Του Γιώργου Δρακόπουλου,
Το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής βρίσκεται εδώ και πολλές δεκαετίες στο τραπέζι των συζητήσεων μεταξύ πολιτικών, περιβαλλοντολόγων, οικονομολόγων και πολλών άλλων επιστημόνων. Την περίοδο, μάλιστα, που διανύουμε, βιώνουμε περισσότερο από ποτέ αυτή την αλλαγή στο περιβάλλον, βλέποντας ήδη κάποιες επιπτώσεις στην καθημερινή μας ζωή. Αναμφισβήτητα, αποτελεί ένα από τα πιο φλέγοντα ζητήματα που έχουν να αντιμετωπίσουν οι φορείς χάραξης πολιτικής, από τους οποίους απαιτείται να βρεθούν λύσεις άμεσα, οι οποίες επίσης να είναι και αποτελεσματικές.
Ωστόσο, στην πραγματικότητα η «πράσινη» μετάβαση δείχνει να είναι μια πολύ δύσκολη διαδικασία, καθώς χρειάζεται τον συντονισμό όλων των οργανισμών και των ατόμων της κοινωνίας για την υλοποίησή της. Οι Κυβερνήσεις έχουν ήδη προχωρήσει σε μια «κούρσα» επιδοτήσεων, με σκοπό να κατευθύνουν τους επιχειρηματίες προς τις «πράσινες» επενδύσεις, θέτοντας σε κίνδυνο τη δημοσιονομική σταθερότητα των κρατών τους. Νομίζω πως γίνεται (σχεδόν) από όλους μας αντιληπτή η επιτακτική ανάγκη που υπάρχει για μια άρτια και άμεση μετάβαση, στοχεύοντας στην επίτευξη ενός καλύτερου και πιο βιώσιμου μέλλοντος για τις επόμενες γενεές.
Μεγάλο εμπόδιο στην «πράσινη» μετάβαση αποτελούν οι μικρές αποδόσεις (πάντα σε σχέση με τον κίνδυνο) που παρουσιάζονται πολλές φορές στις «καθαρές» επιχειρηματικές δραστηριότητες, με αποτέλεσμα να μην προσελκύονται αρκετά κεφάλαια και να τις αποφεύγουν οι επιχειρήσεις λόγω των μικρών περιθωρίων κέρδους και επέκτασης του πλούτου τους. Σε αυτό το σημείο, μπορεί να βοηθήσει σημαντικά ο τομέας της λογιστικής. Αποτελεί την επιστήμη που προσφέρει πληροφορίες στους λήπτες αποφάσεων εντός της οικονομίας, ενώ μέσω αυτής οι επιχειρήσεις συμμορφώνονται σε σημαντικό βαθμό με το κανονιστικό πλαίσιο, ώστε να εκπέμπουν αξιοπιστία.
Ένας ορισμός που μπορούμε να δώσουμε στη λογιστική είναι: «Ο επιστημονικός κλάδος που ασχολείται με την παροχή χρηματοοικονομικών πληροφοριών για την ενημέρωση όλων των ενδιαφερομένων για τις οικονομικές μονάδες, την υποβοήθηση της διοίκησης και της λειτουργίας των οικονομικών μονάδων και τη διευκόλυνση οικονομικής και κοινωνικής σημασίας δραστηριοτήτων» (βλ. Απόστολος Α. Μπάλλας, Δημοσθένης Λ. Χέβας, Χρηματοοικονομική Λογιστική, Εκδόσεις Μπένου / Θανοπούλου, 1996, τεύχος Β’, σελ. 24).
