Της Γεωργιάνας Τσίχλη,
Σε μία εποχή «κρίσης», όπως αυτή που διανύουμε, παρατηρείται έντονα το φαινόμενο της αύξησης των ποσοστών των χρηστών ναρκωτικών ουσιών με θεαματικoύς ρυθμούς, όπως προκύπτει και από τα λύματα, δεδομένου ότι κάποιοι από τους βασικότερους παράγοντες στροφής προς τα ναρκωτικά, και πολλές φορές και εξάρτησης από αυτά, είναι η οικονομική ανεπάρκεια, η αποτυχία εύρεσης εργασίας, η μη αποδοχή μειονοτήτων από το κοινωνικό σύνολο, η στέρηση ίσων ευκαιριών κ.ά. Άλλωστε οι εξαρτήσεις αποτελούν «ευαίσθητο δείκτη της οικονομικής κρίσης» και της «κοινωνικής κατάθλιψης», την οποία η τελευταία προκαλεί, όπως εύστοχα αναφέρει ο ψυχίατρος και συντονιστής υπηρεσιών του ΟΚΑΝΑ βορείου Ελλάδας Κωνσταντίνος Γαζγαλίδης.
Με λίγα λόγια, διαπιστώνεται ότι η αδυναμία αντιμετώπισης δύσκολων και έντονων καταστάσεων προκαλεί μία αίσθηση δυσφορίας, την οποία πολλά άτομα επιζητούν να απαλύνουν μέσα από τη χρήση ψυχοτρόπων ουσιών. Στον αντίποδα, για ορισμένα άτομα έχει παρατηρηθεί ότι αυτή η χρήση δύναται να είναι αποτέλεσμα αδυναμίας διαχείρισης, ακόμα και εύθυμων καταστάσεων, γεγονός που μάλλον προξενεί απορία.
Ωστόσο, όπως ανέφερε ο William Burroughs –εξαρτημένος από την ηρωίνη– στην αυτοβιογραφία του με τίτλο “Junky” και κεντρικό πρωταγωνιστή τον ίδιο, με το ψευδώνυμο “William Lee”, «Ναρκομανής γίνεσαι γιατί δεν έχεις ισχυρά αντικίνητρα που θα σε στρέψουν σε οποιαδήποτε άλλη κατεύθυνση».
Ας δούμε, όμως, πώς διακρίνονται τα διάφορα είδη ψυχοτρόπων ουσιών σε κατηγορίες, ανάλογα με διάφορα κριτήρια που θέτουν οι ειδικοί, όπως ισχύει σήμερα στην ελληνική πραγματικότητα.
Κατ’ αρχάς, βάσει του γράμματος της παρ. 1 και 2 του άρθρου 1 του Νόμου 4139/2013, για να θεωρείται μία ουσία ως ναρκωτική, πέρα από τις συγκεκριμένες ιδιότητες που ρητά ορίζονται στην παρ. 1 του ως άνω άρθρου, πρέπει υποχρεωτικά αυτή να εμπεριέχεται –με τη συγκεκριμένη μορφή– σε έναν από τους τέσσερις Πίνακες του άρθρου 1 του Ν.3459/2006.
Οι ψυχοτρόπες ουσίες, όπως αποκαλούνται από ειδήμονες στο χώρο των εξαρτήσεων, διακρίνονται κατ’ αρχήν (1) σε: Νόμιμες ή Παράνομες ανάλογα με την αντιμετώπισή τους από τον Νομοθέτη. Για παράδειγμα, η νικοτίνη και η αλκοόλη αποτελούν ουσίες, των οποίων η κατανάλωση επιτρέπεται, σε αντίθεση με την ηρωίνη και την κοκαΐνη των οποίων η χρήση απαγορεύεται από το ελληνικό δίκαιο. Όταν αναφερόμαστε στον όρο «ναρκωτικά» εννοούμε κατά βάση τις παράνομες ψυχοτρόπες ουσίες που κυκλοφορούν στην αγορά.
Δεδομένης της ανακάλυψης ολοένα και νέων εξαρτησιογόνων ουσιών, καθώς και της καλύτερης κατανόησης των επιδράσεών τους στον ανθρώπινο οργανισμό, η υπαγωγή σε διάφορες κατηγορίες δύναται να τροποποιείται ανά διαφορετικές χρονικές περιόδους, κατόπιν νομοθετικών παρεμβάσεων.
