Του Μάριου Κριτίδη,
Όταν σκεφτόμαστε εμπόριο και παραγωγή ναρκωτικών, για πολύ κόσμο ο συνειρμός τους ταξιδεύει στη Λατινική Αμερική και το Μεξικό. Τόσο η δημοφιλής κουλτούρα όσο και η πραγματικότητα έχει διαμορφώσει την εικόνα αυτή για τις χώρες της Λατινικής και της Κεντρικής Αμερικής. Κολομβία και Μεξικό είναι ιστορικά «πρωτοπόροι» της παραγωγής και της διακίνησης των ουσιών που εδώ και δεκαετίες προκαλούν σοβαρά προβλήματα στους πληθυσμούς πολλών δυτικών χωρών.
Η παραγωγή και η διακίνηση ναρκωτικών, όμως, δεν είναι ένα φαινόμενο που περιορίζεται μόνο στην Αμερικανική Ήπειρο. Στη νοτιοανατολική Ασία, τρεις χώρες (Μιανμάρ, Λάος, Ταϊλάνδη) συγκροτούν το λεγόμενο «Χρυσό Τρίγωνο». Στην περιοχή αυτή, η οποία πέφτει σε μεγάλο βαθμό πάνω στα σύνορα μεταξύ των χωρών, το τροπικό κλίμα, η δύσβατη βαθιά ζούγκλα και οι πλωτοί ποταμοί δημιουργούν τις κατάλληλες συνθήκες για την καλλιέργεια και τη διακίνηση οπίου και άλλων ναρκωτικών ουσιών, μακριά και με ασφάλεια από οποιαδήποτε κρατική αρχή. Οι ευνοϊκές αυτές συνθήκες είναι παρόμοιες με αυτές που ανέδειξαν την καλλιέργεια και το εμπόριο αυτών των προϊόντων και στις χώρες της Κεντρικής και της Λατινικής Αμερικής.
Η παραγωγή οπίου στην περιοχή αυτή ήταν για πολλά χρόνια πρώτη στον κόσμο, με τη Μιανμάρ να αποτελεί τη μεγαλύτερη χώρα-παραγωγό οπίου, μέχρι να «εκθρονιστεί» τη δεκαετία του 2010 από το Αφγανιστάν, που πλέον αποτελεί τον κύριο παραγωγό οπιούχων ναρκωτικών στον κόσμο. Η αλλαγή αυτή έγινε εκείνη την περίοδο τόσο εξαιτίας της ανόδου της καλλιέργειας της οπιούχας παπαρούνας στο Αφγανιστάν, καθώς και εξαιτίας μίας μακράς περιόδου παρακμής της παραγωγής στο Χρυσό Τρίγωνο.
Η οικονομική σταθερότητα, καθώς και κάποιες πολιτικές πρωτοβουλίες, μετουσίωσαν τις αγροτικές δραστηριότητες της περιοχής από την καλλιέργεια οπίου σε άλλου είδους νόμιμων πλέον προϊόντων, όπως καφές και τσάι. Έτσι, λοιπόν, από το 2013 μέχρι το 2021, η παραγωγή οπίου μειώθηκε κατά το ήμισυ, δημιουργώντας ελπίδες για ένα βιώσιμο και κερδοφόρο μοντέλο αγροτικής παραγωγής για τις χώρες αυτές, απομακρυσμένη από τα καρτέλ και το λαθρεμπόριο.
Καταιγιστικές εξελίξεις, όμως, θα έρθουν από το 2020 και έπειτα και θα γκρεμίσουν τα κεκτημένα των προηγούμενων ετών. Το Γραφείο Ναρκωτικών και Εγκλημάτων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (UNODC), σύμφωνα με πρόσφατη έρευνά του στο Χρυσό Τρίγωνο, παρατηρούν αλματώδη επιστροφή της καλλιέργειας οπίου και αναγέννηση του παράνομου εμπορίου στην περιοχή. Συγκεκριμένα, το διάστημα 2021–2022, η παραγωγή οπίου σχεδόν διπλασιάστηκε από 423 μετρικούς τόνους το 2021, σε 790 το 2022. Η ραγδαία αυτή αύξηση αποτελεί μοτίβο μόλις των τελευταίων 2 ετών, καθώς η παραγωγή την περίοδο 2019–2020, είχε βρεθεί στο ιστορικό χαμηλό των 400 μετρικών τόνων, ενώ πλέον η περσινή παραγωγή «φλερτάρει» με το ρεκόρ και την κορύφωση του 2013, στους 870 μετρικούς τόνους.
Κύριες αιτίες αυτής της ανόδου αποτέλεσαν τόσο οι οικονομικές αναταραχές που προκάλεσε η Πανδημία παγκοσμίως, όμως ο κύριος παράγοντας ήταν το πραξικόπημα του 2021 στη Μιανμάρ. Το πραξικόπημα οδήγησε στην αποσταθεροποίηση της χώρας και σε έναν ακήρυχτο εμφύλιο πόλεμο μεταξύ των εσωτερικών πληθυσμών της χώρας. Η αποσταθεροποίηση έδωσε έδαφος στις εγκληματικές οργανώσεις και στους διακινητές να επανεκκινήσουν τις δραστηριότητές τους στο Χρυσό Τρίγωνο, στο τμήμα της Μυανμάρ, πολλές φορές εξαναγκάζοντας αδύναμους γεωργούς να επιστρέψουν στην καλλιέργεια οπίου.
Οι εξελίξεις αυτές απαιτούν περεταίρω έρευνα και επίβλεψη από τις υπεύθυνες αρχές για τον πιθανό έλεγχο της κατάστασης, η οποία, όπως φαίνεται, τροφοδοτείται από την αστάθεια τόσο της περιοχής όσο και της κοινωνίας παγκοσμίως, όπου η ραγδαία αύξηση της χρήσης ναρκωτικών δημιουργεί ένα νέο ισχυρό κύμα ζήτησης, το οποίο οι διακινητές θα σπεύσουν να καλύψουν και να εκμεταλλευτούν.