Πιο συγκεκριμένα, μέσω της Χρηματοοικονομικής Λογιστικής, η οποία παρέχει πληροφορίες κυρίως σε τρίτους ενδιαφερόμενους (πιστωτές, επενδυτές, αναλυτές κ.ά.) για την οικονομική θέση, την απόδοση και τις ταμειακές ροές μιας επιχείρησης, μπορεί να καταγραφεί το αποτύπωμα που αφήνουν οι οικονομικές δραστηριότητες της επιχείρησης στο περιβάλλον. Ουσιαστικά, στις οικονομικές καταστάσεις των εταιρειών υπάρχει η δυνατότητα να καταγράφονται προβλέψεις για τον αντίκτυπο που έχουν οι επιχειρηματικές τους ενέργειες στη φύση, αναγκάζοντας τη διοίκηση της επιχείρησης να είναι πιο προσεκτική. Επίσης, αυτό θα βοηθούσε σημαντικά και στη δουλειά των ρυθμιστικών αρχών και των ανεξάρτητων ελεγκτών, ώστε να ελέγχουν καλύτερα τις επιχειρήσεις ως προς αυτόν τον τομέα, ενώ ταυτόχρονα θα κάνει πιο ευδιάκριτο για τους επενδυτές το που επενδύουν.
Με αφορμή κάποιες πρόσφατες διεθνείς συμφωνίες για το περιβάλλον (COP27, COP15 κ.ά.), οι καθηγητές λογιστικής Paolo Quattrone και Ariela Caglio σε έκθεσή τους πρότειναν μια πλήρη επανεξέταση της εταιρικής διακυβέρνησης, της καταγραφής πληροφοριών μέσω της λογιστικής, καθώς και του λογιστικού ελέγχου, με σκοπό να συμπεριληφθεί η παράμετρος της φύσης. Πρακτικά, περιλαμβάνοντας ποσοτικά το πως επηρεάζεται η φύση από τις δραστηριότητες της εταιρείας στον ισολογισμό της, οι εταιρείες αυτόματα θα συνεισφέρουν στην «πράσινη» μετάβαση πιο ουσιαστικά, απλά προσπαθώντας να βελτιώσουν την καθαρή τους θέση και τις οικονομικές τους εκθέσεις. Σύμφωνα με τον καθηγητή Caglio, «Η προσέγγιση αυτή θα ενθάρρυνε τις εταιρείες να εξετάσουν συνειδητά τα μέσα και όχι μόνο τους σκοπούς… Ένα τέτοιο σύστημα θα εξουσιοδοτούσε τους λογιστές να γίνουν ένας από τους μεγαλύτερους υποστηρικτές και οδηγούς για τη διαφύλαξη, την επισκευή και την αναβίωση της βιοποικιλότητας».
Εν κατακλείδι, γίνεται αντιληπτή η σημασία της λογιστικής επιστήμης στον χώρο των επιχειρήσεων, αλλά και ευρύτερα για την κοινωνία. Μπορεί, όπως είδαμε, να αποτελέσει ένα ισχυρό εργαλείο για την «πράσινη» μετάβαση, που όμως πρέπει να χρησιμοποιηθεί ουσιαστικά και όχι μόνο για την «καλή» εικόνα των επιχειρήσεων. Για παράδειγμα, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που E.S.G. επενδύσεις στην πραγματικότητα είναι αρκετά λιγότερο «πράσινες» απ’ ό,τι παρουσιάζονται στο επενδυτικό κοινό, ώστε να ενισχύσουν τις αποδόσεις τους (σε σχέση με τον λαμβανόμενο κίνδυνο) και να προσελκύσουν περισσότερα κεφάλαια. Για αυτό χρειάζεται να θεσμοθετηθεί ένα ξεκάθαρο νομικό πλαίσιο, που να μη δίνει περιθώρια στις επιχειρήσεις να παρακάμπτουν τις κοινωνικές τους –στη συγκεκριμένη περίπτωση περιβαλλοντολογικές– υποχρεώσεις. Μην ξεχνάμε πως η λογιστική είναι μια κοινωνική επιστήμη, σκοπός της οποίας αποτελεί η προοδευτική αλλαγή της κοινωνίας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- ‘Accountants can save the world’: How financial reports could give nature a voice, euronews.com, διαθέσιμο εδώ