Της Χριστίνας Κομνηνού,
Ο Μεσαίωνας αποτελεί μία από τις τρεις περιόδους της Ιστορίας, η οποία διαιρείται σε αρχαία, μεσαιωνική και νεότερη από τους ιστορικούς. Η φεουδαρχία ταυτίζεται, κυρίως, με τη δυτική μεσαιωνική ιστορία, της οποίας αποτελεί και ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της. Ο όρος «Μεσαίωνας» χωρίζει την κλασική αρχαιότητα από τη «σύγχρονη» εποχή και αποδίδεται μεσαιωνική προέλευση σε όποιο στοιχείο των αιώνων θεωρείται αναχρονιστικό. Τα μεγαλύτερα συνταγματικά κείμενα της Μεσαιωνικής Ευρώπης, όπως ήταν η αγγλική Μεγάλη Χάρτα (Magna Carta), μνημονεύονταν ως θεμελιώδεις νόμοι από την πρώτη στιγμή που τέθηκαν σε ισχύ.
Ειδικότερα, στην Αγγλία και τη Γαλλία, η πολιτική οργάνωση της εξουσίας, που θα καθιστούσε εφικτό τον σχηματισμό του κράτους, ξεκίνησε να δοκιμάζεται. Ανάμεσα σε αυτές τις δύο χώρες (Αγγλία–Γαλλία), τον 13ο αιώνα, σημειώθηκαν αρκετοί πόλεμοι για την κατάκτηση εδαφών. Ειδικότερα, το ίδιο διάστημα η Αγγλία εμπλέκεται σε πολλές στρατιωτικές επιχειρήσεις για την κατάκτηση και προσάρτηση εδαφών, που οδηγούν σε βίαιες εσωτερικές συγκρούσεις. Χάνει τα πέρα από τη Μάγχη εδάφη της και, έτσι, ο Βασιλιάς Ιωάννης αποκτά το προσωνύμιο Ακτήμων, κάτι που προκαλεί αντιβασιλικές εξεγέρσεις, καθώς οι πόλεμοι είχαν ταλανίσει τους άρχοντες και η φορολογία ήταν επαχθής. Με βάση αυτές τις εξεγέρσεις, το 1215, οι βαρόνοι, οι αστοί και ο κλήρος επιβάλλουν στον Ιωάννη Ακτήμονα να υπογράψει τη Μεγάλη Χάρτα (Magna Carta), ιστορικά τον πρώτο συνταγματικό τύπο κειμένου, ο οποίος αναφέρει πως ο Βασιλιάς δε θα μπορούσε να επιβάλλει νέους φόρους χωρίς την έγκριση των χωροδεσποτών, των αντιπροσώπων του κλήρου και των κοινοτήτων των πόλεων.
Η Magna Carta θεωρείται ένα από τα πιο σημαντικά έγγραφα στην Ιστορία της Δημοκρατίας και του κράτους δικαίου. Η αγγλική κοινωνία βρισκόταν σε κρίσιμο σημείο ανάμεσα στη βασιλική εξουσία και τους εξουσιαστικούς παράγοντες, διότι το 1265 ο Βασιλιάς δέχθηκε να συγκροτήσει ένα είδος «κοινοβουλίου», που βασικά στελέχη θα ήταν οι βαρόνοι, οι κατώτεροι υποτελείς και ο κλήρος. Γενικότερα, τον 13ο αιώνα, οι Άγγλοι βαρόνοι εναντιώνονταν στον μονάρχη, ζητώντας τη διεκδίκηση της συμμετοχής στην εξουσία, κάτι που δε λειτουργούσε πάντα και ο Βασιλιάς επιβαλλόταν ως ο μοναδικός παράγοντας, κοινωνικός και πολιτειακός, που εγγυόταν την ενότητα και την τάξη. Οι πολιτικές και κοινωνικές συγκρούσεις στην Αγγλία του 13ου αιώνα καθιέρωσαν έναν νέου τύπου συσχετισμό δυνάμεων στο επίπεδο άσκησης εξουσίας. Οι Βασιλείς της Αγγλίας και της Γαλλίας εδραίωσαν τη δύναμή τους και δημιούργησαν θεσμούς διακυβέρνησης που χρονικά άντεξαν.
