Της Κλεάνθης Απόστολου,
Ο όρος «ψυχική ανθεκτικότητα» ήταν και παραμένει το επίκεντρο διαφόρων ερευνών στον τομέα της ψυχολογίας. Ειδικοί αναπτυξιακοί ψυχολόγοι, εδώ και αρκετά χρόνια, παρατηρούσαν ότι άτομα με «αυξημένο κίνδυνο» εκδήλωσης παραβατικών ή ψυχολογικά ασταθών συμπεριφορών, οδηγούνταν σε μία ακέραιη στάση απέναντι στη ζωή, αφού επιτύγχαναν στους περισσότερους τομείς της! Κατά καιρούς, έχουν χρησιμοποιηθεί στη βιβλιογραφία διάφοροι ορισμοί για την περιγραφή των ανθρώπων που τα κατάφερναν παρά τις αντιξοότητες, όπως «άτρωτοι» ή «με αντίσταση στο στρες». Ο όρος ψυχική ανθεκτικότητα (resilience) ήταν τελικά αυτός που κυριάρχησε για την περιγραφή αυτών των ατόμων.
Η ψυχική ανθεκτικότητα γενικά αναφέρεται σε μια κατηγορία καταστάσεων που χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενους τύπους θετικής προσαρμογής στο πλαίσιο σημαντικών αντιξοοτήτων ή επικίνδυνων καταστάσεων. Δηλαδή, περιγράφει τη δυναμική διαδικασία της θετικής προσαρμογής, παρά την ύπαρξη δύσκολων και αντίξοων συνθηκών και παρά την έκθεση σε παράγοντες επικινδυνότητας. Για να γίνει αντιληπτό εάν ένα άτομο εμφανίζει έντονα σημάδια αυτής της ψυχολογικής κατάστασης, πρέπει να ληφθεί υπόψη η αξιολόγηση δύο διαστάσεων. Αρχικά, το κατά πόσο το άτομο αυτό τα έχει «καταφέρει στη ζωή του» (πρώτη διάσταση), συγκρίνοντας τις αναμενόμενες στάσεις και συμπεριφορές που θα υπήρχε μεγάλη πιθανότητα να αναπτύξει με το πέρας του χρόνου, καθώς και τον βαθμό έκθεσης σε προβληματικές συνθήκες ή έντονα δυσάρεστες εμπειρίες στο παρελθόν ή ανά τακτά χρονικά διαστήματα (δεύτερη διάσταση).
Τελικά, για να γίνει αντιληπτό, τι θεωρείται θετική προσαρμογή και παράγοντες επικινδυνότητας ως κριτήρια στις έρευνες της ψυχικής ανθεκτικότητας; Γενικότερα, αλλά κυρίως όσον αφορά τους εφήβους και τα παιδιά, θετικές προσαρμογές θεωρούνται οι καλές σχολικές επιδόσεις, η αποδοχή από τους συνομήλικους, οι σταθερές σχέσεις φιλίας, η έντονη συμμετοχή σε δραστηριότητες που αντιστοιχούν στην ηλικία, καθώς και η μειωμένη ύπαρξη εσωτερικευμένων και εξωτερικευμένων προβλημάτων συμπεριφοράς. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η θετική ανάπτυξη και η ομαλή προσαρμογή, με βάση τα παραπάνω κριτήρια, δεν είναι αρκετά για να θεωρηθεί ένα άτομο ψυχικά ανθεκτικό. Δηλαδή, τα συγκεκριμένα άτομα θα πρέπει να έχουν αντιμετωπίσει κάποια κατάσταση που να θεωρείται απειλή για την ομαλή ανάπτυξη και για τη θετική τους προσαρμογή.
Ειδικότερα, ως παράγοντες επικινδυνότητας αναφέρονται, κυρίως, όλες οι μεταβλητές που μπορεί να αυξήσουν την πιθανότητα ύπαρξης προβλημάτων στην προσαρμογή και στην ισορροπημένη συμπεριφορά του κάθε ατόμου. Χαρακτηριστικά παραδείγματα, όπως ένας πρόωρος τοκετός, το διαζύγιο, η κακοποίηση, η ύπαρξη ασθένειας ή ψυχοπαθολογίας στους γονείς, η φτώχεια, η μητρότητα στην εφηβεία, καθώς και το ψυχικό τραύμα από πόλεμο ή φυσικές καταστροφές αποτελούν ενδεικτικούς risk factors για την ομαλή ψυχική υγεία. Επίσης, το υποβαθμισμένο (σε όλες του τις διαστάσεις) σχολικό περιβάλλον θεωρείται πλέον παράγοντας επικινδυνότητας, καθώς φαίνεται να συνδέεται µε χαμηλή επίδοση, εγκατάλειψη του σχολείου, προβλήματα συμπεριφοράς, χρήση ουσιών κ.ά.
