Της Μαριάννας Τέλλη,
Το My Own Private Idaho του Γκας Βαν Σαντ αποτελείται από δύο συνυπάρχουσες ιστορίες. Η πρώτη έχει να κάνει με τον Μάικ Γουότερς (Φοίνιξ), ένα ναρκοληπτικό αγόρι, το οποίο –για να βγάλει τα προς το ζην– δουλεύει στο πεζοδρόμιο, μαζί με άλλους hustlers και αναζητά απεγνωσμένα την μητέρα του και την αίσθηση οικογενειακής θαλπωρής. Η δεύτερη, μια ελεύθερη διασκευή του έργου του Σαίξπηρ «Ερρίκος Δ΄», ακολουθεί τον Σκοτ Φοβόρ (Ριβς), τον γιο ενός πλούσιου επιχειρηματία, ο οποίος κάνοντας την επανάστασή του απέναντι στους γονείς του, εγκατέλειψε την άνετη ζωή του για τη ζωή των δρόμων απορρίπτοντας οτιδήποτε έχει σχέση με το κεφάλαιο. Τουλάχιστον, μέχρι να αλλάξει γνώμη. Τα δύο αγόρια, αν και παράταιρα μεταξύ τους, μέσα από τη δουλειά τους στις διάφορες «πιάτσες» των δρόμων, αναπτύσσουν μια αρκετά τρυφερή φιλία και ξεκινούν ένα ταξίδι προκειμένου να αναζητήσουν μαζί τη μητέρα του Μάικ βάσει των λίγων στοιχείων που έχουν απομείνει από εκείνη.
Η σχέση μεταξύ του Μάικ και του Σκοτ είναι παραδόξως αρκετά τρυφερή. Ο γενικά σκληρός και απρόσιτος Σκοτ δεν διστάζει να λειτουργεί ως προστάτης του σχετικά αδύναμου και αφελή Μάικ, ο οποίος λόγω της ναρκοληψίας του δεν μπορεί παρά μόνο να πέσει για ύπνο όταν έρχονται τα δύσκολα. Το ταξίδι των δύο τους από το Πόρτλαντ μέχρι το Άινταχο, προκειμένου να βρουν τη χαμένη μητέρα του Μάικ, έρχεται να αποκαλύψει τον πυρήνα της σχέσης τους αλλά και να ξεσκεπάσει τον αληθινό χαρακτήρα του καθενός από τους δύο, αποδεικνύοντας ότι ο πραγματικός μας εαυτός εμφανίζεται στις πιο δύσκολές μας στιγμές.
Οι ερμηνείες των Φοίνιξ και Ριβς είναι αληθινές και αντιμετωπίζουν τους χαρακτήρες του έργου με στοργή, παρουσιάζοντας τους δύο νεαρούς με όλες τις πολυπλοκότητες του χαρακτήρα τους. Ιδιαίτερα, ο Ριβερ Φοίνιξ χάνεται τελείως στον ρόλο του Μάικ. Ο θεατής δεν βλέπει μπροστά του τον νεαρό αστέρα του σινεμά, μοναχά το μικρό, ευαίσθητο και ναρκοληπτικό αγόρι των δρόμων.
Παράλληλα, το My Own Private Idaho εξερευνά με έναν πολύ τρυφερό και αυθεντικό τρόπο τις ζωές τόσο των κουίρ ανδρών στα τέλη του 20ου αιώνα όσο και μια καταγραφή της ανδρικής σεξεργασίας, η οποία πολύ συχνά αγνοείται από τις γενικότερες συζητήσεις σχετικά με το ευρύτερο θέμα. Μάλιστα, ο Βαν Σαντ παρεμβάλει μεταξύ σκηνών της ταινίας και συνεντεύξεις από αληθινούς hustlers, δίνοντας μια ματιά εκ των έσω στο φαινόμενο, αλλά και μια πλατφόρμα για να μοιραστούν αυτά τα άτομα την καθημερινότητά τους με το ευρύ κοινό.
Το My Own Private Idaho δεν είναι απλά μια καλή ταινία, αλλά αποτελεί ένα σημαντικό κομμάτι του New Queer Cinema, αφού κατάφερε να τοποθετήσει το queer σινεμά (δηλαδή queer χαρακτήρες και τις αφηγήσεις τους) στο mainstream. Μέσω του casting δύο καθιερωμένων, δημοφιλών ηθοποιών σε πρωταγωνιστικούς ρόλους, ειδικά σε μια εποχή που οι γνωστοί ηθοποιοί δεν τολμούσαν να αγγίξουν τον ρόλο ενός queer χαρακτήρα, ανοίχθηκαν δρόμοι για περισσότερες queer ιστορίες και ταινίες, αφού πλέον υπήρχε απήχηση από ένα μεγάλο, όχι μόνο ομοφυλόφιλο, κοινό. Καθιερωμένοι ηθοποιοί, έχοντας δει την επιτυχία που είχε το My Own Private Idaho για τους Ριβς και Φοίνιξ, ξεπέρασαν τα ταμπού και πλέον μη συμβατικές ιστορίες άρχισαν να έρχονται στο κινηματογραφικό προσκήνιο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Reviews/Film Festival; A Road Movie About Male Hustlers, Vincent Canby, 27/7/1991, The New York Times, διαθέσιμο εδώ
- Ο Μάικ και ο Σκοτ δεν μένουν πια εδώ: 20 χρόνια από το «Δικό Μου Αϊνταχο», Μανώλης Κρανάκης, 11/10/2011, flix.gr, διαθέσιμο εδώ