Διακρίνονται, επιπλέον, ανάλογα με τον τρόπο παρασκευής τους (2) σε: Φυσικά, Ημισυνθετικά και Συνθετικά, με τα πρώτα να μην είναι αποτέλεσμα χημικής επεξεργασίας (π.χ. καφεΐνη, κάνναβη κ.ά.), ενώ τα δεύτερα να είναι αποτέλεσμα ορισμένης χημικής επεξεργασίας. Εξ’ αυτών (ενν. των Ημισυνθετικών) ευρέως διαδεδομένα είναι η ηρωίνη και η κοκαΐνη. Τέλος, τα Συνθετικά, με πιο διαδεδομένα τα LSD, και την Aλπραζολάμη (Xanax), παρασκευάζονται στο εργαστήριο με τη χρήση χημικών και μερικές κατηγορίες αυτών μπορούν να προκαλέσουν σύντομες ή μόνιμες βλάβες, ενώ είναι γνωστά για τη δημιουργία παραισθήσεων, σύγχυσης και άλλων συναφών καταστάσεων.
Μια άλλη ενδιαφέρουσα διάκριση των παραπάνω ουσιών γίνεται με βάση το παραγόμενο αποτέλεσμα της χρήσης τους. Έτσι, χωρίζονται στις εξής κατηγορίες (3) σε: Κατασταλτικά του ΚΝΣ (Κεντρικού Νευρικού συστήματος), όπως είναι η αλκοόλη, Διεγερτικά του ΚΝΣ, με χαρακτηριστικά παραδείγματα την κοκαΐνης και καφεΐνη, Παραισθησιογόνα (π.χ. μανιτάρια), Πτητικά (π.χ. βενζίνες) και Designer drugs (π.χ. Chrystal meth). Μία ακόμη διάκριση γίνεται και στα προερχόμενα από κάνναβη με μερικά από αυτά να είναι τα εξής: η μαριχουάνα, το κανναβινέλαιο, το χασίς κ.α., των οποίων η περιεκτικότητα σε THC διαφέρει σημαντικά.
Στην Ελλάδα απαγορεύεται η χρήση και η διακίνηση ινδικής κάνναβης (cannabis indica) με δραστική ουσία την δέλτα–9–τετραϋδροκανναβινόλη (ή αλλιώς THC), ενώ υπό αυστηρές προϋποθέσεις επιτρέπεται η χρήση προϊόντων, τροφίμων –πλην παιδικών–, διατροφικών συμπληρωμάτων και καλλυντικών που προέρχονται από το είδος κάνναβης με όνομα «Cannabis Sativa L» με περιεκτικότητα σε ΤΗC έως 0,2 %, όπως ορίζεται στην παρ. 3 και επόμενες του άρθρου 1 του Ν.4139/2013. Συχνά, κανείς συναντά καταστήματα με προϊόντα που αναφέρουν τον όρο CBD (κανναβιδιόλη) τηρουμένης πάντα, από τον νόμο σαφώς, της περιορισμένης περιεκτικότητας.
Τέλος, τα ναρκωτικά διακρίνονται (4) σε: Μαλακά (Κάνναβη, Φύλλα Κόκας κ.α.) ή Σκληρά (Ηρωίνη – Κοκαΐνη κ.ά.), ανάλογα με την πρόκληση συγκρούσεων ανάμεσα στους ειδικούς.
Σημαντικό σε αυτό το σημείο είναι να τονιστεί αφενός πως καμία ναρκωτική ουσία δεν είναι ακίνδυνη, αφετέρου ότι η επικινδυνότητά της δεν ταυτίζεται με το επαχθέστερο ή μη της ποινικής αντιμετώπισης της από τον Νομοθέτη. Κρίσιμες είναι οι άμεσες συνέπειες χρήσης στην υγεία του λήπτη, καθώς και ο τρόπος λήψης (π.χ. από στόματος, ενέσιμα , από το ορθόν κ.ά.).
Άλλωστε, βάσει μελετών του ΟΚΑΝΑ, «το αλκοόλ σήμερα πιστεύεται ότι ευθύνεται για τους περισσότερους θανάτους από οποιαδήποτε άλλη εξαρτησιογόνο ουσία».