Οι Βασιλείς της Γαλλίας συνέχισαν, από την άλλη πλευρά, να περιορίζουν την ισχύ των ευγενών, προσέθεσαν νέα εδάφη στη βασιλική σφαίρα επιρροής και συγκέντρωσαν στα χέρια τους τη διοίκηση. Ουσιαστικά, τα προβλήματα των Γάλλων ήταν παρόμοια με εκείνα των Άγγλων. Οι ρυθμίσεις και τα αποτελέσματα ήταν, όμως, διαφορετικά σε πολλά σημεία. Ο Φίλιππος Αύγουστος (1180–1223) πενταπλασίασε την έκταση των βασιλικών εδαφών, αφαιρώντας μεταξύ 1202–1205 από τον Ιωάννη Ακτήμονα τις ηπειρωτικές κτήσεις της Αγγλίας. Είναι και εκείνος που κάνει οριστικά πρωτεύουσα το Παρίσι. Το όνομα της Γαλλίας χρησιμοποιήθηκε ανεπίσημα από το 1190 και επίσημα από το 1204, όταν ο Φίλιππος Αύγουστος άρχισε να χρησιμοποιεί τον όρο rex Franciae (Βασιλιάς Γαλλίας), αντί rex Francorum (Βασιλιάς Φράγκων). Μέχρι τις αρχές του 14ου αιώνα, τα εδάφη που περιλήφθηκαν στη δικαιοδοσία της Γαλλίας αυξήθηκαν σημαντικά. Με τη βασιλεία του Λουδοβίκου Θ΄, τέθηκαν βάσεις για ισχυροποίηση της βασιλικής εξουσίας, κάτι που αποτέλεσε μία από τις κύριες φροντίδες των διαδόχων της δυναστείας των Καπετιδών.
Όπως και στην Αγγλία, έτσι και στη Γαλλία, ο Βασιλιάς θα δημιουργήσει θεσμούς της βασιλικής εξουσίας, αφαιρώντας αρμοδιότητες και διεκδικητικές δυνατότητες από ισχυρούς φεουδάρχες, θα δημιουργηθεί και εκεί ένα είδος κοινοβουλίου από αντιπροσώπους των υποτελών του βασιλέα, και, ακόμα, θα οργανωθεί και στην Αυλή μια οικονομική υπηρεσία για τη διαχείριση οικονομικών του ίδιου του βασιλείου. Η «δόξα» της βασιλικής εξουσίας συνεχίστηκε έως το τέλος του αιώνα, όπου και εκδηλώθηκαν οι επιπτώσεις τη πολιτικής που αποσκοπούσε στη δημιουργία ενός πανίσχυρου βασιλείου, η οποία ήταν, σαφώς, πολυδάπανη.
Καταληκτικά, οποιεσδήποτε λαϊκές εξεγέρσεις συνέβησαν στον 13ο–14ο αιώνα, τις εκμεταλλεύτηκαν οι φεουδάρχες, με σκοπό την αποδυνάμωση της βασιλικής εξουσίας, εξαιτίας της οποίας είχαν αποκοπεί από τη διαχείριση κρατικών υποθέσεων.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Κρεμμυδάς, Βασίλης & Πισπιρίγκου, Φούλα (1985), Ο μεσαιωνικός κόσμος, Βυζάντιο, μουσουλαμανικός κόσμος, ευρωπαϊκή φεουδαρχία. Αθήνα: Εκδόσεις «γνώση».
- Bartlett, Robert (2000), England Under the Norman and Angevin Kings: 1075–1225, Oxford: Clarendon Press.