13.7 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΚοτύωρα ή Ορντού: Μια ποντιακή πόλη

Κοτύωρα ή Ορντού: Μια ποντιακή πόλη


Της Χρυσοβαλάντου Μανουσαρίδου,

Τα Κοτύωρα ή αλλιώς με τη μεταγενέστερη ονομασία, Ορντού, είναι μια παράκτια πόλη στα νότια του Εύξεινου Πόντου, ανατολικά της Σινώπης και ανάμεσα στις δύο ίσως γνωστότερες ποντιακές πόλεις, τη Σαμψούντα και την Τραπεζούντα. Πρόκειται για έναν οικισμό που κατοικούνταν από Έλληνες, ωστόσο σήμερα ανήκει στην Τουρκία. Το όνομα της πόλης επικράτησε να είναι Κοτύωρα, αν και πολλές μαρτυρίες αποκαλύπτουν ένα πλήθος αρχικών ονομασιών που μοιάζουν πολύ με τη σημερινή ονομασία. Εκτός από το όνομα Κοτύωρα, που αναφέρεται από τον Αρριανό και τον Διόδωρο, ονομασίες όπως «Κοτύωρον», «Κύτωρα», «Κυτέωρον» και “Cytorus”  μνημονεύονται ως διαφορετικά ονόματα για την ίδια πόλη. Η σημερινή, ωστόσο, ονομασία Ορντού, προέρχεται από την τουρκική λέξη “ordu”, που σημαίνει στρατός. Ενδεχομένως, η πόλη να ονομάστηκε έτσι μεταγενέστερα από τους Τούρκους, επειδή ο στρατός του Μωάμεθ Β΄ στρατοπέδευσε εκεί πριν την τελική επίθεση στην Τραπεζούντα. Ο αρχαιολόγος Μπιγκλέ Ουμάρ υποστηρίζει ότι το όνομα Ορντού αποτελεί παραφθορά του αρμένικου «ορτί», που προέρχεται από εκκλησία του Ιησού Χριστού.

Στο σημείο αυτό, θα αναφερθούμε στο ιστορικό υπόβαθρο της πόλης, η  ύπαρξη της οποίας μαρτυρείται ήδη από τον 5ο-4ο αιώνα π.Χ. Ήταν μια ελληνική πόλη, αποικία της Σινώπης με Έλληνες πολίτες. Το 183-182 π.Χ., τα Κοτύωρα και η Κερασούντα καταλαμβάνονται από τον Φαρνάκη Α΄ και πλέον υπάγονται στο βασίλειο του Πόντου, παύοντας να είναι ανεξάρτητες. Μετά από αυτό το γεγονός, η πόλη παρήκμασε σημαντικά. Στα βυζαντινά χρόνια, ελάχιστες έως μηδαμινές είναι οι πληροφορίες που μας έχουν διασωθεί, επομένως είναι εύλογο να συμπεράνουμε ότι ο οικισμός είχε εγκαταλειφθεί μερικώς ή υποβαθμιστεί. Ωστόσο, η ύπαρξη μέχρι τον 19ο αιώνα ενός φρουρίου στην Ορντού υποδεικνύει ότι η πόλη δεν είχε εντελώς παρακμάσει.

Η εκκλησία της Υπαπαντής του Ιησού Χριστού στα Κοτύωρα. Πηγή εικόνας: xronikadramas.gr