Απ’ ό,τι έχει φανεί από μελέτες παρατήρησης συμπεριφορών από άτομα με έντονη ψυχική ανθεκτικότητα, οι συγκεκριμένοι τύποι ατόμων προσπαθούν να βρουν την «κρυφή τους δύναμη» είτε από τον ίδιο τους τον εαυτό είτε να την αντλήσουν από κάποιους παράγοντες, τους οποίους ανακαλούν σε δύσκολες περιόδους ή δεν αναγνωρίζουν καν ότι δέχονται θετική επίδραση από τους παραπάνω. Σε αυτό το πλαίσιο έχουν μελετηθεί αρκετές έννοιες, όπως οι εσωτερικές και εξωτερικές δυνατότητες (internal and external assets), οι πηγές στήριξης (resources) και οι προστατευτικοί παράγοντες (protective factors). Οι δυνατότητες αναφέρονται σε μετρήσιμα χαρακτηριστικά ατόμων ή καταστάσεων, τα οποία αποτελούν προβλεπτικούς παράγοντες για την ύπαρξη θετικών αποτελεσμάτων στο μέλλον ως προς κάποιο συγκεκριμένο κριτήριο ανάπτυξης. Για παράδειγμα, ένα καλό νοητικό δυναμικό αποτελεί έναν παράγοντα που προβλέπει καλή γνωστική ανάπτυξη στο μέλλον.
Οι πηγές στήριξης αναφέρονται κυρίως στα ανθρώπινα, κοινωνικά και υλικά εφόδια που διαθέτει το άτομο και τα χρησιμοποιεί στις διαδικασίες προσαρμογής. Για παράδειγμα, η παροχή εκπαιδευτικών ευκαιριών αποτελεί μια διαθέσιμη πηγή, την οποία μπορεί να χρησιμοποιήσει θετικά ένα άτομο για πολλά υποσχόμενες επαγγελματικές ευκαιρίες κατά την προσαρμογή του στο κοινωνικό περιβάλλον. Τέλος, οι προστατευτικοί παράγοντες μπορεί να είναι ποιοτικά χαρακτηριστικά των ίδιων των ατόμων ή ακόμα και των πλαισίων στα οποία ανήκουν τα άτομα (οικογένεια, ευρύτερο περιβάλλον κ.α.), τα οποία αμβλύνουν τις συνέπειες των δυσμενών καταστάσεων και επιτρέπουν στα άτομα να επιτύχουν παρά τους υψηλούς παράγοντες επικινδυνότητας. Για παράδειγμα, το χιούμορ ως χαρακτηριστικό της προσωπικότητας αποτελεί έναν προστατευτικό παράγοντα, ο οποίος είναι χρήσιμος όταν τα επίπεδα επικινδυνότητας είναι πολύ υψηλά, όπως και η ανάπτυξη μιας υγιούς και όμορφης φιλίας.
Πέρα από τους περιβαλλοντικούς και εξωγενείς παράγοντες, έχει άραγε το φαινόμενο της ψυχικής ανθεκτικότητας κάποια γενετική βάση; Γίνεται μια προσπάθεια να ενσωματωθούν δυο αντιλήψεις γύρω από το θέμα της ανθεκτικότητας, που θεωρούν τα χαρακτηριστικά της ως γενετικά προκαθορισμένα και ως διαδικασίες. Σύμφωνα με τους ψυχιάτρους, όλοι οι άνθρωποι έχουν μια έμφυτη τάση για ανθεκτικότητα, η οποία τους επιτρέπει να αντιμετωπίζουν τις διάφορες δυσκολίες και την κατάρρευση μιας προϋπάρχουσας ισορροπίας.
Σε μελέτες που έχουν γίνει σε παιδιά που έχουν μητέρες με σχιζοφρένεια, φαίνεται ότι πολλά από αυτά δεν έχουν μη φυσιολογική συμπεριφορά ως ενήλικες και έτσι προτείνεται ένας πρώιμος ορισμός της ανθεκτικότητας σαν μια θετική απάντηση του ατόμου απέναντι στο άγχος και στις δύσκολες καταστάσεις. Ακόμα, σε πολλές περιπτώσεις, όπου υπάρχουν πολλαπλοί παράγοντες κινδύνου και αναπτύσσονται σοβαρά συμπτώματα ψυχοπαθολογικής δυσπροσαρμοστικότητας σε παιδιά που βιώνουν δύσκολες καταστάσεις, μελέτες έχουν δείξει ότι ένα ποσοστό αυτών των παιδιών έχει φτάσει σ’ ένα καλό επίπεδο προσαρμογής και στην ενηλικίωσή τους είναι ανταγωνιστικά και γεμάτα αυτοπεποίθηση, με ένα ικανοποιητικό επίπεδο συγκινησιακής και κοινωνικής λειτουργικότητας.
Τελικά, η μεγαλύτερη αντίθεση ανάμεσα στους ειδικούς είναι αν η ανθεκτικότητα αποτελεί σταθερό χαρακτηριστικό της προσωπικότητας ή μια δυναμική διαδικασία που ποικίλλει ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες και τα περιβάλλοντα. Το σίγουρο είναι ότι η μελέτη και η κατανόηση αυτού του γεγονότος θα προάγει την ανάπτυξη προγραμμάτων και παρεμβάσεων με στόχο την πρόληψη και την αντιμετώπιση σημαντικών δυσκολιών. Αυτή η θέση των ειδικών έδωσε ώθηση στην ευρεία μελέτη της ψυχικής ανθεκτικότητας και αποτέλεσε τη βάση για την ανάπτυξη ποικίλων παρεμβάσεων, οι οποίες συνεχίζονται έως σήμερα!
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Ψυχική Ανθεκτικότητα, eclass.uth.gr. Διαθέσιμο εδώ
- Κωστάκης Θ., Διερεύνηση της Ψυχικής Ανθεκτικότητας και της θέσης με την Ψυχική Υγεία Εργαζομένων σε δομές Κοινωνικής Πρόνοιας, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, 2020