Της Χρυσάνθης-Ίριδας Ανεμογιάννη,
Θα μπορούσε κανείς να ονοματίσει πολλά απίστευτα ταλέντα. Όλοι έχουμε, όλοι τα αναγνωρίζουμε. Ένα ταλέντο που θα λέγαμε πως είναι κάπως πιο οικουμενικό, το οποίο ίσως να αποτελούσε και στοιχείο να διαιωνίσουμε στις επόμενες γενιές, είναι η τάση των ανθρώπων να κάνουν πως δεν βλέπουν.
Υπάρχει μια τεράστια και πολύ σημαντική διαφορά. Δεν γίνεται λόγος για κάποιο πρόβλημα, κάποια δυσλειτουργία, κάποια ικανότητα που εκλείπει. Αντίθετα, πρόκειται για μια δεξιότητα. Τα άτομα δεν είναι τυφλά και εκεί ακριβώς βρίσκουμε την ουσία. Τα άτομα κάνουν πως δεν βλέπουν. Προσποιούνται. Έχουν αντίληψη, έχουν επίγνωση των καταστάσεων και επιλέγουν να γυρνούν το κεφάλι από την άλλη μεριά, για να ξεφύγουν.
Ο πιο ισχυρός σεισμός, είναι η αδιαφορία μας για ό,τι δεν βιώνουμε και ό,τι δεν μας αφορά άμεσα. Και μετά, σκάει σαν βόμβα. Και όλοι, σαν να ξαφνιάζονται, σαν να μην ήξεραν τι συνέβαινε, σαν να μην είχαν επιλέξει να μην βλέπουν, σαν να μην είχαν γυρίσει το κεφάλι από την άλλη.
Όσο κρατάει ένα βεγγαλικό. Ακόμα και όταν ακούμε τον ήχο, πάντα η εικόνα μάς συναρπάζει. Ακόμα και όταν ξέρουμε τι πρόκειται να συμβεί, ξαφνιαζόμαστε με τη λάμψη και τρομάζουμε με τον κρότο. Και μετά, όταν τα φώτα ανάψουν ξανά, τα ξεχνάμε όλα. Και τη λάμψη και τα φώτα και τα βεγγαλικά και τον κρότο.
Είναι αστείο μερικές φορές το πόσο εύκολα μπορούμε να προσποιούμαστε. Μπορούμε να προσποιηθούμε τη χαρά, τη λύπη, την έκπληξη, τη λήθη. Σαν να μην συμβαίνει τίποτα ή σαν να συμβαίνουν τα πάντα.
Κανένα αισιόδοξο, αλλά ούτε και απαισιόδοξο μήνυμα αυτήν τη φορά Ας κρατήσει ο καθένας ό,τι θέλει, ό,τι του χρειάζεται ή ας γυρίσει το κεφάλι από την άλλη, ας βήξει αμήχανα ή ας κάνει πως δεν ακούει. Θα κάνουμε και εμείς σαν να μην συνέβη ποτέ, θα είναι για όλους πολύ πιο εύκολο. Μέχρι να ξαναρίξουν κάποιοι άλλοι βεγγαλικά και ξανά από την αρχή, να παίξουμε ένα καινούριο παραμύθι. Έκπληκτοι, αμήχανοι, σαν να το βιώνουμε πρώτη φορά.