Τι συμβαίνει, ωστόσο, όταν μια ναρκωτική ουσία διακινείται στην αγορά από κάποιον γνωρίζοντας ότι η σύστασή της την καθιστά επικίνδυνη για πρόκληση σοβαρού προβλήματος υγείας ή ακόμη και θανάτου;
Ουσιώδες κρίνεται, στο σημείο αυτό, το γεγονός πως ο νομοθέτης προβλέπει στην παρ. 1α του άρθρου 23 του Ν.4139/2013, ως ιδιαίτερα διακεκριμένη μορφή διακίνησης, τη διακίνηση ουσιών που (λόγω της σύστασής τους) δύνανται να προκαλέσουν βαριά σωματική βλάβη ή θάνατο (κίνδυνος), και τελικά είτε πραγματώνεται ο κίνδυνος αυτός είτε προκαλείται επικίνδυνη σωματική βλάβη στην υγεία πολλών.
Είναι γεγονός πως όλα τα ναρκωτικά είναι επικίνδυνα. Το γεγονός, λοιπόν, ότι ο νομοθέτης προβλέπει επαχθέστερη αντιμετώπιση σε αυτού του είδους τη διακίνηση και απειλεί τον παραβάτη με ισόβια κάθειρξη ή με κάθειρξη τουλάχιστον 10 ετών, καθώς και με χρηματική ποινή από 50.000 μέχρι 600.000 ευρώ, οφείλεται στην ιδιοσυγκρασία της ουσίας, δηλαδή στην ιδιαίτερα νοθευμένη ή στην ασυνήθιστα καθαρή, η οποία αποτελεί από μόνης της μεγάλη πηγή κινδύνου για την υγεία αλλά και τη ζωή του χρήστη.
Ο δράστης, για να υπαχθεί στη διάταξη αυτή του Νόμου, θα πρέπει να έχει άμεσο δόλο πρώτου βαθμού για τη σύσταση της ουσίας, έστω ενδεχόμενο δόλο για την επικινδυνότητα αυτής και τουλάχιστον αμέλεια, για το επελθόν αποτέλεσμα. Πρόκειται για εκ του αποτελέσματος διακρινόμενο έγκλημα (άρ. 29 ΠΚ), γεγονός που σημαίνει ότι δεν απαιτείται δόλος του δράστη (δηλαδή γνώση και επιδίωξη/αποδοχή) για την βαριά σωματική βλάβη ή το θάνατο τρίτου ή την επικίνδυνη σωματική βλάβη (όπως προβλέπεται στον ποινικό κώδικα) στην υγεία πολλών.
Με τον όρο «πολλοί» στην τελευταία περίπτωση, κατά την άποψη της καθηγήτριας Ποινικού Δικαίου, Ε. Συμεωνίδου–Καστανίδου, νοούνται έστω και δύο άτομα –και δεν απαιτούνται παραπάνω για την πλήρωση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος– δεδομένου ότι η χρήση αυτού γίνεται απλώς και μόνο για να έρθει σε αντιδιαστολή με τον έναν «Τρίτο», στον οποίον επέρχεται η βαριά σωματική βλάβη ή ο θάνατος.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Ομιλία του Κωνσταντίνου Γαζγαλίδη, ψυχιάτρου και συντονιστή υπηρεσιών ΟΚΑΝΑ Βορείου Ελλάδος και Συντονιστή Διευθυντή Εξαρτήσεων Ψ.Ν.Θ, σε συνέδριο με τίτλο: «Οι εξαρτήσεις στη σκιά της οικονομικής κρίσης», Συνέδριο 18 άνω – ΨΝΑ /26-27/10109 Αθήνα
- «Ο Μπάροουζ κατηγορούμενος» Η πραγματικότητα της εξάρτησης από τα ναρκωτικά μέσα από το γυμνό γεύμα & το πρεζόνι του Ουίλιαμ Μπάροουζ», Δήμητρα Φρ. Σορβατζιώτη, αναπληρώτρια καθηγήτρια, /νομική σχολή, πανεπιστήμιο Λευκωσίας
- Στοιχεία για τις εξαρτησιογόνες ουσίες, okana.gr, διαθέσιμο εδώ
- Συνθετικά Ναρκωτικά, notodrugs.gr, διαθέσιμο εδώ
- «Εισαγωγή στην θεωρία των εξαρτήσεων», 2021 για το ΔΠΜΣ Ποινικό δίκαιο και εξαρτήσεις, του ψυχιάτρου και συντονιστή του ΟΚΑΝΑ Βορείου Ελλάδος και Συντονιστή Διευθυντή Εξαρτήσεων Ψ.Ν.Θ, Κώστα Γαζγαλίδη
- Κανναβιδιόλη, wikipedia.org, διαθέσιμο εδώ