Κατά τον 19ο αιώνα, σημειώνεται μια πληθυσμιακή ανανέωση των Κοτυώρων με την άφιξη κατοίκων από την ενδοχώρα της Χαλδίας, αναγεννώντας, έτσι, τον παλιό οικισμό. Ο πληθυσμός, όπως παρατηρείται, αυξάνεται σημαντικά. Μέχρι τον 20ο αιώνα, τα Κοτύωρα αριθμούν 12.000 κατοίκους, οι 6.000 εκ των οποίων ήταν Έλληνες και οι υπόλοιποι 6.000 Τούρκοι και Αρμένιοι. Η ανάπτυξη του εμπορίου στην περιοχή αποτελεί σαφώς τον κυριότερο λόγο της πληθυσμιακής αύξησης. Οι Έλληνες, που μέχρι πρότινος στήριζαν την οικονομία τους στη γεωργία, την κτηνοτροφία και την αλιεία, αναλαμβάνουν πια σημαντικό ρόλο στην παραγωγή και το εμπόριο της πόλης, αποκτώντας οικονομική επιφάνεια και συνιστώντας την αστική τάξη της πόλης. Στα Κοτύωρα υπήρχαν τρεις συνοικίες: της Υπαπαντής, του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Νικολάου, καθεμία με δική της εκκλησία. Η συνοικία του Αγίου Νικολάου ήταν μεταγενέστερη, ενώ της Υπαπαντής ήταν η πιο πλούσια και εκεί υπήρχαν πολλά αρχοντικά σπίτια. Με δωρεές πλουσίων Ποντίων ιδρύθηκαν διάφορες σχολές, τετρατάξιο γυμνάσιο λειτούργησε με κοινοτικούς πόρους και γενικότερα υπήρχε μια ανάγκη και προσπάθεια για πνευματική ανάπτυξη των πολιτών. Το 1908 αρχίζουν να ανεβαίνουν διάφορες ελληνικές παραστάσεις και έργα, ενώ το 1912 λειτουργεί ο πρώτος κινηματογράφος.

Εμπόδιο στην εξέλιξη της πόλης και των κατοίκων της στάθηκε φυσικά ο πόλεμος και οι επιθέσεις. Το 1917, η Ρωσία βομβάρδισε την πόλη και μετέφερε πολλούς Κοτυωρίτες στα εδάφη της. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, οι Τούρκοι αυτή τη φορά αρχίζουν τους διωγμούς, από τους οποίους μόνο 2.500 Έλληνες κατάφεραν να σωθούν, καταφεύγοντας στον Καύκασο ή στην Τραπεζούντα. Με την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1923, όσοι Κοτυωρίτες διασώθηκαν, έφυγαν για την Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα, τον Πειραιά, το Κιλκίς, τις Σέρρες, τη Δράμα, την Καβάλα, τα Γιαννιτσά και τη Θεσσαλονίκη.

Πηγή εικόνας: pontosnews.gr

Αν αποφασίσει κάποιος σήμερα να επισκεφθεί την Ορντού, αναμφίβολα θα πρέπει να περάσει μια βόλτα από την εκκλησία της Υπαπαντής. Είναι χτισμένη ακριβώς μπροστά στη θάλασσα, επιβλητική και αρχοντική. Σήμερα λειτουργεί σαν μουσείο και είναι επισκέψιμη. Άλλο ένα αξιόλογο αξιοθέατο είναι η Ψωμιάδειος Σχολή, που χτίστηκε το 1870 από τον Κώστα Σ. Ψωμιάδη και λειτουργούσε ως ημιγυμνάσιο, παρέχοντας μόρφωση σε περίπου 350 μαθητές. Φυσικά, η πόλη σήμερα διαθέτει σύγχρονα μαγαζιά και μέρη για να απολαύσει κανείς το ταξίδι του, αλλά μια ματιά σε ό,τι απέμεινε από την παλιά πόλη μπορεί να μας μεταφέρει την πρωτότυπη ποντιακή αίγλη, την οποία μόνο από διηγήσεις μπορούμε να ασπαστούμε δυστυχώς.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Κιζιρίδου, Θωμαΐς (2021), Κοτύωρα: Η σύγχρονη Ορντού με τον επιβλητικό ναό της Υπαπαντής του Χριστού, Διαθέσιμο εδώ
  • Πολατίδης, Βασίλειος, Κοτύωρα (Ορδού) Ordu Πόντου, Ιστορία, Γεωγραφία, Οικονομία, Διοίκηση, Διαθέσιμο εδώ
  • Xalkidiki Politiki (2020), Αφιέρωμα στα Κοτύωρα- Ορντού, Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χρυσοβαλάντου Μανουσαρίδου
Χρυσοβαλάντου Μανουσαρίδου
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1999, έλκοντας την καταγωγή της από το Πρόχωμα Χαλκηδόνας όπου και μεγάλωσε. Είναι τελειόφοιτη φοιτήτρια στο Τμήμα Φιλολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ενώ παράλληλα εργάζεται στην ιδιωτική εκπαίδευση. Γνωρίζει άριστα αγγλικά και κατέχει βασικές γνώσεις ισπανικών. Στον ελεύθερό της χρόνο διαβάζει βιβλία και παίζει τένις.