Της Μαριάννας Κώστα,
Η καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού και της φτώχειας αποτελεί έναν από τους στόχους της κοινωνικής πολιτικής της Ε.Ε και των κρατών-μελών της. Σε νομική βάση, το άρθρο 153 ΣΛΕΕ υποστηρίζει πως η κοινωνική ενσωμάτωση μπορεί να επιτευχθεί αποκλειστικά και μόνο στη βάση συνεργασίας μη νομοθετικής φύσης, όπως είναι η ανοικτή μέθοδος συντονισμού, ενώ το άρθρο 19 ΣΛΕΕ επιτρέπει στην Ε.Ε. να αναλαμβάνει δράση για την καταπολέμηση των διακρίσεων, τόσο με την παροχή νομικής προστασίας σε τυχόν θύματα όσο και με τη θέσπιση μέτρων ενθάρρυνσης.
Ο κίνδυνος της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού αντιστοιχεί με το άθροισμα των μεμονωμένων ατόμων που βρίσκονται σε σοβαρή υλική και κοινωνική στέρηση ή ζουν σε ένα νοικοκυριό με χαμηλή ένταση εργασίας. Ο πρωταρχικός στόχος για την Ευρωπαϊκή Ένωση του 2030 είναι η μείωση του αριθμού των ατόμων που βρίσκονται σε κίνδυνο ακραίας φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού –τουλάχιστον 15 εκατομμύρια Ευρωπαίους– μέχρι το 2030, μέσω του Ευρωπαϊκού Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων.
Συγκεκριμένα, ο κίνδυνος της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού δεν εξαρτάται αυστηρά από το επίπεδο εισοδήματος ενός νοικοκυριού, αλλά και σε περιπτώσεις όπου ένα ή περισσότερα μέλη ενός νοικοκυριού είναι σε καθεστώς ανεργίας αντιμετωπίζουν εμπόδια για την ένταξή τους στην αγορά εργασίας ή, διαφορετικά, άλλες περιπτώσεις κοινωνικοοικονομικής φύσεως που καθιστούν τα άτομα σε καθεστώς μη απασχολησιμότητας. Για τον υπολογισμό του ποσοστού των ατόμων που ενδέχεται να βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού προβλέπονται οι παρακάτω περιπτώσεις:
1) Άτομα ή νοικοκυριά που έχουν ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα, που βρίσκεται κάτω από το 50% ή 60% του μέσου εισοδήματος.
2) Άτομα που μαστίζονται από σοβαρή υλική και κοινωνική στέρηση. Δηλαδή δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν τουλάχιστον 7 από 13 είδη, που είναι απαραίτητα για την αξιοπρεπή διαβίωσή τους.
3) Άτομα παραγωγικής ηλικίας (από 15–64 ετών), που ζουν σε νοικοκυριό όπου ενήλικες εργάζονται ίσο ή λιγότερο από το 20% του συνολικού δυναμικού χρόνου εργασίας τους εντός των 12 μηνών.
Συνολικά, το 21,7% του πληθυσμού εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή 95,4 εκατομμύρια πολίτες βρίσκονταν σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, το 2021. Τα αποτελέσματα που παρουσιάζονται από τις εκτιμήσεις της Eurostat (2021) επισημαίνουν ότι η πλειοψηφία των ατόμων που βρίσκονται σε τέτοια συνθήκη είναι οι γυναίκες, οι νέοι ενήλικες ηλικίας 18–24 ετών, που βρίσκονται σε στάδιο ένταξης στην αγορά εργασίας, άτομα που δεν έχουν ολοκληρώσει την υποχρεωτική τους εκπαίδευση, καθώς και οι άνεργοι.
Με βάση τις ηλικιακές ομάδες, ο υψηλότερος δείκτης για τον κίνδυνο φτώχειας στην Ε.Ε καταγράφηκε για τους νεαρούς ενήλικες ηλικίας 18–24 ετών με 27,3%, ενώ σε μικρότερο δείκτη παρατηρούνται άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω με 19,6%. Αντίστοιχα, ο κίνδυνος κοινωνικού αποκλεισμού κυμαίνεται στο 20,2% για άτομα ηλικίας 25–49 ετών, ενώ για τον πληθυσμό ηλικίας 50–64 ετών σημειώνεται 21,9% που οδηγούνται σε συνθήκες στέρησης. Οι ηλικίες κάτω των 18 ετών σημείωσαν 24,4%, γεγονός που αποδεικνύει έναν σχετικά υψηλό κίνδυνο αποκλεισμού.
