Του Ραφαήλ Παπαδόπουλου,
Ένας ηθοποιός που έγραψε το όνομά του με χρυσά γράμματα στην ελληνική σκηνή και λατρεύτηκε για τους ρόλους του ως ηθοποιός του σινεμά. Τα έργα του, κυρίως στη δεκαετία των 50s, θεωρήθηκαν αξιέπαινα, ενώ η θεατρογραφία του υπήρξε εξίσου σημαντική στη διαμόρφωση της καριέρας του.
Τα πρώτα βήματα
Ο Δημήτρης Χορν γεννήθηκε στις 9 Μαρτίου του 1921 στην Αθήνα και βαφτίστηκε από την ηθοποιό Κυβέλη. Οι γονείς του ήταν ο θεατρικός συγγραφέας Παντελής Χορν και η Ευτέρπη Αποστολίδη. Από την ηλικία των τεσσάρων, κιόλας, συμμετείχε σε μία ταινία της νονάς του, ως ο μικρός της γιος. Η συνεργασία αυτή έμελλε να συνεχιστεί και πολύ αργότερα, με τον Δημήτρη ως ενήλικα πλέον, σε ένα έργο του Όσκαρ Ουάιλντ. Ο Χορν στην ηλικία των δεκατεσσάρων υπήρξε μέλος του θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη, όπου συμμετείχε σε μια θεατρική παράσταση. Το 1936 άρχισε τις σπουδές του στη Δραματική Σχολή του τότε Βασιλικού -πλέον Εθνικού- Θεάτρου έως και το 1940 που πρωταγωνίστησε σε μία οπερέτα του Στράους, Η Νυχτερίδα. Αυτό έμελλε να είναι και το πρώτο σημαντικό έργο στην πορεία της καριέρας του.
Η αρχή της καριέρας
Ο Χορν μετά τα πρώτα του βήματα στην Ελληνική σκηνή, είχε έρθει η ώρα να ξεκινήσει την καριέρα του, σε θιάσους αλλά και με συνεργασίες με το Εθνικό Θέατρο. Το 1942 έκανε τον πρώτο του γάμο και δύο χρόνια αργότερα δημιούργησε τον δικό του θίασο, σε συνεργασία με τη Μαίρη Αρώνη και άλλους ηθοποιούς. Συγκεκριμένα, το 1943 γυρίστηκε η πρώτη ταινία, μετά την εισβολή των γερμανικών δυνάμεων στην Ελλάδα, όπου και έκανε την εμφάνισή του στη «μεγάλη σκηνή» της Φίνος Φιλμ. Στη συνέχεια, γύρισε μερικές, ακόμη, ταινίες μέχρι και το 1946 που αποφάσισε να επιστρέψει στο Εθνικό Θέατρο. Το 1950 έπαιξε στην ταινία Ο Μεθύστακας, με πρωταγωνιστή τον Ορέστη Μακρή, η οποία καθήλωσε το κοινό. Το ’51 έλαβε υποτροφία από το Βρετανικό Ινστιτούτο και ένα χρόνο αργότερα ο ίδιος έφυγε για την Αμερική.
Η «χρυσή εποχή»
Με την επιστροφή του, συγκροτήθηκε ένας νέος θίασος με τη συμμετοχή του, ο οποίος χαρακτηρίστηκε ως «Θίασος των Άστρων». Με την αποχώρηση του Γιώργου Παππά από αυτόν, μετονομάστηκε ως ο «Θίασος Λαμπέτη-Χορν». Για τα επόμενα χρόνια, από το 1953 έως και το 1957, οι παραστάσεις αυτών των δύο ήταν το «διαμάντι» της κάθε χρονιάς. Ταυτόχρονα, η συμμετοχή του σε μεγάλες κινηματογραφικές παραγωγές, όπως το Κυριακάτικο Ξύπνημα, Κάλπικη Λύρα και Το κορίτσι με τα μαύρα, εκείνη την περίοδο, άφησαν εποχή. Το 1958 πρωταγωνίστησε για άλλη μια φορά, σε ένα έργο του Γιώργου Τζαβέλλα, στο Μια ζωή την έχουμε. Πρέπει να παραδεχτούμε, ότι αυτή την ταινία τη συνδέσαμε με το πρόσωπό του και θα ήταν -σίγουρα- η πρώτη που θα σκεπτόμασταν, όταν ακούγαμε το όνομά του.
Τα χρόνια της ωριμότητας
Το 1960 ο «επαγγελματικός» -κι όχι μόνο- χωρισμός του με τη Λαμπέτη, σηματοδότησε την απαρχή ενός νέου θιάσου, που ήταν μακροβιότερος από τους προηγούμενους, καθώς «επέζησε» μέχρι το 1981. Το 1967 παντρεύτηκε την Άννα Γουλανδρή, η οποία σύμφωνα και με τον ίδιο υπήρξε ο μεγαλύτερός του έρωτας. Στην περίοδο αυτή η θεατρογραφία του είχε μεγάλη εξέλιξη, με έργα του Σαίξπηρ αλλά και άλλων συγγραφέων να κάνουν «πρεμιέρα» στο Ελληνικό θέατρο. Το 1974 διετέλεσε γενικός διευθυντής της ΕΡΤ για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Το 1980 ιδρύθηκε το «ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν» με σκοπό τη μελέτη του Ελληνικού πολιτισμού. Το 1998 ο Δημήτρης Χορν πέθανε από καρκίνο, ενώ τα τελευταία του χρόνια έπασχε από τη νόσο Αλτσχάιμερ. Βραβεύτηκε το 1960 και το 1961 δύο φορές με το Βραβείο Α΄ Ανδρικού Ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Η Ελληνική Πολιτεία για την ιδιαίτερη συμβολή του στον κινηματογράφο και το θέατρο τον τίμησε με τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος του Γεωργίου Α΄. Δύο χρόνια μετά τον θάνατό του, καθιερώθηκε στη μνήμη του, το Βραβείο Χορν, το οποίο απονέμεται στους καλύτερους πρωτοεμφανιζόμενους ηθοποιούς της χρονιάς.
Συνολικά, ο Χορν συμμετείχε μόνο σε δέκα ταινίες, παρόλα αυτά κατάφερε να κερδίσει φήμη και να αφήσει μεγάλο έργο πίσω του. Τώρα, πλέον, που το θέατρο βιώνει μία τεράστια κρίση και η πρόσφατη «υποβάθμισή» του είναι ακόμη νωπή, φιγούρες της παλιάς θεατρικής σκηνής, όπως ο Χορν, μας υπενθυμίζουν πόσο σημαντικό είναι το θέατρο για τον πολιτισμό μας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