Της Κυριακής Γκουργκούλη,
Τα παλιά χρόνια, τη γη εξουσίαζε ο Θεός που έφερε το όνομα «Γενναίο και Ορμητικό». Μια μέρα, ο Θεός κατέβηκε στη γη και έκατσε στις όχθες ενός ποταμού. Καθώς παρατηρούσε το όμορφο τοπίο, την προσοχή του τράβηξε ένα ξυλάκι που επέπλεε στο νερό. Το πήρε στα χέρια του και τότε κατάλαβε ότι επρόκειτο για ξυλάκι με το οποίο τρώνε οι άνθρωποι το φαγητό τους. Ενθουσιασμένος, ακολούθησε ανάποδα την πορεία του ποταμού και βρέθηκε σε ένα φτωχικό σπίτι στoυς πρόποδες ενός βουνού, όπου ζούσαν ένας γέροντας με τη γυναίκα του.
Το ζευγάρι υποκλίθηκε στον Θεό που τον έλεγαν «Γενναίο και Ορμητικό» και συστήθηκαν. Ο γέροντας ονομαζόταν «Άντρας Που Θεραπεύει Με Τα Πόδια Του» και η γυναίκα του, «Γυναίκα Που Θεραπεύει Με Τα Χέρια Της». Καθώς το ζευγάρι σέρβιρε στον Θεό το τσάι του, εκείνος πρόσεξε βαθιές ρυτίδες θλίψης στο πρόσωπο του άντρα και δάκρυα στα μάτια της γυναίκας. Πριν προλάβει να τους ρωτήσει τι είχε συμβεί, στο δωμάτιο μπήκε μια πανέμορφη κοπέλα.
Το ζευγάρι χαμογέλασε με πικρία και η γυναίκα σύστησε το κορίτσι ως την «Όμορφη Πριγκίπισσα», τη μοναχοκόρη τους. Στην τελευταία αυτή λέξη η γυναίκα ξέσπασε σε λυγμούς. Ο Θεός θορυβημένος ρώτησε τη γυναίκα γιατί θρηνούσε. Τότε, ξεκίνησε η αφήγηση μιας φριχτής ιστορίας. Το ζευγάρι είχε στην πραγματικότητα οχτώ κόρες, τις εφτά, όμως, είχε καταβροχθίσει το φίδι με τα οχτώ κεφάλια, ένα τέρας τόσο τρομερό που το σώμα του απλωνόταν σε οκτώ λόφους και οκτώ κοιλάδες. Ένα τέρας με μάτια εξογκωμένα και κατακόκκινα, ένα τέρας που στη ράχη του φύτρωναν βρύα και ψηλά δέντρα και που, καθώς σερνόταν, η γη σειόταν ολόκληρη.
Ο Θεός, συγκλονισμένος από αυτή την περιγραφή, ζήτησε την άδεια από το ζευγάρι να θέσει την «Όμορφη Πριγκίπισσα» υπό την προστασία του. Το ζευγάρι δέχτηκε και ο Θεός μεταμόρφωσε την κοπέλα σε χτένα από ελεφαντοστό, την οποία και κάρφωσε στα μαλλιά του. Στη συνέχεια, στράφηκε προς τον «Άντρα Που Θεραπεύει Με Τα Πόδια Του» και τον ρώτησε αν ήξερε να φτιάχνει μπύρα από ρύζι. Ο άντρας έγνεψε καταφατικά και ο Θεός τους εξήγησε το σχέδιό του. Τους ζήτησε να ζυμώσουν τη μπύρα οκτώ φορές, ώστε να γίνει πολύ δυνατή και να κατασκευάσουν ένα κυκλικό τείχος γύρω από το σπίτι τους. Το τείχος θα είχε οκτώ εισόδους και σε κάθε είσοδο θα υπήρχε μία πλατφόρμα στην οποία θα τοποθετούνταν τα οκτώ μπολ μπύρας. Όταν οι ετοιμασίες αυτές ολοκληρώθηκαν, το μόνο που έμενε ήταν να περιμένουν την άφιξη του φιδιού.
Σε λίγο, ο Θεός και το ζευγάρι ένιωσαν τη γη να τρέμει· το «Φίδι Με Τα Οκτώ Κεφάλια» ήταν κοντά. Παραξενευμένο από την περίεργη κατασκευή, το τείχος με τις οκτώ πύλες, το τέρας κινήθηκε προς τα εκεί και πέρασε κάθε ένα από το οκτώ κεφάλια του σε μία πύλη. Ρούφηξε λαίμαργα τη μπύρα και αυτό το ζάλισε τόσο, που εξουθενωμένο και μπερδεμένο το φίδι αποκοιμήθηκε μέσα στο τείχος. Αυτό εκμεταλλεύτηκε ο Θεός, ο οποίος κάρφωσε το φίδι οκτώ φορές στο σώμα του. Το αίμα του κύλησε, κόκκινο και πηκτό, δημιουργώντας οκτώ ρυάκια που έβαψαν τον ποταμό στο χρώμα του δειλινού. Το ζευγάρι και η κόρη τους ήταν επιτέλους ελεύθεροι. Ο Θεός έδωσε στην κοπέλα ξανά τη μορφή της και την παντρεύτηκε, ενώ όρισε τους γονείς της ιερείς του ναού του.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Kikuko Hirafuji, (2020), Yamata-no-Orochi-The Eight-headed, Eight-tailed Serpent, Διαθέσιμο εδώ
- Shimane, The Legend of The Yamata-no-Orochi, Διαθέσιμο εδώ