιλητή τους, όπως συχνά ακούγεται: «Καλά μέχρι να μεγαλώσεις…».
Γενικότερα, τα παιδιά ονειρεύονται μεγαλειωδώς. Τα βασικά επαγγέλματα που ενδιαφέρουν τους μικρούς επίδοξους επαγγελματίες είναι: τραγουδιστής, χορεύτρια, ηθοποιός, πυροσβέστης, δάσκαλος, αστυνομικός, αστροναύτης και πολλά ακόμα, στενά συνδεδεμένα με τη φήμη και τον ηρωισμό που προβάλλεται μέσα από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, με πρωταγωνιστικό τον ρόλο της τηλεόρασης. Το βασικό μοντέλο που επικρατεί είναι ενηλικο-κεντρικό, και επηρεάζει άμεσα τα όνειρα των μικρών παιδιών σχετικά με τη μελλοντική επαγγελματική τους αποκατάσταση. Οι αξίες που προβάλλονται, ως επικρατέστερες, περιλαμβάνουν το κύρος, τη διασημότητα και την επιτυχία, και τα παιδιά, από την αρχή της εφηβείας τους και ύστερα, αναπτύσσουν τις προσωπικές τους αξίες, βασισμένες στα πρότυπα που προβάλλονται από τα μέσα.
Μεγαλώνοντας, όμως, τα όνειρα που έχουν από μικρά παιδιά αρχίζουν να γκρεμίζονται, σαν τείχη που δεν είχαν θεμέλια. Αυτό το ρήγμα, πέρα από τους πολιτικο-οικονομικο-κοινωνικούς παράγοντες που επικρατούν στην εκάστοτε χρονική στιγμή, επηρεάζεται απευθείας από την αντίληψη που σχηματίζουν, κυρίως τα μικρά παιδιά, γύρω από την εργασία, και που έχει άμεση σχέση με το επάγγελμα των γονιών τους.
Οι ρίζες του προβλήματος εντοπίζονται στην παιδική ηλικία, όταν τα μικρά παιδιά αντιλαμβάνονται την εργασία των γονιών τους αποκλειστικά ως οικονομικό εργαλείο, αλληλένδετο με την πρωινή βιασύνη των κηδεμόνων τους: «Γρήγορα, πρέπει να φύγω για το γραφείο», με την κούρασή τους και την αδυναμία να τους αφιερώσουν ποιοτικό χρόνο: «Είμαι πολύ κουρασμένος, δεν έχω όρεξη να παίξω, συγγνώμη», καθώς και με την απελπισία που συνοδεύει περισσότερο την οικονομική δυσχέρεια, παρά την κούραση: «Δεν θα μπορέσω να σου αγοράσω αυτό το παιχνίδι, γιατί δεν πληρώθηκα αυτόν τον μήνα όσα υπολόγιζα». Επιπλέον, ο χρόνος που αφιερώνουν οι γονείς στην εργασία τους, γίνεται αντιληπτός από τα παιδιά, ως χρόνος μακριά από την οικογένεια.
Επομένως, συνδέεται στην αντίληψη των νεαρών ατόμων η εργασία με μια συνήθεια ρουτίνας, και όχι, απαραιτήτως, με ένα ενδιαφέρον ή κλίση. Σε συνδυασμό με το μοντέλο που προβάλλεται από τα Μέσα, τα παιδιά διαμορφώνουν μια διαστρεβλωμένη άποψη και οπτική γύρω από τον επαγγελματικό τους προσανατολισμό, στρέφοντας τους εαυτούς τους στα επαγγέλματα που προβάλλονται κατά κόρον, και που συνδέονται με την προβολή.
Μια πιθανή λύση θα ήταν η προσέγγιση των παιδιών από τους κηδεμόνες τους και η αφιέρωση χρόνου στην επεξήγηση γύρω από τα ζητήματα που απασχολούν τους γονείς την ώρα εργασίας τους, δηλαδή, πάνω σε τι δουλεύουν , ποια είναι τα καθήκοντα και οι υποχρεώσεις τους, ή ακόμα και μια επίσκεψη στον χώρο εργασίας των γονέων, προκειμένου να έρθουν σε επαφή με χώρους εργασίας και να διαμορφώσουν μια ρεαλιστική άποψη.
Τα παιδιά, έχουν τη τάση να επιλέγουν το επάγγελμά τους μέσω της επιρροής που δέχονται από το περιβάλλον τους, είτε αυτό αφορά το οικογενειακό και το σχολικό περιβάλλον, είτε το κοινωνικό, συμπεριλαμβανομένου των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και της τηλεόρασης. Παράλληλα, μεγάλη επιρροή ασκείται από την κοινωνική τάξη στην οποία ανήκουν, αν και υπάρχει δυνατότητα κοινωνικής κινητικότητας, σε σχέση με την καταγωγή τους.
Γενικότερα, όμως, τα παιδιά διαμορφώνουν εσωτερικά σχήματα βασισμένα σε στερεότυπα που κυριαρχούν στην κοινωνία γύρω από την εργασία. Έτσι, πολλά παιδιά τείνουν να θεωρούν ότι οι μπαμπάδες τους εργάζονται περισσότερο και πιο σκληρά από τις μητέρες τους, ή ακόμα και να υποστηρίζουν πως η κοινωνική ή η φυλετική καταγωγή καθορίζει την αξία του καθενός και προσδιορίζει το επάγγελμα που μπορεί να κάνει.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Cosa vogliono fare i bambini da grandi? I sogni dei bambini e il ruolo dei genitori, pianetamamma.it, διαθέσιμο εδώ
- Testo argomentativo sul rapporto tra genitori e figli, skuola.net, διαθέσιμο εδώ