Πάνω από το 1/5 του πληθυσμού της Ε.Ε. που ζει σε νοικοκυριά με εξαρτημένα μέλη, λ.χ παιδιά ή ηλικιωμένοι, διέτρεχαν κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, το 2021, ενώ σε νοικοκυριά χωρίς εξαρτημένα μέλη ο κίνδυνος φτώχειας ενδέχεται να είναι ελαφρώς χαμηλότερος.
Ένα από τα κύρια κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά που επηρεάζουν το ενδεχόμενο κοινωνικού αποκλεισμού στην Ε.Ε είναι το καθεστώς εργασίας που βρίσκονται τα μεμονωμένα άτομα εντός του νοικοκυριού. Ειδικότερα, το 11,1% των μισθωτών σημειώνουν κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, ενώ το 18,6% των συνταξιούχων κινδυνεύουν να αποκλειστούν. Τουναντίον, το 64,5% των ανέργων εντός του πληθυσμού που κατοικεί στην Ε.Ε κινδυνεύει να στερηθεί τις βασικές του ανάγκες, ενώ το 42,3% του μη απασχολήσιμου πληθυσμού ενδέχεται να οδηγηθεί σε κίνδυνο οικονομικής και βιοποριστικής επισφάλειας.
Επιπλέον, το επίπεδο εκπαίδευσης διαδραματίζει έναν σημαντικό αντίκτυπο, όσον αφορά τον κίνδυνο του κοινωνικού αποκλεισμού. Το 2021, το 34,8% των ατόμων ηλικίας άνω των 18 ετών δεν έχουν ολοκληρώσει την υποχρεωτική τους εκπαίδευση, ενώ το 10,3% του δείγματος που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας έχει ολοκληρώσει την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αντίστοιχα, όσοι ολοκλήρωσαν τη μέση εκπαίδευση σημειώνουν δείκτη 19,8%.
Συγκριτικά με τα ποσοστά που σημειώνουν τα κράτη-μέλη της Ε.Ε, η μεγαλύτερη συγκέντρωση του πληθυσμού που κινδυνεύει να αποκλειστεί εντοπίζεται στη Ρουμανία (34,4%), στη Βουλγαρία (31,7%) και στην Ελλάδα (28,3%). Αντίθετα, τα μικρότερα ποσοστά σημειώνονται στη Φινλανδία, την Τσεχία και τη Σλοβενία, οπού δεν ξεπερνούν το 15% του πληθυσμού.
Αξιοσημείωτη συμβολή στο νομοθετικό έργο του Ευρωκοινοβουλίου καταδεικνύεται στο ψήφισμα της 24ης Νοεμβρίου 2020, σχετικά με την αντιμετώπιση της στεγαστικής επισφάλειας εντός της Ευρωπαϊκής επικράτειας, καθώς και στο ψήφισμα της 21ης Ιανουαρίου 2021, που αφορά την πρόσβαση των πολιτών σε μια αξιοπρεπή και οικονομικά προσιτή στέγαση για όλους. Εν ολίγοις, τα αρμόδια όργανα της Ένωσης καλούν τα κράτη-μέλη να διασφαλίσουν το δικαίωμα στην επαρκή στέγαση, σε σημείο που να αναγνωρίζεται ως θεμελιώδες στις εθνικές νομοθεσίες.
Ωστόσο, παρά τις εντεταμένες προσπάθειες για τη μείωση της φτώχειας, η ανεργία παραμένει σε υψηλά επίπεδα, ένα μεγάλο μέρος του συνολικού πληθυσμού αντιμετωπίζει ολοένα και περισσότερες ενδείξεις που συνάδουν με τη στέρηση ορισμένων ή βασικών αγαθών. Ακόμα, ένα μεγάλο μέρος νεοεισερχόμενων στην αγορά εργασίας αντιμετωπίζει εμπόδια ως προς την ένταξή του, ενώ τα στοιχεία της Eurostat επιβεβαιώνουν ότι η Επιτροπή, καθώς και τα κράτη-μέλη, αρμόζει να επιταχύνουν τις πολιτικές δράσεις τους για τη βιωσιμότητα των θεσμών, αλλά και της κοινωνικής συνοχής.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